Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
Αριθμός 1167/2011
Το Συμβούλιο της Επικρατείας
Τμήμα Ε
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 18-20-2009, με την εξής σύνθεση: Κ. Μενουδάκος, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Ε' Τμήματος, Ν. Ρόζος, Ιωάννης Μαντζουράνης, Σύμβουλοι, Θ. Αραβάνης, Χρήστος Λιάκουρας, Πάρεδροι.
Γραμματέας η Ευαγγελία Κουμεντέρη, Γραμματέας του Ε' Τμήματος.
Για να δικάσει την από 22-11-2004 έφεση: της Εταιρείας με την επωνυμία __________ (__________), που εδρεύει στην πόλη __________ (__________) του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν, η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Ανδρέα Κούνδουρο (Αριθμός Μητρώου 12636), που τον διόρισε με πληρεξούσιο,
κατά της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ανατολικής Αττικής, η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Φ. Χατζηφώτη (Αριθμός Μητρώου 12571), που τον διόρισε με πληρεξούσιο, και κατά της υπ' αριθμόν 792/2004 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Συμβούλου Ν. Ρόζου.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο της εκκαλούσας εταιρείας, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους εφέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η έφεση και τον πληρεξούσιο της εφεσίβλητης Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ανατολικής Αττικής, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε κατά το Νόμο
1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης εφέσεως έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (ειδικά έντυπα γραμμάτια 1517455 και 2117260 σειράς Α').
2. Επειδή, με την 1/29-01-2002 έκθεση αυτοψίας υπαλλήλων του Πολεοδομικού Γραφείου Μαρκοπούλου της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ανατολικής Αττικής χαρακτηρίσθηκαν αυθαίρετες και κατεδαφιστέες επεμβάσεις, σε ακίνητο, φερόμενο ως ιδιοκτησία της εταιρείας __________ και ευρισκόμενο στη χιλιομετρική θέση 38,500 της Λεωφόρου Βουλιαγμένης - Σουνίου (περιοχή Καλυβίων), και συγκεκριμένα α) αλλαγή χρήσεως υπογείου σε ισόγειο χώρο κυρίας χρήσεως και β) επεμβάσεις και προσθήκες σε παλαιό υπάρχον κτήριο κατοικίας και επιβλήθηκαν σχετικά πρόστιμα ανεγέρσεως και διατηρήσεως. Κατά της ανωτέρω εκθέσεως η προαναφερόμενη εταιρεία υπέβαλε ένσταση, η οποία απορρίφθηκε με την 13/20-03-2002 απόφαση της Επιτροπής της παραγράφου 4 του άρθρου 4 του προεδρικού διατάγματος 267/1998 (ΦΕΚ 195/Α/1998) που εδρεύει στο προαναφερόμενο Πολεοδομικό Γραφείο. Κατά της ανωτέρω αποφάσεως η εν λόγω εταιρεία άσκησε αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, που έγινε εν μέρει δεκτή με την 792/2004 απόφασή του με την οποία ακυρώθηκε η προσβληθείσα απόφαση κατά το μέρος αυτής που αφορούσε την επιβολή των προστίμων, την απέρριψε δε κατά τα λοιπά. Με την κρινόμενη έφεση η αυτή εταιρεία ζητεί εμπροθέσμως την εξαφάνιση της δικαστικής αυτής αποφάσεως κατά το μέρος της με το οποίο απορρίφθηκε η αίτηση ακυρώσεως.
