Απόφαση Συμβουλίου της Επικρατείας 3105/90

ΣτΕ 3105/1990


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Αριθμός 3105/1990

 

Το Συμβούλιο της Επικρατείας

 

Τμήμα Δ'

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 05-06-1990, με την εξής σύνθεση: Κ. Γ. Χαλαζωνίτης, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος και των αρχαιοτέρων του Συμβούλων, που είχαν κώλυμα, Μ. Βροντάκης, Ν. Ντούβας, Σύμβουλοι, Ν. Ρόζος, Δ. Αλεξανδρής, Πάρεδροι. Γραμματέας Ο Β. Μαντζουράνης.

 

Για να δικάσει την από 18-02-1988 αίτηση:

 

των: 1) __________, 2) __________, κατοίκων Ιωαννίνων, __________, οι οποίες παρέστησαν με τον δικηγόρο Βύρωνα Μουτάφη (Αριθμός Μητρώου 524), που τον διόρισαν με πληρεξούσιο.

 

κατά του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, ο οποίος παρέστη με τον Γ. Γαβαλά, Πάρεδρο της Διοικήσεως, και κατά των παρεμβαινόντων:

 

1) __________, κατοίκου Ιωαννίνων, __________, ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Θ. Σπάχο (Αριθμός Μητρώου 3871), που τον διόρισε στο ακροατήριο 2) α) __________, κατοίκου Ιωαννίνων, __________, η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Αθανάσιο Λιούμα (Αριθμός Μητρώου 1196), που τον διόρισε με πληρεξούσιο και β) __________, ο οποίος παρέστη με τους δικηγόρους Α. Λιούμα και Θ. Σπάχο, που τους διόρισε με πληρεξούσιο και στο ακροατήριο αντίστοιχα.

 

Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθεί η άρνηση του ως άνω Υπουργού να προβεί στην ανάκληση της υπ' αριθμόν 5987/1987 αποφάσεως του Νομάρχη Ιωαννίνων.

 

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Συμβούλου Μ. Βροντάκη.

 

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο των αιτούντων, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, τους πληρεξουσίους των παρεμβαινόντων και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, που ζήτησαν την απόρριψή της.

 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη και

 

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

 

Σκέφθηκε κατά το Νόμο

 

1. Επειδή για την άσκηση της κρινόμενης αιτήσεως ακυρώσεως έχουν καταβληθεί τα νόμιμα τέλη και το παράβολο (5575409 και 5575410/1988 διπλότυπα εισπράξεως του Ταμείου Δικαστικών Εισπράξεων Αθηνών, 412314 και 1116500/1988 γραμμάτια παραβόλου).

 

2. Επειδή με την αίτηση αυτή ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση, όπως εξ αυτών προκύπτει α) της αποφάσεως 5987/1987 του Νομάρχη Ιωαννίνων, δια της οποίας αποφασίσθηκε η οριστική διατήρηση οικοδομής, ανεγερθείσης βάσει της χορηγηθείσης στον __________ υπ' αριθμόν 497/1981 οικοδομικής αδείας του Τμήματος Πολεοδομίας και Πολεοδομικών Εφαρμογών της Νομαρχίας Ιωαννίνων, υστέρως ακυρωθείσης δια της αποφάσεως 1993/1984 του Συμβουλίου της Επικρατείας, σε ακίνητο επί των οδών Κουντουριώτου και Σκουφά στα Ιωάννινα. Στο ακίνητο αυτό έχουν συσταθεί βάσει του άρθρου 1 του νομοθετικού διατάγματος 1024/1971 δύο διηρημένες ιδιοκτησίες, που, κατά τα στοιχεία του φακέλου, ανήκουν αντιστοίχως στις αιτούσες αφ' ενός και στους __________, __________ και __________ αφ' ετέρου, και β) της δια του εγγράφου 13846/1316/1988 του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων γνωστοποιηθείσης σιωπηρής απορρίψεως προσφυγής των αιτουσών βάσει του άρθρου 8 του νόμου 3200/1955 κατά της ανωτέρω νομαρχιακής αποφάσεως.

