Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
1. Οι τυχόν διαφωνίες που προκύπτουν κατά την εκτέλεση των προμηθειών της παραγράφου 2 και επομένων του άρθρου 250, των εργασιών και μεταφορών επιλύονται κατά τις διατάξεις των επομένων παραγράφων.
2. Για κάθε πράξη της επιβλέπουσας υπηρεσίας, για την οποία ο ανάδοχος κρίνει ότι είναι βλαπτική των συμφερόντων του, δικαιούται να υποβάλει ένσταση στο δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο ή στο διοικητικό συμβούλιο του συμβουλίου περιοχής, του συνδέσμου του δημοτικού και κοινοτικού ιδρύματος, των λοιπών δημοτικών και κοινοτικών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, των δημοτικών και κοινοτικών επιχειρήσεων των νόμων 1069/1980 και [Ν] 890/1979 και των τοπικών συμβουλίων, υποχρεωτικά μέσω της επιβλέπουσας υπηρεσίας, η οποία τη διαβιβάζει σε αυτό, μαζί με τις παρατηρήσεις της, μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες. Η ένσταση του αναδόχου ασκείται μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών, αφότου ο ανάδοχος έλαβε γνώση της προσβαλλόμενης πράξεως ή από της επιδόσεως αυτής με αποδεικτικό. Στην περίπτωση θεώρησης Πρωτοκόλλου Κανονισμού Τιμών Μονάδας Νέων Εργασιών ή Συγκριτικού Πίνακα από την τεχνική υπηρεσία του Υπουργείου Εσωτερικών, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 252, η κατά τα ανωτέρω υποβολή της ένστασης του αναδόχου προς το συμβούλιο γίνεται μετά την επίδοση σε αυτόν από την επιβλέπουσα υπηρεσία, με αποδεικτικό, του θεωρημένου από την τεχνική υπηρεσία του Υπουργείου Εσωτερικών Πρωτοκόλλου Κανονισμού Τιμών Μονάδας Νέων Εργασιών ή Συγκριτικού Πίνακα. Η ένσταση στην περίπτωση αυτή υποβάλλεται υποχρεωτικά μέσω της τεχνικής υπηρεσίας του Υπουργείου Εσωτερικών, η οποία τη διαβιβάζει στο αρμόδιο για τη λήψη απόφασης συμβούλιο και στην επιβλέπουσα υπηρεσία, μαζί με τις παρατηρήσεις της. Το συμβούλιο οφείλει να αποφασίσει επί της ενστάσεως μέσα σε δύο (2) μήνες από την ημερομηνία που αυτή περιέρχεται σε αυτό.
3. Εάν ο ανάδοχος διαφωνεί προς την απόφαση του συμβουλίου ή περάσουν δύο (2) μήνες από την κατάθεση της ένστασης χωρίς να έχει ληφθεί η απόφαση αυτή, μπορεί να ασκήσει αίτηση θεραπείας προς την Επιτροπή του άρθρου 18 του νόμου 2218/1994, μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία τριών (3) μηνών από την επίδοση της απόφασης με αποδεικτικό ή την παρέλευση άπρακτης της δίμηνης προθεσμίας μέσα στην οποία έπρεπε να αποφανθεί το συμβούλιο. Η έκδοση ή η κοινοποίηση απόφασης του συμβουλίου επί της ενστάσεως μετά την πάροδο του διμήνου δεν μεταθέτει την έναρξη της ανωτέρω προθεσμίας για την άσκηση αίτησης θεραπείας, κατά τις επόμενες διατάξεις. Αίτηση θεραπείας μπορεί επίσης να ασκήσει ο ανάδοχος και όταν το συμβούλιο, μέσα στην ίδια ανατρεπτική προθεσμία των (2) μηνών, δεν αποφαίνεται σε πράξη της επιβλέπουσας υπηρεσίας, η οποία πράξη προβλέπεται από τις διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά για την εκτέλεση προμηθειών της παραγράφου 2 και επομένων του άρθρου 250, εργασιών και μεταφορών και υπόκεινται στην έγκρισή του. Ομοίως, ο ανάδοχος δικαιούται να ασκήσει αίτηση θεραπείας για βλάβη των συμφερόντων του, που προκύπτει το πρώτον από απόφαση του συμβουλίου, καθώς και στην περίπτωση της κήρυξης του ως εκπτώτου από αυτό.