3. Επειδή, το προεδρικό διάταγμα 267/1998 Διαδικασία χαρακτηρισμού και κατεδάφισης νέων αυθαιρέτων κατασκευών, τρόπος εκτίμησης της αξίας και καθορισμός του ύψους των προστίμων αυτών, (ΦΕΚ 195/Α/1998) έχει εκδοθεί κατ' επίκληση των μνημονευόμενων στο στοιχείο 1 του προοιμίου του εξουσιοδοτικών διατάξεων την παράγραφο 6 και 7 του άρθρου 17 και 8 και 9 του άρθρου 18 του νόμου 1337/1983 (ΦΕΚ 33/Α/1983). Ως αρμόδιος δε Υπουργός ορίζεται στις μεν εξουσιοδοτικές διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 17 και της παραγράφου 9 του άρθρου 18 ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, στις δε διατάξεις των παραγράφων 8 του άρθρου 18 και 6 του άρθρου 17 που αναφέρονται, πλην άλλων, στον τρόπο καθορισμού της αξίας των αυθαιρέτων κατασκευών και τον βάσει της αξίας αυτής υπολογισμό των επιβαλλομένων προστίμων και τρόπο εισπράξεώς τους, από κοινού οι Υπουργοί Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων Νομίμως, συνεπώς, το προεδρικό διάταγμα 267/1998, περιέχον την ύλη που ερείδεται σε όλες ανωτέρω εξουσιοδοτικές διατάξεις, έχει προταθεί προς έκδοση από αμφότερους τους εν λόγω Υπουργούς (ΣτΕ 2600/2005, παράβαλε ΣτΕ 1907/2001). Νομίμως, επομένως, απορρίφθηκε με την εκκαλούμενη ο λόγος ακυρώσεως ότι αναρμοδίως προτάθηκε προς έκδοση το ανωτέρω προεδρικό διάταγμα και από τον Υπουργό Οικονομικών και ο περί του αντιθέτου προβαλλόμενος λόγος εφέσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.
4. Επειδή, με τη εκκαλούμενη απόφαση έγινε δεκτό ότι σύμφωνα με την 1107147/1239/006171/04-10-1996 κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ 922/Β/1996), με το άρθρο 4 της οποίας ανατέθηκε στον Υφυπουργό Οικονομικών Νικόλαο Χριστοδουλάκη η αρμοδιότητα, πλην άλλων, και επί θεμάτων υπαγομένων στο Διοικητικό Τομέα του Θησαυροφυλακίου και Προϋπολογισμού και στη Γενική Διεύθυνση Διοικήσεως και Δημοσιονομικών Ελέγχων, αρμοδίως ο ανωτέρω Υφυπουργός πρότεινε προς έκδοση το προαναφερόμενο προεδρικό διάταγμα 267/1998, με το οποίο, όπως αναφέρεται στην προηγούμενη σκέψη, επιτρέπεται να ρυθμισθούν τα θέματα καθορισμού και εισπράξεως των επιβαλλομένων προστίμων. Η κρίση αυτή είναι νόμιμη, ο δε λόγος εφέσεως, με τον οποίο προβάλλεται ότι ο καθορισμός του τρόπου εκτιμήσεως της αξίας και του ύψους των προστίμων για τις αυθαίρετες κατασκευές ανήκει στις αρμοδιότητες της Διευθύνσεως Ελέγχου Οικονομικού Εγκλήματος, για τα θέματα της οποία αρμόδιος ήταν κατά τον κρίσιμο χρόνο ο Υφυπουργός Γ. ..., πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
5. Επειδή, στην παράγραφο 1 του άρθρου 22 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού (νόμος 1577/1985, (ΦΕΚ 210/Α/1985) ορίζεται ότι:
{1. Για την εκτέλεση οποιασδήποτε εργασίας δόμησης εντός ή εκτός οικισμού απαιτείται οικοδομική άδεια της αρμόδιας πολεοδομικής υπηρεσίας ...}
Εξάλλου, στην παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου προβλέπονται τα εξής:
