Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 832/87

ΝΣΚ 832/1987


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 832/1987 (12-10-1987)

 

Περίληψη Ερωτήματος: Ερωτάται: Αν η διοίκηση υποχρεούται να χορηγήσει οικοδομική άδεια επί ρυμοτομούμενο ακινήτου που βρίσκεται μέσα στο εγκεκριμένο σχέδιο της Καστοριάς, κατόπιν της υποβληθείσης κατά την 01-02-1969 αιτήσεως των ιδιοκτητών Χρήστου Σαμαρά και Αθηνάς Πεΐου και αν θα εφαρμοστούν οι ευμενέστεροι όροι δόμησης που ίσχυαν για την περιοχή του σχεδίου αυτού, προ του από [ΠΔ] 13-02-1979 προεδρικού διατάγματος, με το οποίο καθορίστηκαν νέοι (δυσμενέστεροι) όροι δόμησης για την περιοχή αυτή.

 

Στο ανωτέρω ερώτημα η Συνέλευση των Νομικών Συμβούλων της Διοίκησης γνωμοδότησε τα εξής:

 

Ι. Κατά το άρθρο 2 του νόμου 5269/1931:

 

{1. Η ανέγερσις νέων κτιρίων επί ρυμοτομούμενων υπό των σχεδίων πόλεων οικοπέδων, ων δεν πραγματοποιήθηκε εισέτι η απαλλοτρίωση, διέπεται υπό των ακολούθων κανόνων.

 

2. Αιτουμένης αδείας προς ανέγερση οικοδομής επί ρυμοτομούμενου οικοπέδου, ο ενδιαφερόμενος δέον να προσάγει τα κατά τα ανωτέρω (άρθρο 1) στοιχεία ιδιοκτησίας (τίτλους) επί του ακινήτου, τούτου, η δε αρμόδια υπηρεσία οφείλει να προβαίνει εντός προθεσμίας τεσσάρων μηνών από της υποβολής της αιτήσεως εις την σύνταξιν της απαιτούμενης πράξεως αναλογισμού προς καθορισμό των εις αποζημίωση υπόχρεων και την κύρωση αυτής. Παρερχόμενης της προθεσμίας ταύτης απράκτου, η αιτηθείσα άδεια πρέπει να χορηγείται αμέσως, εκτός εάν η παράτασις οφείλεται εις υπαιτιότητα του ιδιοκτήτου ...

 

3. Εάν ο ιδιοκτήτης μετά την κοινοποίηση αυτών της ακυρωτικής της πράξεως αναλογισμού αποφάσεως και επί τη προσκλήσει της αρμοδίας υπηρεσίας, δηλώσει εγγράφως εντός της τασσομένης σε αυτό εν τη προσκλήσει προθεσμίας, ότι αποδέχεται μόνος να επισπεύσει τον διακανονισμό της αποζημιώσεώς του και την είσπραξη αυτής παρά των υπόχρεων, η αιτηθείσα προς δόμηση επί του ρυμοτομούμενου άδεια, δεν χορηγείται εις το μέλλον, της ως άνω δηλώσεως υπεχούσης θέσιν οικειοθελούς παραιτήσεως από του προς δόμηση δικαιώματος. Οι αυτές συνέπειες υφίστανται δια τον ιδιοκτήτη και αν η δήλωσις υποβληθεί μετά την παρέλευσιν της προθεσμίας εις οιονδήποτε στάδιον της κατά τα επόμενα διαδικασίας.

 

4. Παρελθούσης απράκτου της ανωτέρω δια την δήλωση ταχθείσας προθεσμίας, η αρμόδια υπηρεσία και ο Δήμος ή Κοινότης οφείλουν να ενεργήσουν τα κατ' αυτόν έκαστος δια τον κανονισμό της αποζημιώσεως του ιδιοκτήτου και την κατάθεση του ποσού, του Δήμου, ή Κοινότητος υποχρεωμένων να επισπεύσουν τα του κανονισμού τούτου και να καταβάλουν εις τον δικαιούχο το επιδικαζόμενο ποσόν εις βάρος και δια λογαριασμό πάντων των υπόχρεων. Η όλη διαδικασία προς καθορισμό της αποζημιώσεως οφείλει ενεργείται εντός έξι μηνών από της κοινοποιήσεως εις την αρμοδία υπηρεσία και τον Δήμο ή Κοινότητα, της κατά την προηγούμενη παράγραφο 3 κυρωτικής της πράξεως αποφάσεως. Η δυνάμει της δικαστικής αποφάσεως κανονιζόμενη αποζημίωση (προσωρινή αποζημίωση) δια την απαλλοτρίωση, πρέπει να κατατίθεται υπό του Δήμου ή Κοινότητος υπέρ του δικαιούχου εντός της ανωτέρω ετήσιας προθεσμίας. Άπρακτη παρέλευσις της προθεσμίας συνεπάγεται την άμεση χορήγηση της αιτούμενης αδείας.}

