Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
Αριθμός 1119/2008
Το Συμβούλιο της Επικρατείας
Τμήμα Ε
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 07-03-2007, με την εξής σύνθεση: Π. Ν. Φλώρος, Αντιπρόεδρος, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Αθανάσιος Ράντος, Αικατερίνη Σακελλαροπούλου, Σύμβουλοι, Θ. Αραβάνης, Μ. Τριπολιτσιώτη, Πάρεδροι. Γραμματέας η Α. Σγουρέλλη.
Για να δικάσει την από 08-12-2005 έφεση:
των: 1) __________ και 2) __________, __________, κατοίκων Αθηνών (__________), οι οποίοι παρέστησαν με το δικηγόρο Κωνσταντίνο Χιώλο (αριθμός μητρώου 2192), που τον διόρισαν με πληρεξούσιο, κατά των:
1) Δήμου Κηφισιάς Αττικής, ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Μιχαήλ Τζεφεράκο (αριθμός μητρώου 8195), που τον διόρισε με εξουσιοδότησή του ο Δήμαρχος,
2) __________ και
3) __________, κατοίκων Κηφισιάς Αττικής (__________), οι οποίοι δεν παρέστησαν, αλλά ο δικηγόρος τους νομιμοποιήθηκε με συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο, και κατά της υπ' αριθμόν 1407/2005 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του εισηγητή, Συμβούλου Αθανάσιου Ράντου.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο των εκκαλούντων, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους εφέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η έφεση και τον πληρεξούσιο του εφεσίβλητου Δήμου, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε κατά το Νόμο
1. Επειδή, για την άσκηση τ ης κρινομένης εφέσεως έχει καταβληθεί το κατά νόμο παράβολο (ειδικά έντυπα παραβόλου υπ' αριθμόν 722071, 1472173, σειρά Α').
2. Επειδή, με την έφεση αυτή, ζητείται η εξαφάνιση της υπ' αριθμόν 1407/2005 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απερρίφθη αίτηση ακυρώσεως των εκκαλούντων κατά της υπ' αριθμόν πρωτοκόλλου 24545/2004 πράξεως της Διευθύνσεως Πολεοδομίας του Δήμου Κηφισιάς Αττικής. Με την πράξη αυτή είχε διαταχθεί η διακοπή των οικοδομικών εργασιών που εκτελούνταν δυνάμει της υπ' αριθμόν 25/2004 οικοδομικής αδείας, η οποία είχε εκδοθεί από το Γραφείο Πολεοδομίας Κηφισιάς για την ανέγερση από τους εκκαλούντες τριώροφης οικοδομής σε συνιδιόκτητο οικόπεδο επί της οδού Αθανάσιου Διάκου 41, στο οικοδομικό τετράγωνο 315 του εν λόγω Δήμου. Στην πρωτοβάθμια ακυρωτική δίκη είχαν παρέμβει υπέρ του κύρους της προσβληθείσης πράξεως οι συνιδιοκτήτες του ακινήτου __________ κ.λ.π., οι οποίοι είναι ήδη εφεσίβλητοι.
3. Επειδή, όπως προκύπτει από τα αποδεικτικά με ημερομηνία 06-06-2006, που ευρίσκονται στον φάκελο της υποθέσεως, έχουν διενεργηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως οι κατά νόμο κοινοποιήσεις προς τους ως άνω εφεσίβλητους. Νομίμως, συνεπώς, συζητήθηκε η υπόθεση παρά την μη παράστασή τους.