{Κάθε κατασκευή που εκτελείται α) χωρίς την άδεια της παραγράφου 1 ή β) καθ' υπέρβαση της άδειας ή γ) με βάση άδεια που ανακλήθηκε ή δ) κατά παράβαση των σχετικών διατάξεων είναι αυθαίρετη και υπάγεται στις σχετικές για τα αυθαίρετα διατάξεις του νόμου 1337/1983 όπως ισχύουν. Σε περίπτωση αυθαίρετης, κατά το προηγούμενο εδάφιο, κατασκευής, η οποία δεν παραβιάζει τις διατάξεις που ισχύουν κατά το χρόνο του ελέγχου της από την πολεοδομική υπηρεσία, ειδοποιούνται εγγράφως οι υπόχρεοι για την καταβολή του προστίμου που αναφέρεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 17 του νόμου 1337/1983, όπως συμπληρώθηκε με την παράγραφο 10 του άρθρου 8 του νόμου 1512/1985, να μεριμνήσουν ώστε να υποβληθούν τα απαραίτητα στοιχεία και δικαιολογητικά σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις και να εκδοθεί ή αναθεωρηθεί τυχόν υφιστάμενη οικοδομική άδεια, μέσα σε δύο μήνες από τη λήψη της ειδοποίησης. Αν η προθεσμία αυτή παρέλθει άπρακτη η κατασκευή υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου 17 του νόμου 1337/1983, όπως ισχύει. Αν η άδεια εκδοθεί ή αναθεωρηθεί μέσα στην παραπάνω προθεσμία, επιβάλλονται μόνο τα πρόστιμα που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 17 του νόμου 1337/1983, όπως ισχύει ...}
Η ως άνω διάταξη τροποποιήθηκε με την εφαρμοστέα εν προκειμένω, ενόψει του κρισίμου χρόνου εκδόσεως της ανωτέρω εκθέσεως αυτοψίας και της επί της σχετικής ενστάσεως εκδοθείσης αποφάσεως της Επιτροπής, κατά της οποίας ασκήθηκε η αίτηση ακυρώσεως, διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 19 του νόμου 2831/2000 (ΦΕΚ 140/Α/2000) με την οποία ορίσθηκαν τα εξής:
{3. Τα δεύτερο, τρίτο, τέταρτο και πέμπτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 22 αντικαθίστανται ως εξής:
{Αυθαίρετη κατά το προηγούμενο εδάφιο κατασκευή, η οποία όμως δεν παραβιάζει τις ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις ή αυτές που ίσχυαν κατά το χρόνο κατασκευής της είναι δυνατόν να νομιμοποιηθεί ύστερα από έκδοση ή αναθεώρηση οικοδομικής αδείας. Μετά την έκδοση ή αναθεώρηση της παραπάνω οικοδομικής αδείας η κατασκευή παύει να είναι κατεδαφιστέα και επιβάλλονται μόνο τα πρόστιμα που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 17 του νόμου 1337/1983, όπως ισχύει. Το πρόστιμο διατήρησης επιβάλλεται για το διάστημα από τότε που κατά την κρίση της αρμόδιας πολεοδομικής υπηρεσίας άρχισε η ανέγερση της κατασκευής έως την έκδοση της οικοδομικής αδείας. Δεν επιβάλλονται τα παραπάνω πρόστιμα σε περίπτωση αναθεώρησης οικοδομικής αδείας, που βρίσκεται σε ισχύ, εφόσον τηρείται το περίγραμμα της οικοδομής, ο συντελεστής δόμησης και ο συντελεστής όγκου. Στην περίπτωση αυτήν η αναθεώρηση πρέπει να εκδοθεί εντός 4 μηνών από τη σχετική έγγραφη ειδοποίηση της αρμόδιας πολεοδομικής υπηρεσίας ή από την υποβολή των σχετικών δικαιολογητικών από τον υπόχρεο.}}
Τέλος, με τις διατάξεις του άρθρου 1 του ανωτέρω προεδρικού διατάγματος 267/1998 ορίζεται ότι:
{1. Η διαπίστωση και ο χαρακτηρισμός αυθαιρέτου με εξαίρεση τις περιπτώσεις του άρθρου 5 του παρόντος, γίνεται ύστερα από αυτοψία υπαλλήλου της κατά τρόπο αρμόδιας πολεοδομικής υπηρεσίας, που συντάσσει επί τόπου σχετική έκθεση. Η έκθεση αυτή αφορά το αυθαίρετο και μόνο και όχι τον εκάστοτε ιδιοκτήτη, νομέα, κάτοχο ή κατασκευαστή του ... . 2. Στην έκθεση αναφέρεται η θέση του αυθαιρέτου με οδοιπορικό σκαρίφημα, όπου απαιτείται, συνοπτική περιγραφή με σκαρίφημα, οι διαστάσεις του καθώς και οι πολεοδομικές διατάξεις που παραβιάσθηκαν. Η ίδια έκθεση περιλαμβάνει υπολογισμό της αξίας του αυθαιρέτου και επιβολή των προστίμων της παραγράφου 2 του άρθρου 17 του νόμου 1337/1983, όπως ισχύει.