 

ΙΙ. Στην προκειμένη περίπτωση από το διδόμενο με το ερώτημα ιστορικό, σε συνδυασμό προς τα στοιχεία του φακέλλου, προκύπτουν τα ακόλουθα:

 

Οι Χρήστος Σαμαράς και Αθηνά Πεΐου υπέβαλαν στις 01-02-1969 αίτηση στη Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών της Καστοριάς για την έκδοση οικοδομικής άδειας σε ρυμοτομούμενο οικόπεδο της Καστοριάς, για το οποίο είχε συνταχθεί η υπ' αριθμόν 9/1968 πράξη τακτοποίησης και αναλογισμού, που κυρώθηκε με την υπ' αριθμόν 4083/1969 απόφαση του Νομάρχη Καστοριάς. Η παραπάνω υπηρεσία με το υπ' αριθμόν 335/1969 έγγραφό της ζήτησε από τον Δήμο Καστοριάς να της γνωρίσει αν έχει πρόθεση να αποζημιώσει το οικόπεδο αυτό, γιατί σε περίπτωση παρέλευσης άπρακτης της κατά την παράγραφο 4 του άρθρου 2 του νόμου 5269/1931 προθεσμίας θα χορηγούσε την αιτηθείσα άδεια. Ο Δήμος Καστοριάς με το υπ' αριθμόν 1154/1969 έγγραφό του απάντησε ότι το ρυμοτομούμενο αυτό οικόπεδο δεν ανήκει στη κυριότητα των ενδιαφερομένων, ένεκα δε τούτου η υπηρεσία με το υπ' αριθμόν 981/1969 έγγραφό της εζήτησε από τους ενδιαφερομένους να προσκομίσουν τα συμβόλαια της ιδιοκτησίας τους, ενώ με το υπ' αριθμόν 1173/1969 έγγραφό της προς τον παραπάνω Δήμο γνωρίζει ότι τα θέματα της κυριότητας του οικοπέδου ανήκουν στην αρμοδιότητα των τακτικών δικαστηρίων και συνεπώς αυτή θα εκδώσει την αιτούμενη άδεια.

 

Τελικά διακόπηκε η διαδικασία για την χορήγηση της άδειας αυτής, επειδή όπως προκύπτει από το μεταγενέστερο υπ' αριθμόν 917/1976 έγγραφο της ως άνω υπηρεσίας, δεν υποβλήθηκαν από τους ενδιαφερομένους οι τίτλοι κυριότητας. Με το από [ΠΔ] 13-02-1979 προεδρικό διάταγμα καθορίστηκαν νέοι επαχθέστεροι όροι δομήσεως στο εγκεκριμένο σχέδιο της Καστοριάς, στη παράγραφο δε 1 του άρθρου 3 αυτού ορίσθηκε:

 

{εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι μέχρι δημοσιεύσεως του παρόντος ισχύοντες όροι δομήσεως, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του νόμου 651/1977},

 

ενώ στη παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου, όπως αντικαταστάθηκε με το από 22-06-1983 προεδρικό διάταγμα ορίζεται ότι:

 

{άδειες οικοδομής εκδιδόμενες με τους προ της δημοσιεύσεως του παρόντος όρους δομήσεως ισχύουν μέχρι 31-05-1984.}

 

Με την υπ' αριθμόν 277/1980 απόφαση του Αρείου Πάγου, που απέρριψε αίτηση αναίρεσης του Δήμου, αναγνωρίστηκε αμετάκλητα η κυριότητα των ενδιαφερομένων στο παραπάνω οικόπεδο.