4. Επειδή, κατά το άρθρο 1 παράγραφος 1 του νομοθετικού διατάγματος 1024/1971 περί διηρημένης ιδιοκτησίας επί οικοδομημάτων ανεγειρομένων επί ενιαίου οικοπέδου (ΦΕΚ 232/Α/1971):
{1. Εν τη έννοια του άρθρου 1 του νόμου 3741/1929 και των άρθρων 1002 και 1117 του Αστικού Κώδικα, δύναται να συσταθεί διηρημένη ιδιοκτησία και επί περισσότερων αυτοτελών οικοδομημάτων ανεγειρομένων επί ενιαίου οικοπέδου ανήκοντος εις ένα ή περισσότερους, ως και επί ορόφων ή μερών των οικοδομημάτων τούτων, επιφυλασσομένων των πολεοδομικών διατάξεων.}
Εξ άλλου, κατά το άρθρο 253 του Κώδικα Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας (από 14-07-1999 προεδρικό διάταγμα (ΦΕΚ 580/Δ/1999)), με τον τίτλο Ειδικές διατάξεις για χαμηλά κτίρια, που αποδίδει το περιεχόμενο του άρθρου 14 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού (νόμος 1577/1985 (ΦΕΚ 210/Α/1985)):
{1. Χαμηλό κτίριο είναι αυτό του οποίου κύρια χρήση είναι η κατοικία, έχει μέγιστο ύψος, στο οποίο δεν συμπεριλαμβάνεται η στέγη, το πολύ 8,50 m, από την οριστική στάθμη του εδάφους και συνολική επιφάνεια που υπολογίζεται στο συντελεστή δόμησης το πολύ 400 m2. Στο οικόπεδο είναι δυνατή η κατασκευή περισσότερων από ένα χαμηλών κτιρίων, με την προϋπόθεση ότι η συνολική επιφάνεια όλων των κτιρίων που υπολογίζεται στο συντελεστή δόμησης δεν υπερβαίνει τα 400 m2.
2. ...}
Κατά την έννοια της πρώτης από τις διατάξεις αυτές, επιτρέπεται, κατ' αρχήν, η χορήγηση οικοδομικής αδείας και επί τμήματος ενιαίου οικοπέδου, επί του οποίου έχει συσταθεί διηρημένη (κάθετη) ιδιοκτησία, υπό την προϋπόθεση όμως ότι, εν όψει της συνολικής εκτάσεως του οικοπέδου, εξασφαλίζεται, εν σχέσει με το σύνολο των τυχόν δυναμένων να ανεγερθούν σ' αυτό περισσότερων οικοδομημάτων, η πλήρης τήρηση των διατάξεων της πολεοδομικής νομοθεσίας. Στην νομοθεσία αυτή περιλαμβάνονται, και είναι, συνεπώς, εν προκειμένω τηρητέες, και οι διατάξεις για τα ελάχιστα όρια αρτιότητας, το ποσοστό καλύψεως, τον ακάλυπτο χώρο, τον συντελεστή δομήσεως, καθώς και τους λοιπούς όρους δομήσεως, που καθορίζονται από τον Γενικό Οικοδομικό Κανονισμό και τις ειδικές πολεοδομικές διατάξεις της περιοχής, μεταξύ των οποίων και οι διατάξεις για τα χαμηλά, κατά την έννοια του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού, κτίρια. Επομένως, εφ' όσον σε οικόπεδο, στο οποίο έχει συσταθεί διηρημένη ιδιοκτησία, έχει ανεγερθεί ήδη μια οικοδομή κατ' εφαρμογή των ειδικών διατάξεων του ως άνω άρθρου 253 του Κώδικα Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας για τα χαμηλά κτίρια, το όλο οικόπεδο διέπεται εφεξής από την εν λόγω διάταξη, η δε συνολική υπολογιζόμενη στον συντελεστή δομήσεως επιφάνεια της ανεγερθείσης και τυχόν άλλης εν συνεχεία ανεγειρόμενης οικοδομής δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 400 m2 και το ύψος των οικοδομών τα 8,50 m. Είναι, ως εκ τούτου, μη νόμιμη και ανακλητέα τυχόν εκδοθείσα για δεύτερη οικοδομή οικοδομική άδεια, εφ' όσον επιτρέπει την υπέρβαση των εν λόγω ορίων.
5. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, κατά τα προκύπτοντα από την εκκαλούμενη απόφαση και τα λοιπά στοιχεία του φακέλου, οι κοινοί δικαιοπάροχοι των εκκαλούντων και των εφεσιβλήτων, αρχικοί κύριοι του επί της οδού Αθανασίου Διάκου 41, στο οικοδομικό τετράγωνο 315 του Δήμου Κηφισιάς Αττικής, οικοπέδου, επιφανείας 1053,95 m2, ανήγειραν σ' αυτό, δυνάμει της υπ' αριθμόν 3631/1991 οικοδομικής αδείας της Διευθύνσεως Πολεοδομίας Ανατολικής Αττικής, οικοδομή, επιφανείας, αρχικώς, 100,13 m2, στην οποία, με μεταγενέστερη αναθεώρηση της αδείας, προσετέθη και ημιυπόγειο 89 m2. Στο όλο οικόπεδο συνεστήθησαν το έτος 1996, με συμβολαιογραφική πράξη, δύο διηρημένες ιδιοκτησίες, στην μία των οποίων, εκείνη, δηλαδή, που περιήλθε το αυτό έτος, με χρονολογικώς επόμενο συμβόλαιο, στους εφεσίβλητους, περιελήφθη η εν λόγω οικοδομή. Η άλλη διηρημένη ιδιοκτησία περιήλθε το έτος 2002 στους εκκαλούντες, υπέρ των οποίων εξεδόθη από το Γραφείο Πολεοδομίας Δήμου Κηφισιάς η υπ' αριθμόν 25/2004 οικοδομική άδεια για την ανέγερση τριώροφης οικοδομής, ύψους 9.60 m και εμβαδού 440,36 m2, κατά τους γενικώς ισχύοντες στην περιοχή όρους δομήσεως.
Κατόπιν καταγγελίας των εφεσιβλήτων, κατά την οποία η υπ' αριθμόν 3631/1991 οικοδομική άδεια, δυνάμει της οποίας είχε ανεγερθεί η οικοδομή των, είχε εκδοθεί κατά τις διατάξεις του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού περί χαμηλών κτιρίων, χωρίς το γεγονός αυτό να ληφθεί υπ' όψιν κατά την έκδοση της υπέρ των εκκαλούντων υπ' αριθμόν 25/2004 οικοδομικής αδείας, διεκόπησαν, με την υπ' αριθμόν πρωτοκόλλου 24545/2004 πράξη της Διευθύνσεως Πολεοδομίας Δήμου Κηφισιάς, οι εκτελούμενες δυνάμει της τελευταίας ως άνω αδείας οικοδομικές εργασίες και ετάχθη στους εκκαλούντες προθεσμία προς αναθεώρησή της. Κατά της πράξεως αυτής οι εκκαλούντες άσκησαν αίτηση ακυρώσεως, η οποία απερρίφθη με την εκκαλούμενη υπ' αριθμόν 1407/2005 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.
Το δικαστήριο αυτό δέχθηκε, ειδικότερα, ότι, όντως, η υπ' αριθμόν 3631/1991 οικοδομική άδεια, η οποία, άλλωστε, είχε επισυναφθεί στην συμβολαιογραφική πράξη συστάσεως της διηρημένης ιδιοκτησίας, είχε εκδοθεί κατά τις διατάξεις περί χαμηλών κτιρίων, όπως τούτο προέκυπτε τόσο από την υπάρχουσα στο σώμα του πρωτοτύπου της αδείας και τεθειμένη με σφραγίδα ένδειξη Εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 14 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού για χαμηλά κτίρια, όσο και από τα αριθμητικά δεδομένα που περιλαμβάνονται στο πρωτότυπο του διαγράμματος καλύψεως, το οποίο την συνοδεύει, και ότι, ως εκ τούτου μη νομίμως δεν είχε ληφθεί υπ' όψιν το στοιχείο τούτο κατά την έκδοση της υπέρ των εκκαλούντων υπ' αριθμόν 25/2004 οικοδομικής αδείας. Εν όψει της διαπιστώσεως αυτής, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έκρινε ότι νομίμως διεκόπησαν, με την προσβληθείσα διοικητική πράξη, οι εκτελούμενες δυνάμει της δεύτερης αδείας οικοδομικές εργασίες, απέρριψε δε ως απαραδέκτους, αβάσιμους και αλυσιτελείς λόγους ακυρώσεως, αναγόμενους, αντιστοίχως, στην νομιμότητα της πρώτης οικοδομικής αδείας, στο ακριβές περιεχόμενο της δεύτερης και στις μεταξύ των εμπλεκομένων ιδιοκτητών συμφωνίες και σχέσεις.