Περιλαμβάνεται επίσης σημείωση ότι κάθε ενδιαφερόμενος έχει δικαίωμα, μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία 30 ημερών από την ημερομηνία τοιχοκόλλησης της έκθεσης να υποβάλλει ένσταση ή αίτηση και δήλωση ότι αποδέχεται ανεπιφύλακτα την έκθεση και τις τυχόν διορθώσεις που θα επιφέρει η υπηρεσία στον υπολογισμό του ύψους των προστίμων κατά τις διατάξεις της παραγράφου 6)α του άρθρου 23 του νόμου 2300/1990 στην κατά τόπο αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία. Αναφέρεται επίσης η ημερομηνία αυτοψίας και η ειδοποίηση ότι αν περάσει άπρακτη η προθεσμία, το αυθαίρετο θα κατεδαφισθεί, τα δε επιβληθέντα πρόστιμα θα καταστούν οριστικά και θα βεβαιωθούν στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία φορολογίας εισοδήματος των υπόχρεων, κατά την έννοια του άρθρου 17 παράγραφος 4 του νόμου 1337/1983 όπως ισχύει. 3. Η πιο πάνω έκθεση που υπογράφεται από τον υπάλληλο που διενεργεί την αυτοψία, τοιχοκολλείται την ίδια μέρα στο αυθαίρετο. Για την τοιχοκόλληση συντάσσεται πράξη κάτω από το πρωτότυπο της έκθεσης, σημειώνεται η ημερομηνία και υπογράφεται από τον υπάλληλο που έκανε την αυτοψία και από παριστάμενο τυχόν αστυνομικό όργανο ή δεύτερο υπάλληλο της πολεοδομικής υπηρεσίας. Αντίγραφο της έκθεσης αποστέλλεται με αποδεικτικό αμέσως στον οικείο δήμο ή κοινότητα και την αρμόδια Αστυνομική Αρχή. Η Αστυνομική Αρχή διακόπτει αμέσως χωρίς άλλη ειδοποίηση τις οικοδομικές εργασίες και παρακολουθεί την τήρηση της διακοπής. Ο Δήμος ή κοινότητα υποχρεώνεται να τοιχοκολλήσει την ίδια ημέρα την έκθεση στο δημοτικό ή κοινοτικό κατάστημα και να τη διατηρήσει για 30 ημέρες. Η μη τοιχοκόλληση από το δήμο ή την κοινότητα της έκθεσης, δεν εμποδίζει τη πρόοδο της περαιτέρω διαδικασίας. Ο δήμος ή η κοινότητα υποχρεώνεται επίσης να ερευνήσει και να ενημερώσει εντός των 30 ημερών την πολεοδομική υπηρεσία για την ορθότητα των στοιχείων των αναφερομένων στην έκθεση αυτοψίας υπόχρεων}
και με τις διατάξεις του άρθρου 4 του ιδίου προεδρικού διατάγματος ότι:
{1. Κατά της έκθεσης αυτοψίας μπορεί να κάνει ένσταση κάθε ενδιαφερόμενος ... 4. Η ένσταση εξετάζεται από τετραμελή επιτροπή ... Η επιτροπή μπορεί να αναβάλει μόνο μια φορά τη λήψη της απόφασης, ανακοινώνει δε κατά τη συζήτηση αυτή τη νέα ημερομηνία συζήτησης ... Η επιτροπή, αφού εξετάσει τις απόψεις του ενδιαφερομένου, αποφαίνεται οριστικά επί της ένστασης, με αιτιολογημένη απόφαση, η οποία αναγράφεται πάνω στην ένσταση και υπογράφεται από τα μέλη ... Η απόφαση της επιτροπής είναι οριστική. Αν απορριφθεί η ένσταση το αυθαίρετο κατεδαφίζεται μέσα σε 10 ημέρες από την έκδοση της απόφασης είτε από τον κύριο ή τους συγκυρίους του αυθαιρέτου είτε από την αρμόδια πολεοδομική αρχή, τα δε πρόστιμα όπως τελικά οριστικοποιήθηκαν από την επιτροπή, βεβαιώνονται στην αρμόδια οικονομική υπηρεσία εισπράττονται ως δημόσιο έσοδο και αποδίδονται εξ ολοκλήρου στο Ειδικό Ταμείο Εφαρμογής Ρυθμιστικών και Πολεοδομικών Σχεδίων. 5. ...}