 

Μετά την απόφαση αυτή οι ενδιαφερόμενοι υπέβαλαν δύο από 17-04-1985 και 14-01-1986 αιτήσεις προς την επιτροπή του άρθρου 15 του νομοθετικού διατάγματος 797/1971, ζητώντας να χωρέσει στην προεκτίμηση της οφειλομένης λόγω της παραπάνω ρυμοτομικής απαλλοτριώσεως αποζημιώσεως, προκειμένου να προβούν στις κατά νόμο ενέργειες για την απαλλοτρίωση του ανωτέρω ρυμοτομημένου τμήματος της ιδιοκτησίας των και στη συνέχεια υπέβαλαν αίτηση στο Μονομελές Πρωτοδικείο Καστοριάς για τον καθαρισμό προσωρινής αποζημίωσης για την ανωτέρω απαλλοτρίωση, εκδοθείσης της υπ' αριθμόν 19/1986 απόφαση του ως άνω δικαστηρίου, που καθόρισε την προσωρινή τιμή μονάδας αποζημίωσης.

 

Ακολούθως, οι ενδιαφερόμενοι με την από 04-09-1986 αίτησή τους προς το Πολεοδομικό Γραφείο του Δήμου Καστοριάς ζήτησαν την έκδοση οικοδομικής αδείας σύμφωνα με την από 12-01-1969 αρχική τους αίτηση, στην νεώτερη δε αυτή αίτηση απάντησε το Τμήμα Πολεοδομίας και Πολεοδομικών Εφαρμογών Καστοριάς με το υπ' αριθμόν 2267/1986 έγγραφό του, ότι δεν είναι δυνατή η έκδοση της ζητούμενης άδειας, γιατί αυτοί είχαν παραιτηθεί από την παραπάνω αρχική τους αίτηση.

 

ΙΙΙ. Σχετικά με το τιθέμενο με το προκείμενο ερώτημα ζήτημα αν η υπηρεσία υποχρεούται να εκδώσει οικοδομική άδεια με βάση την ως άνω αίτηση των ενδιαφερομένων, κατά το άρθρο 2 του νόμου 5269/1931 και με ποίους όρους δόμησης, η πλειοψηφία των νομικών συμβούλων, που αποτελέστηκε από τους Ε. Σαρακηνό, Α. Καμπίτση, Ε. Οικονόμου, Β. Ρεντζεπέρη, Α. Παπαντωνόπουλο, Στ. Αργυρόπουλο, Ν. Τριανταφύλλου, Α. Χρυσανθακόπουλο, Π. Παπίδα, Μ. Βεκρή, Ε. Κορουγένη, Δ. Διαμαντόπουλο, Ν. Ρήγα, Α. Κομισόπουλο, Κ. Παπακώστα, Β. Κολοβό, και Ρ. Αντωνακόπουλο, διατύπωσε αρνητική γνώμη.

 

Ειδικότερα κατά την γνώμη αυτή η παραπάνω αίτηση των ενδιαφερομένων δεν θεμελιώνει δικαίωμα αυτών για την χορήγηση της ζητούμενης άδειας, γιατί δεν συνοδευόταν από τους τίτλους ιδιοκτησίας των αιτούντων, όπως ορίζει η παράγραφος 2 του άρθρου 2 του νόμου 5269/1931, με βάση τους οποίους θα κρινόταν από την υπηρεσία παρεμπιπτόντως η κυριότητα των αιτούντων στο ρυμοτομούμενο ακίνητο, μετά την προβληθείσα από το Δήμο Καστοριάς σχετική αμφισβήτηση. Η μη δε υποβολή των τίτλων τούτων, καίτοι ειδικώς ζητηθέντων από την υπηρεσία, οδήγησε στη ματαίωση της περαιτέρω κατά το παραπάνω άρθρο διαδικασίας, για την έκδοση της οικοδομικής άδειας.