 

3. Επειδή στη δίκη παρεμβαίνουν παραδεκτώς δι' ιδίων δικογράφων, προς διατήρηση της ισχύος των προσβαλλόμενων πράξεων, αφ' ενός ο προδιαληφθείς __________ και αφ' ετέρου η __________ και __________, οι οποίοι φέρονται ως έχοντες οριζοντίους ιδιοκτησίας στην επίδικη οικοδομή.

 

4. Επειδή, κατά το άρθρο 1 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 176/1981 περί μεταβιβάσεως αρμοδιοτήτων πολεοδομικών εφαρμογών εις τον Δήμο Ιωαννίνων (ΦΕΚ 50/Α/1981):

 

{1. Μεταβιβάζεται εις τον Δήμο Ιωαννίνων η άσκησις εντός της περιφέρειας του ανωτέρω Δήμου, πασών των επί των κατωτέρω αντικειμένων αρμοδιοτήτων της κατά το άρθρο 126 παράγραφος 1 του νομοθετικού διατάγματος 8/1973 περί Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού, Πολεοδομικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος:

 

α) Εκδόσεως οικοδομικών αδειών κατά το άρθρο 118 παράγραφος 1 του νομοθετικού διατάγματος 8/1973.

β) Εφαρμογής της κατά τα άρθρα 119, 120 και τις παραγράφους 1, 2 και 3 του άρθρου 121 του αυτού νομοθετικού διατάγματος 8/1973 διαδικασίας χαρακτηρισμού αυθαιρέτου και επιβολής των κατά τα αυτά άρθρα συνεπειών,

γ) Εφαρμογής του άρθρου 124 του αυτού νομοθετικού διατάγματος 8/1973 (κατεδάφισις αυθαιρέτου κ.λ.π.), και

δ) Επιβολής των κατά την περίπτωσιν β' της παραγράφου 1 του άρθρου 60 του νόμου 947/1979 περί οικιστικών περιοχών διοικητικών ποινών προστίμου.

 

2. ...

 

5. Οι κατά τις περιπτώσεις β, γ, και δ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου αρμοδιότητας, δύνανται να ασκηθούν παραλλήλως και υπό της κατά τις οικείες διατάξεις αρμοδίας Πολεοδομικής Υπηρεσίας, εάν η κατά τα ανωτέρω δημοτική υπηρεσία παραλείψει την άσκηση αυτών... Η παράλειψις της δημοτικής υπηρεσίας τεκμαίρεται αμαχήτως όταν η πολεοδομική υπηρεσία εξέδωσε την σχετική πράξη προ της Δημοτικής Υπηρεσίας...}

 

Εξάλλου, η ανωτέρω προσβαλλόμενη νομαρχιακή απόφαση εξεδόθη κατ' ενάσκηση αρμοδιότητος προβλεπομένης υπό των διατάξεων των άρθρων 15 παράγραφος 1 και 16 παράγραφος 1 του νόμου 1337/1983, όπως τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν με το άρθρο 8 του νόμου 1512/1985, που είναι μεταγενέστερες της προπαρατεθείσης διατάξεως του άρθρου 1 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 176/1981. Συνεπώς η κατά την τελευταία αυτή διάταξη μεταβίβαση αρμοδιοτήτων της πολεοδομικής υπηρεσίας στο Δήμο Ιωαννιτών, δεν συμπεριλαμβάνει οπωσδήποτε και την υπό των μνησθεισών μεταγενεστέρων αυτής διατάξεων προβλεπομένη και ενασκηθείσα εν προκειμένω αρμοδιότητα, και ο προβάλλων τ' αντίθετα λόγος ακυρώσεως περί αναρμοδιότητας του εκδόντος την προσβαλλόμενη πράξη Νομάρχου Ιωαννίνων είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.