6. Επειδή, όπως προκύπτει από τη διατύπωση της ανωτέρω διατάξεως της παραγράφου 3 του άρθρου 22 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 19 παράγραφος 3 του νόμου 2831/2000, και την αντιπαραβολή της με την προϊσχύουσα ρύθμιση, κατά την έννοια της εν λόγω ήδη ισχύουσας διατάξεως της παραγράφου 3 του άρθρου 22 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού και των ανωτέρω διατάξεων του προεδρικού διατάγματος 267/1998, ερμηνευόμενων σε συνδυασμό με την διάταξη αυτή του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού, για τον χαρακτηρισμό κατασκευής ως αυθαίρετης και κατεδαφιστέας και την επιβολή των κατά νόμο προστίμων με έκθεση αυτοψίας εκδιδομένη κατά τις διατάξεις αυτές αρκεί η διαπίστωση ότι η κατασκευή εκτελέστηκε χωρίς να έχει προηγουμένως εκδοθεί οικοδομική άδεια ή καθ' υπέρβαση εκδοθείσας άδειας ή με βάση άδεια που ανακλήθηκε ή ακυρώθηκε με δικαστική απόφαση (ΣτΕ Ολομέλεια 3500/2009, 3105/1990), χωρίς να απαιτείται και η διαπίστωση ότι πρόκειται για κατασκευή, με την οποία παραβιάζονται πολεοδομικές διατάξεις. Ειδικότερα, στην περίπτωση κατά την οποία συντρέχει μία από τις ανωτέρω προϋποθέσεις αλλά δεν παραβιάζονται οι ισχύοντες όροι δομήσεως ή περιορισμοί χρήσεως ούτε άλλη ουσιαστική πολεοδομική διάταξη, δεν απαιτείται κατά την ήδη ισχύουσα ρύθμιση, ως τύπος απαιτούμενος για την έκδοση της εκθέσεως αυτοψίας, να ειδοποιείται ο ενδιαφερόμενος να μεριμνήσει για την έκδοση της οικείας οικοδομικής αδείας ή την αναθεώρηση τυχόν υφισταμένης αδείας. Δεν αποκλείεται πάντως, στην περίπτωση αυτή να υποβληθεί, με πρωτοβουλία του ενδιαφερόμενου, αίτηση για την έκδοση ή αναθεώρηση της οικοδομικής αδείας, με σκοπό την νομιμοποίηση της κατασκευής, τόσο πριν την έκδοση εκθέσεως αυτοψίας όσο και μετά την έκδοσή της, εντός του δεκαημέρου που προβλέπεται για την άσκηση ενστάσεως κατά της εκθέσεως αυτοψίας, οπότε η εκτέλεση της εκθέσεως κατά το μέρος που αφορά την κατεδάφιση αναστέλλεται κατά το διάστημα που κατά νόμον απαιτείται για την έκδοση ή αναθεώρηση της αδείας. εφόσον δε εκδοθεί ή αναθεωρηθεί η σχετική άδεια, η έκθεση αυτοψίας δεν δύναται πλέον να εκτελεσθεί κατά το μέρος αυτό. Κατ' εξαίρεση, έγγραφη ειδοποίηση του ενδιαφερομένου ως προϋπόθεση εκδόσεως εκθέσεως αυτοψίας απαιτείται μόνο για κατασκευές, για τη νομιμοποίηση των οποίων απαιτείται αναθεώρηση ισχύουσας οικοδομικής άδειας, εφ' όσον έχουν τηρηθεί βάσει της άδειας αυτής τα προβλεπόμενα περιγράμματα και συντελεστές δομήσεως και όγκου (contra ΣτΕ 764/2005, 880/2008).
7. Επειδή εν προκειμένω, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, με την οίκοθεν 1116/29-11-2002 απόφαση του προϊσταμένου του Πολεοδομικού Γραφείου Μαρκοπούλου ανακλήθηκαν οι υπέρ της εκκαλούσας εκδοθείσες από την πολεοδομική υπηρεσία 268/1999 και 1008/1999 οικοδομικές άδειες οι οποίες αφορούσαν επισκευές του αναφερόμενου στη σκέψη 2 παλαιού κτηρίου κατοικίας και που είχε ανεγερθεί δυνάμει της 4789/1962 οικοδομικής άδειας του ανωτέρω Πολεοδομικού Γραφείου. Η ανάκληση εχώρησε με την αιτιολογία ότι, όπως αναγράφεται στην ανωτέρω απόφαση, από τη σύγκριση των εμπεριεχομένων στους φακέλους των υπ' αριθμών 268/1999 και 1008/1999 οικοδομικών αδειών σχεδίων και λοιπών στοιχείων (στέλεχος οικοδομικής άδειας 4789/1962, τεχνική έκθεση, φωτογραφίες, αρχιτεκτονικά σχέδια) με τα στοιχεία της υπ' αριθμόν 4789/1962 