6. Επειδή, με την κρινομένη έφεση προβάλλεται ότι μη νομίμως το Διοικητικό Εφετείο παρέλειψε να εξετάσει προβληθέντες ουσιώδεις ισχυρισμούς, σχετικούς με την νομιμότητα, το ακριβές περιεχόμενο της αδείας και την αληθή βούληση του δικαιοπαρόχου των εκκαλούντων, από τους οποίους, κατά τους εκκαλούντες, συνάγεται ότι η υπ' αριθμόν 3631/1991 οικοδομική άδεια δεν θα έπρεπε ούτε θα μπορούσε να είχε εκδοθεί κατά τις διατάξεις περί χαμηλών κτιρίων, για τους αναλυτικώς εκτιθεμένους, με παράθεση αριθμητικών υπολογισμών, λόγους. Εφ' όσον, όμως, με τους ισχυρισμούς αυτούς, δεν ανατρέπονται, πάντως, οι παραδοχές της εκκαλουμένης αποφάσεως, στηριζόμενες, άλλωστε, και σε συγκεκριμένα στοιχεία, περιλαμβανόμενα στο σώμα της επίμαχης οικοδομικής αδείας, κατά τις οποίες η άδεια όντως εξεδόθη κατά τις διατάξεις περί χαμηλών κτιρίων, οι ως άνω προβληθέντες, και επαναφερόμενοι με το δικόγραφο της εφέσεως ισχυρισμοί, ήσαν το μεν απορριπτέοι ως απαράδεκτοι, κατά το μέρος που με αυτούς επιζητείται ο παρεμπίπτων έλεγχος της νομιμότητος της εν λόγω διαφυγούσης τον ακυρωτικό έλεγχο και μη ανακληθείσης οικοδομικής αδείας, το δε ως αλυσιτελείς, κατά το μέρος που αναφέρονται σε άμοιρες εν προκειμένω νομικής σημασίας δηλώσεις ιδιωτικής βουλήσεως, αναγόμενες στις μεταξύ των ιδιωτών σχέσεις. Νομίμως, επομένως, οι ισχυρισμοί αυτοί απερρίφθησαν με την εκκαλούμενη απόφαση, πρέπει δε να απορριφθούν ως αβάσιμοι οι περί του αντιθέτου λόγοι εφέσεως.
7. Επειδή, προβάλλεται ότι η υπ' αριθμόν 3631/1991 οικοδομική άδεια δεν είχε εκδοθεί κατά τις διατάξεις περί χαμηλών κτιρίων αλλά η σχετική ένδειξη ετέθη στο σώμα της αδείας εκ των υστέρων, όπως τούτο προκύπτει, κατά τους εκκαλούντες, από διάφορα στοιχεία και μεταγενέστερα αντίγραφα της αδείας. Πλην, όμως, του γεγονότος ότι, κατά τα γενόμενα δεκτά από το Εφετείο, η έκδοση της, επισυναφθείσης άλλωστε στην συμβολαιογραφική πράξη συστάσεως της διηρημένης ιδιοκτησίας, οικοδομικής αδείας κατά τις διατάξεις περί χαμηλών κτιρίων δεν προκύπτει από μόνη την ως άνω σφραγίδα αλλά και από το συνημμένο στην άδεια διάγραμμα καλύψεως, ο ισχυρισμός αυτός, αναγόμενος σε πλαστογράφηση της οικοδομικής αδείας, απαραδέκτως προεβλήθη το πρώτον ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων, χωρίς να έχει προηγουμένως προβληθεί ενώπιον της Διοικήσεως, συνοδευόμενος, μάλιστα, από αντιστοίχου περιεχομένου απόφαση ποινικού ή πολιτικού δικαστηρίου. Νομίμως, επομένως, απερρίφθη με την εκκαλούμενη απόφαση ο ως άνω ισχυρισμός, πρέπει δε να απορριφθεί ως αβάσιμος ο περί του αντιθέτου λόγος εφέσεως.