 

Αλλά ανεξαρτήτως τούτου, σύμφωνα με το εκτεθειμένο πιο πάνω ιστορικό οι αιτούντες παραιτήθηκαν του δικαιώματος να λάβουν την άδεια αυτή, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 2 του νόμου 5269/1931, από το οποίο σε συνδυασμό και προς τις γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου, προκύπτει ότι παραίτηση από το δικαίωμα τούτο ενέχει κάθε πράξη του ενδιαφερομένου, πριν από την έκδοση της οικοδομικής άδειας, που εκδηλώνει πρόθεση αυτού να μην οικοδομήσει στο ρυμοτομούμενο ακίνητο, αλλά να λάβει την οφειλόμενη για την ρυμοτομική απαλλοτρίωση αποζημίωση.

 

Στην προκειμένη περίπτωση οι αιτούντες όχι μόνο δεν προσκόμισαν αρχικά κατά τα εκτεθέντα τους τίτλους ιδιοκτησίας επί του ακινήτου, αλλά από της υποβολής της αιτήσεώς τους μέχρι το έτους 1986 αδράνησαν να συμμορφωθούν προς την σχετική υπόδειξη της υπηρεσίας, επιτυχόντες δε την ως άνω απόφαση του Αρείου Πάγου, δεν την υπέβαλαν στην υπηρεσία, για να κινήσει αυτή την περαιτέρω διαδικασία της έκδοσης της οικοδομικής άδειας. Αντίθετα μάλιστα υπέβαλαν τις ως άνω δύο αιτήσεις τους στην επιτροπή προεκτίμησης της οφειλόμενης αποζημίωσης λόγω ρυμοτομίας και αίτηση προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Καστοριάς, για τον προσωρινό καθορισμό της αποζημίωσης αυτής, ήτοι προέβησαν σε ενέργειες που αναμφίβολα εκδηλώνουν την βούλησή τους για παραίτηση από του δικαιώματος τους να λάβουν την αιτηθείσα οικοδομική άδεια και για τον διακανονισμό και λήψη της αποζημίωσης, που οφείλεται σε αυτούς λόγω της ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης. Μόλις δε το έτος 1986, μετά την έκδοση της απόφασης του Μονομελές Πρωτοδικείου, επανήλθαν στην αρχική τους αίτηση, μετά πάροδο δέκα επτά περίπου ετών από την υποβολή της στην υπηρεσία, ζητώντας να επιτραπεί σ' αυτούς η ανοικοδόμηση του ρυμοτομούμενου ακινήτου.

 

Κατά ακολουθία των ανωτέρω, η πλειοψηφία των νομικών συμβούλων, φρονεί ότι και με την νομολογιακά γενομένη δεκτή άποψη, ότι το άρθρο 2 του νόμου 5269/1931 ισχύει και μετά το άρθρο 36 παράγραφος 4 του νόμου 1337/1983, στις περιπτώσεις που προ του τελευταίου αυτού νόμου είχε υποβληθεί στην πολεοδομική υπηρεσία αίτηση εκδόσεως οικοδομικής άδειας σε ρυμοτομούμενο ακίνητο, μετά πλήρων δικαιολογητικών, η διοίκηση δεν οφείλει να εκδώσει άδεια κατά τις διατάξεις του παραπάνω άρθρου, διότι οι αιτούντες παραιτήθηκαν από την ως άνω αίτησή τους και αν θεωρηθεί ότι αυτή νομότυπα είχε υποβληθεί χωρίς τους τίτλους ιδιοκτησίας τους στο ρυμοτομούμενο οικόπεδο. Συνεπώς θέμα εφαρμογής των προ του από [ΠΔ] 13-02-1979 προεδρικού διατάγματος ισχυόντων ευμενέστερων όρων δομήσεως σύμφωνα με το άρθρο 3 αυτού δεν υφίσταται. Η ισχύς, άλλωστε, των όρων αυτών στη προκειμένη περίπτωση πρέπει να αποκλειστεί και από το γεγονός ότι έχει λήξει κατά την 31-05-1984 η προθεσμία ισχύος των οικοδομικών αδειών, των εκδιδομένων κατά τους ευμενέστερους αυτούς όρους, σύμφωνα με το άρθρο 3 του παραπάνω προεδρικού διατάγματος, όπως τούτο κατά τα εκτεθέντα αντικαταστάθηκε, η προθεσμία δε αυτή ταχθείσα μέσα στα πλαίσια της εξουσιαστικής διάταξης του άρθρου 12 παράγραφος 1 του νόμου 651/1977 και του άρθρου 24 παράγραφος 2 του Συντάγματος, περί ρυθμιστικής αρμοδιότητας και ελέγχου του Κράτους κατά την ανάπτυξη και πολεοδόμηση των οικιστικών περιοχών, έχει αποκλειστικό χαρακτήρα, και δεν μπορεί να αγνοηθεί υπό τις εκτεθείσες μάλιστα περιστάσεις της προκείμενης περίπτωσης (βλέπε Πρακτικό Επεξεργασίας ΣτΕ 301/1983).