οικοδομικής άδειας (στέλεχος οικοδομικής άδειας, σχέδια) προκύπτει ότι η προϋφιστάμενη οικοδομή δυνάμει της 4789/1962 άδειας ήταν μονώροφη μεθ' υπογείου ενώ τα στοιχεία που υποβλήθηκαν για την έκδοση των 268/1999 και 1008/1999 οικοδομικών αδειών την εμφανίζουν ως διώροφη με υπόγειο και κατά συνέπεια οι οικοδομικές εργασίες που αφορούν αποκλειστικά εργασίες επισκευών εξεδόθησαν στηριζόμενες σε ανακριβή υποβληθέντα στοιχεία. Κατόπιν αυτού, με την αναφερόμενη στην αυτή σκέψη 2 1/29-01-2002 έκθεση αυτοψίας διαπιστώθηκαν τα εξής:
{1. Υπόγειο: αλλαγή χρήσεως από υπόγειο χώρο σε ισόγειο χώρο κυρίας χρήσεως 2. Ισόγειο: επεμβάσεις σε παλαιό νόμιμο κτίσμα κατοικίας μετά την έκδοση των υπ' αριθμών 268/1999 και 1008/1999 οικοδομικών αδειών οι οποίες μεταγενέστερα ανεκλήθησαν 3) προσθήκες ημιυπαίθριων χώρων (αυθαίρετες) τμημάτων στο ισόγειο καθώς και σοφίτας κατά παράβαση του νόμου 1337/1983. Επίσης διάφορες κατασκευές στον περιβάλλοντα χώρο όπως αποθήκες, πισίνα, υδατοδεξαμενές, φυλάκια όπως και κατασκευές στον αιγιαλό και παραλία όπου έχει επιληφθεί η Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου. ΣΤΑΔΙΟ ΕΡΓΑΣΙΩΝ. Η κατοικία τελειωμένη, ο περιβάλλων χώρος ημιτελής, φυλάκια, υδατοδεξαμενή, πισίνα, αποθήκες τελειωμένα. Ύστερα από τα παραπάνω η οικοδομή αυτή πρέπει να κατεδαφιστεί, εκτός αν ο ιδιοκτήτης ή κάθε ενδιαφερόμενος υποβάλει σχετική ένσταση κατ' αυτής ...}
Κατά της ανωτέρω εκθέσεως αυτοψίας η εκκαλούσα υπέβαλε ένσταση, ισχυριζόμενη, μεταξύ άλλων, ότι με τις επιβληθείσες εργασίες δεν παραβιάζονται ουσιαστικές πολεοδομικές διατάξεις και ότι η εν λόγω έκθεση συντάχθηκε μη νομίμως εφ' όσον δεν προηγήθηκε η χορήγηση προθεσμίας 4 μηνών για την έκδοση οικοδομικής άδειας. Η ένσταση αυτή απορρίφθηκε με την απόφαση της Επιτροπής της παραγράφου 4 του άρθρου 4 του προεδρικού διατάγματος 267/1998 με αιτιολογία ότι οι 268/1999 και 1008/ 1999 οικοδομικές άδειες έχουν ανακληθεί ως στηριζόμενες σε ανακριβή στοιχεία και δεν προσκομίστηκαν νεώτερα.
8. Επειδή, υπό τα ανωτέρω δεδομένα η εν λόγω έκθεση αυτοψίας νομίμως εκδόθηκε χωρίς να διαπιστωθεί ότι οι επίμαχες κατασκευές παραβιάζουν τις οικείες πολεοδομικές διατάξεις και χωρίς να ειδοποιηθεί η εκκαλούσα να μεριμνήσει για τη νομιμοποίηση των κατασκευών αυτών με την έκδοση οικοδομικής αδείας εφ' όσον αρκεί, κατά τα αναφερόμενα στη σκέψη 6, η γενόμενη με αυτήν διαπίστωση ότι οι επίδικες κατασκευές εκτελέστηκαν βάσει αδειών που ανακλήθηκαν δεδομένου ότι δεν προκύπτει ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής της ανωτέρω διατάξεως, κατά την οποία προβλέπεται, κατ' εξαίρεση, να ειδοποιείται ο ενδιαφερόμενος να μεριμνήσει για την αναθεώρηση οικοδομικής αδείας, δηλαδή ότι υφίσταται σε ισχύ σχετική άδεια, δυναμένη να αναθεωρηθεί, και ότι με τις επίμαχες κατασκευές δεν παραβιάζεται το κατά την άδεια αυτή περίγραμμα και οι προβλεπόμενοι συντελεστές δομήσεως και όγκου. Νομίμως, συνεπώς, απορρίφθηκε ο περί του αντιθέτου λόγος ακυρώσεως με την εκκαλούμενη απόφαση και, κατ' ακολουθίαν, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος για τον αυτό λόγο ο προβαλλόμενος κατ' αυτής, με το αυτό περιεχόμενο, λόγος εφέσεως.