8. Επειδή, κατά τα ήδη εκτεθέντα στην σκέψη 5, με την προσβληθείσα με την αίτηση ακυρώσεως πράξη, η Διοίκηση το μεν διέκοψε, με την παρατεθείσα ανωτέρω αιτιολογία, τις εκτελούμενες δυνάμει της εκδοθείσης υπέρ των εκκαλούντων οικοδομικής αδείας εργασίες, το δε έταξε προθεσμία προς αναθεώρηση της αδείας, μετά λήψη υπ' όψιν του γεγονότος της υπαγωγής του όλου οικοπέδου στις διατάξεις περί χαμηλών κτιρίων. Προβάλλεται ότι δεν ήταν δυνατόν να διαταχθεί εν προκειμένω διακοπή οικοδομικών εργασιών προ του χαρακτηρισμού των κατασκευών ως αυθαιρέτων. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, δεδομένου ότι, κατόπιν της διαπιστώσεως ότι κατά την έκδοση της υπ' αριθμόν 25/2004 οικοδομικής αδείας δεν ελήφθησαν υπ' όψιν, όπως έπρεπε, οι διατάξεις περί χαμηλών κτιρίων, νομίμως η Διοίκηση, πριν προχωρήσει στην λήψη των επαχθέστερων μέτρων της ανακλήσεως της οικοδομικής αδείας και της κρίσεως των κατασκευών ως αυθαιρέτων και κατεδαφιστέων, έταξε προθεσμία προς αναθεώρηση της αδείας, κατά τις κείμενες διατάξεις και διέκοψε παραλλήλως τις εκτελούμενες δυνάμει της αρχικής οικοδομικής αδείας εργασίες.
9. Επειδή, τέλος, ο προβαλλόμενος ισχυρισμός ότι, με την εφαρμογή των διατάξεων περί χαμηλών κτιρίων, πλήττεται υπέρμετρα και κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 17 παράγραφος 1 του Συντάγματος και του άρθρου 1 του (πρώτου) Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) το δικαίωμα ιδιοκτησίας των εκκαλούντων, πρέπει να απορριφθεί, προεχόντως, διότι οι εν προκειμένω περιορισμοί και δεσμεύσεις για την οικοδομή των εκκαλούντων δεν απορρέουν, ως αναγκαστικοί, από διατάξεις νόμων αλλά είναι αποκλειστικώς συνέπεια του είδους της ιδιοκτησίας που οι ίδιοι οι εκκαλούντες επέλεξαν να έχουν, δηλαδή συγκυριότητα σε ενιαίο οικόπεδο, όπου η συμπεριφορά ενός των συνιδιοκτητών επηρεάζει πολεοδομικώς και τους υπολοίπους, καθώς και αποτέλεσμα ενεργειών των λοιπών συνιδιοκτητών, όπως η δήλωση υπαγωγής του όλου οικοπέδου στις διατάξεις περί χαμηλών κτιρίων, τις οποίες οι εκκαλούντες γνώριζαν, προσχωρούντες σε καθεστώς διηρημένης ιδιοκτησίας, θεσπισθέν με συμβολαιογραφική πράξη, στην οποία είχε επισυναφθεί η πρώτη οικοδομική άδεια, ή, πάντως, όφειλαν να γνωρίζουν.
10. Επειδή, κατόπιν τούτων, η κρινομένη έφεση πρέπει να απορριφθεί.
Δια ταύτα
Απορρίπτει την κρινομένη έφεση.
Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.
Επιβάλλει εις βάρος των εκκαλούντων την δικαστική δαπάνη του Δήμου Κηφισιάς, η οποία ανέρχεται στο ποσό των 460 €.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 13-03-2007.