4. Η Επιτροπή του άρθρου 18 του νόμου 2218/1994 αποφαίνεται επί της αιτήσεως θεραπείας, μετά γνώμη του νομαρχιακού συμβουλίου δημόσιων έργων, μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία τριών (3) μηνών από την υποβολή σε αυτή της αιτήσεως θεραπείας.
5. Η διαφορά συζητείται στο νομαρχιακό συμβούλιο δημόσιων έργων, αφού πρώτα κληθούν υποχρεωτικά ο ανάδοχος και εκπρόσωπος του εργοδότη. Το νομαρχιακό συμβούλιο δημόσιων έργων γνωμοδοτεί αιτιολογημένα από άποψη νομιμότητας και ουσίας, ακόμη και εάν δεν παραστούν αυτοί που έχουν κληθεί ως ανωτέρω. Αρμόδια υπηρεσία για τη σχετική έγγραφη εισήγηση προς το νομαρχιακό συμβούλιο δημόσιων έργων είναι η επιβλέπουσα υπηρεσία.
6. Αν η Επιτροπή του άρθρου 18 του νόμου 2218/1994 δεν εκδώσει την απόφασή της μέσα στην καθορισμένη προθεσμία των τριών (3) μηνών ή κάποιος από τους συμβαλλόμενους δεν αποδεχτεί την απόφασή της ή η διαφορά των συμβαλλομένων γεννηθεί για πρώτη φορά έπειτα από απόφαση της Επιτροπής, κατά την άσκηση εποπτείας των πράξεων των οργάνων διοίκησης της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 6)β του άρθρου 4 του νόμου 2240/1994 και του άρθρου 47 του νόμου 2218/1994 τότε αρμόδιο για την επίλυση της διαφοράς που δημιουργείται είναι το αρμόδιο κατά περίπτωση διοικητικό ή πολιτικό εφετείο στην περιφέρεια του οποίου αναφέρεται η προμήθεια, η εργασία ή η μεταφορά. Το εφετείο δικάζει ύστερα από προσφυγή που ασκείται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δύο (2) μηνών, αφότου κοινοποιήθηκε στον προσφεύγοντα η απόφαση της Επιτροπής του άρθρου 18 του νόμου 2218/1994 ή πέρασε άπρακτη η προθεσμία για την έκδοση της σχετικής απόφασης.
7. Πριν υποβληθεί η διαφορά των συμβαλλομένων στο εφετείο, πρέπει να έχει εξαντληθεί η διοικητική διαδικασία, που προβλέπεται από τις προηγούμενες παραγράφους του άρθρου αυτού. Στην αντίθετη περίπτωση η προσφυγή είναι απαράδεκτη, εκτός εάν η διαφορά γεννάται για πρώτη φορά ύστερα από την, κατά τα ανωτέρω, σχετική απόφαση της Επιτροπής του άρθρου 18 του νόμου 2218/1994.
8. Κάθε αξίωση του αναδόχου προμηθειών της παραγράφου 2 και επομένων του άρθρου 250, εργασιών και μεταφορών κατά του εργοδότη ή αντίθετα του εργοδότη κατά του αναδόχου, όταν η τελευταία αυτή δεν στηρίζεται σε απόφαση της αρμοδίας αρχής και για τις οποίες έγινε προσφυγή στο εφετείο, παραγράφεται εάν κατά το διάστημα της επιδικίας πέρασε διετία χωρίς να διακοπεί η παραγραφή. Για τις αξιώσεις των αναδόχων, που γεννήθηκαν νόμιμα και αναγνωρίσθηκαν με αποφάσεις των αρμόδιων αρχών, εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του διατάγματος περί Λογιστικού Δήμων και Κοινοτήτων, όπως αυτό ισχύει κάθε φορά.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: To άρθρο 254 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 4 του νόμου 2307/1995 (ΦΕΚ 113/Α/1995).
|