9. Επειδή, με την κρινόμενη έφεση προβάλλεται ότι εσφαλμένως με την εκκαλούμενη απόφαση κρίθηκε ότι η ανωτέρω έκθεση είναι νόμιμη χωρίς να περιγράφει σαφώς τις κατασκευές που χαρακτηρίστηκαν με αυτήν αυθαίρετες και τις παραβιαζόμενες με αυτές πολεοδομικές διατάξεις.
10. Επειδή, εφ' όσον, κατά τα αναφερόμενα στη σκέψη 6, οιαδήποτε κατασκευή έχει εκτελεσθεί χωρίς οικοδομική άδεια ή με βάση οικοδομική άδεια που ανακλήθηκε είναι αυθαίρετη, αρκεί η διαπίστωση της ελλείψεως αδείας για την έκδοση σχετικής εκθέσεως αυτοψίας. Εξάλλου, οι επίμαχες κατασκευές όχι μόνο απαριθμούνται στην ανωτέρω έκθεση αλλά και αποτυπώνονται στα τέσσερα σχεδιαγράμματα που την συνοδεύουν, το δε εμβαδόν κάθε μιας από αυτές αναγράφεται στον πίνακα υπολογισμού των προστίμων που επίσης συνοδεύει την έκθεση αυτή. Υπό τα δεδομένα αυτά, η σχετική κρίση της εκκαλουμένης αποφάσεως είναι νόμιμη και, συνεπώς, ο ανωτέρω λόγος εφέσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
11. Επειδή, με το μεν άρθρο 5 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού ορίζεται ότι:
{1. Δεν επιτρέπεται να μεταβάλλονται η σύμφωνα με την οικοδομική άδεια χρήση κτηρίου ή μέρους αυτού ... χωρίς προηγούμενη σχετική άδεια της αρμόδιας πολεοδομικής υπηρεσίας, εφόσον η μεταβολή αυτή θίγει τις ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις... . 2. Η παράβαση της προηγούμενης παραγράφου συνεπάγεται την εφαρμογή των διατάξεων για τις αυθαίρετες κατασκευές. 3 ...}
με την δε παράγραφο 4 του άρθρου 22 αυτού ότι:
{Κάθε αλλαγή της χρήσης κτηρίου ή τμήματος του κατά παράβαση του άρθρου 5 είναι αυθαίρετη. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται κατ' αναλογία οι διατάξεις του άρθρου 17 του νόμου 1337/1983, όπως ισχύει, μόνο ως προς την επιβολή του προστίμου. Αν για την αλλαγή της χρήσης έχουν εκτελεστεί δομικές κατασκευές εκτός από την επιβολή προστίμου διατάσσεται και η κατεδάφισή τους.}
Εξ άλλου, με το άρθρο 59 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1955 (βασιλικό διάταγμα της 09-08-1955 (ΦΕΚ 266/Α/1955)) υπό την ισχύ του οποίου είχε εκδοθεί η ανωτέρω αναφερομένη αρχική υπ' αριθμόν 4789/1962 οικοδομική άδεια, οριζόταν ότι:
{Απαγορεύεται η κατασκευή χώρων υπογείων ως δωματίων κυρίας χρήσεως (πλην μαγειρείων) εφόσον η αυλή εξ ης ο απαραίτητος φωτισμός και αερισμός των δωματίων αυτών υπέρκειται κατά την πλευρά, εφ' ης τα ανοίγματα φωτισμού και αερισμού πλέον των 0,60 m του δαπέδου των δωματίων τούτων ...}
και με το άρθρο 12 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1973 (νομοθετικό διάταγμα 8/1973 (ΦΕΚ 124/Α/1973)) ορίσθηκε ότι:
{3. Χώροι κυρίας χρήσεως των κτιρίων καλούνται οι προοριζόμενοι εκ κατασκευής δια πολύωρον σε αυτούς παραμονή ανθρώπων προς διημέρευση, συναναστροφή, εργασίαν, ανάπαυση, και ύπνον ... 4. Χώροι βοηθητικής χρήσεως των κτιρίων καλούνται οι μη προοριζόμενοι εκ κατασκευής δια πολύωρον σε αυτούς παραμονή ανθρώπων ...}