 

IV. Κατά την γνώμη, όμως της μειοψηφίας, που αποτέλεσαν οι σύμβουλοι Δ. Παπανικολάου, Γ. Σγουρίτσας, Στ. Κωσταρόπουλος, Δ. Παπαπετρόπουλος, Δ. Ράπτης, Α. Βουδούρης, και Β. Παπαχρήστου, οι αιτούντες δεν υποχρεούνταν να υποβάλλουν τους τίτλους ιδιοκτησίας τους μαζί με την παραπάνω από 01-02-1969 αίτησή τους, γιατί αυτοί αξιώνονται από το άρθρο 2 του νόμου 5269/1931 για την διευκόλυνση της σύνταξης της πράξης τακτοποίησης και αναλογισμού, που στην προκείμενη περίπτωση είχε καταρτιστεί πριν από την αίτηση αυτή.

 

Εφόσον δε η υπηρεσία με το υπ' αριθμόν 1173/1969 έγγραφό της εκδήλωσε την υπόθεση της για την έκδοση οικοδομικής άδειας κατά την παράγραφο 4 του άρθρου 2 του νόμου 5269/1931, οι αιτούντες δεν υποχρεούνταν να επανέλθουν μεταγενεστέρως στην αρχική τους αίτηση, η οποία ήταν εκκρεμής.

 

Ενόψει τούτου η μετέπειτα ως άνω συμπεριφορά των αιτούντων και ειδικότερα η επίσπευση απ' αυτούς του διακανονισμού της καταβλητέας σ' αυτούς λόγω ρυμοτομίας αποζημίωσης δεν συνιστά κατά την μειοψηφούσα γνώμη παραίτηση από την αρχική αίτησή τους για την έκδοση οικοδομικής αδείας, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 2 του νόμου 5269/1931, το οποίο απαιτεί ρητή δήλωση των ενδιαφερομένων, μετά προηγούμενη πρόσκληση της υπηρεσίας, που πρέπει να γίνει κατά την διάρκεια της διαδικασίας του άρθρου αυτού, ήτοι μέχρι τη λήξη του προβλεπομένου για την έκδοση της οικοδομικής άδειας εξαμήνου.

 

Συνεπώς εφόσον η αρχική ως άνω αίτηση περί εκδόσεως οικοδομικής άδειας υποβλήθηκε στην υπηρεσία πριν από τη ισχύ του νόμου 1337/1983, αυτή υποχρεούται να χορηγήσει την αιτούμενη οικοδομική άδεια, κατά το άρθρο 2 του νόμου 5269/1931. Η άδεια αυτή πρέπει να εκδοθεί κατά τους ισχύοντες προ του από [ΠΔ] 13-02-1979 προεδρικού διατάγματος ευμενέστερους όρους δόμησης, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 3 αυτού, δοθέντος ότι η αίτηση των ενδιαφερομένων υποβλήθηκε προσηκόντως πριν από το παραπάνω προεδρικό διάταγμα. Η εφαρμογή των όρων αυτών δεν κωλύεται εκ του ότι παρήλθε ή στο παραπάνω άρθρο 3 του προεδρικού διατάγματος αυτού, όπως αντικαταστάθηκε με το προεδρικό διάταγμα [ΠΔ] 226/1983, προβλεπόμενη προθεσμία (31-05-1984), γιατί η προθεσμία αυτή δεν ισχύει για την προκείμενη περίπτωση, που η οικοδομική άδεια, καίτοι νομότυπα αιτηθείσα, δεν εκδόθηκε πριν από τη λήξη της προθεσμίας αυτής.

 

Ο Νομικός Σύμβουλος Διοίκησης

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.