Τέλος, με το άρθρο 2 της αποφάσεως του Αναπληρωτή Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων 3046/304/1989 Κτιριοδομικός Κανονισμός (ΦΕΚ 59/Δ/1989) ορίζεται ότι:
{Χώροι κύριας χρήσης των κτιρίων είναι όσοι προορίζονται για την παραμονή, σε κανονικές συνθήκες λειτουργίας, ατόμων (έστω και ενός) επί δύο τουλάχιστον ώρες το εικοσιτετράωρο. Οι υπόλοιποι χώροι των κτιρίων είναι βοηθητικής χρήσης ...}
Σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές που ίσχυσαν διαδοχικώς από το έτος 1955, χώροι υπόγειοι κατ' αρχήν δεν αποτελούν χώρους κυρίας χρήσεως. Εξ άλλου, σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις του άρθρου 22 του ισχύοντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού, η μεταβολή της κατά την σχετική οικοδομική άδεια, χρήσεως ενός χώρου, εάν γίνει χωρίς προηγούμενη άδεια, συνεπάγεται την εφαρμογή των περί αυθαιρέτων κατασκευών διατάξεων με την επιβολή των σχετικών προστίμων, αν δε για την μεταβολή αυτή εκτελέστηκαν και δομικές κατασκευές, διατάσσεται και η κατεδάφισή τους.
12. Επειδή, με την 13/20-03-2002 απόφαση της Επιτροπής της παραγράφου 4 του άρθρου 4 του προεδρικού διατάγματος 267/1998 που εδρεύει στο Πολεοδομικό Γραφείο Μαρκοπούλου απορρίφθηκε η ένσταση της εκκαλούσα κατά της 1/29-01-2002 εκθέσεως αυτοψίας, η οποία είχε διαπιστώσει, πλην άλλων: αλλαγή χρήσεως από υπόγειο σε χώρο κυρίας χρήσεως με τη σκέψη ότι η αλλαγή αυτή έγινε χωρίς άδεια. Η κρίση αυτή της Διοικήσεως είναι νόμιμη σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, και, συνεπώς, ορθώς απορρίφθηκε, αν και με εν μέρει διαφορετική αιτιολογία, ο περί του αντιθέτου λόγος ακυρώσεως με την εκκαλούμενη απόφαση. Επομένως, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος ο προβαλλόμενος κατ' αυτής, με το αυτό περιεχόμενο, λόγος εφέσεως.
13. Επειδή συνεπώς, πρέπει να γίνει δεκτή η έφεση ως προς το παραδεκτό αυτής, να απορριφθούν οι λόγοι εφέσεως που κρίθηκαν απορριπτέοι σύμφωνα με τις ανωτέρω σκέψεις 3 και 4 και να παραπεμφθεί η υπόθεση στο Τμήμα υπό επταμελή σύνθεση ως προς τους λοιπούς λόγους οι οποίοι συνάπτονται με την ερμηνεία των παρατιθέμενων στη σκέψη 5 διατάξεων, εν όψει της σπουδαιότητας του θέματος και της αντίθετης προς την άποψη που γίνεται δεκτή με την ανωτέρω σκέψη νομολογίας (άρθρο 14 παράγραφος 5 του προεδρικού διατάγματος 18/1989 (ΦΕΚ 8/Α/1989)).
Δια ταύτα
Δέχεται την έφεση ως προς το παραδεκτό αυτής.
Απορρίπτει τους λόγους εφέσεως, στους οποίους αναφέρονται οι σκέψεις 3 και 4 του αιτιολογικού.
Παραπέμπει την υπόθεση κατά τα λοιπά στο Τμήμα υπό επταμελή σύνθεση, απέχον να αποφανθεί οριστικώς.
Διορίζει εισηγητή ενώπιον αυτού τον Σύμβουλο Ν. Ρόζο και δικάσιμο την 08-06-2011.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 13-04-2010
Ο Πρόεδρος του Ε' Τμήματος
Κ. Μενουδάκος
Η Γραμματέας του Ε' Τμήματος
Ευαγγελία Κουμεντέρη
και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στις 19-04-2011.
Ο Πρόεδρος του Ε' Τμήματος
Κ. Μενουδάκος
Κ. Καρυστινός
Ο Γραμματέας του Ε' Τμήματος