 

4. Επειδή, κατά το άρθρο 15 του νόμου 1337/1983 (ΦΕΚ 33/Α/1983), του οποίου η παράγραφος 1 τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το άρθρο 8 παράγραφοι 6 και 7 του νόμου 1512/1985 (ΦΕΚ 4/Α/1985):

 

{1. Αναστέλλεται η κατεδάφιση των αυθαιρέτων κτισμάτων που έχουν ανεγερθεί μέχρι 31-01-1983 και που βρίσκονται σε περιοχές εντός ή εκτός σχεδίου πόλης ή εντός οικισμών που υπάρχουν πριν από το έτος 1923, αν οι ιδιοκτήτες τους υποβάλλουν τις δηλώσεις που προβλέπονται από τις παραγράφους 4 και 5 του άρθρου αυτού... Για τις εντός σχεδίου ή εντός οικισμού προ του 1923 η αναστολή ισχύει μέχρις ότου καθορισθεί η οριστική ρύθμιση κάθε συγκεκριμένου αυθαιρέτου κατά την παράγραφο 6 του άρθρου 16 του νόμου αυτού... Επίσης αναστέλλεται η κατεδάφιση κτισμάτων που ανεγείρονται με άδεια που εκδόθηκε μετά από έλεγχο της αρμόδιας πολεοδομικής αρχής και που μεταγενέστερα ανακαλείται για οποιοδήποτε λόγο, εκτός αν η ανάκληση οφείλεται σε υποβληθέντα αναληθή στοιχεία ή σε ανακριβείς αποτυπώσεις της υπάρχουσας πραγματικής κατάστασης. Η αναστολή από την κατεδάφιση ισχύει μέχρις ότου κριθεί η οριστική διατήρηση ή όχι του κτίσματος που γίνεται με απόφαση του Νομάρχη, με σύμφωνη γνώμη του Συμβουλίου Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος του νομού το οποίο λαμβάνει υπόψη του και τις περιπτώσεις α, β και γ της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του νόμου αυτού. Για τα αυθαίρετα αυτά έχουν εφαρμογή μόνο οι παράγραφοι 2 και 3 του παρόντος άρθρου 15.

 

2. ...}

 

Κατά δε το άρθρο 16 του νόμου τούτου, όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το άρθρο 8 παράγραφοι 8 και 9 του νόμου 1512/1985:

 

{1. Τα εκτός σχεδίων πόλεων ή οικισμών προ του 1923 αυθαίρετα κτίσματα της παραγράφου 1 του άρθρου 15 που εντάσσονται σε πολεοδομικό σχέδιο και βρίσκονται σε δομήσιμους χώρους μπορεί να εξαιρούνται οριστικά της κατεδάφισης, έστω και αν αντιβαίνουν στους όρους και περιορισμούς δομήσεως της περιοχής εφ' όσον ταυτόχρονα: α) δεν παραβλάπτουν την πόλη ή τον οικισμό ή στοιχείο αυτών που έχει ιδιάζουσα σημασία, με σημαντική υπέρβαση του συντελεστή δόμησης και των ακαλύπτων χώρων ή με αύξηση του ύψους. β) δεν παραβλάπτουν το άμεσο ή πλατύτερο περιβάλλον γενικά ή με την ειδική χρήση που έχουν και γ) δεν είναι επικίνδυνα από στατική άποψη. 2. ...

 

5. Ειδικά τα αυθαίρετα κτίσματα ή κατασκευές που βρίσκονται εντός εγκεκριμένων ρυμοτομικών σχεδίων ή εντός ορίων οικισμών πριν από το 1923, που έχουν ανεγερθεί μέχρι τις 31-01-1983 και δεν έχουν δηλωθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του παρόντος νόμου, εάν δεν αντιβαίνουν στους όρους και περιορισμούς δόμησης της περιοχής που βρίσκονται, μπορεί να εξαιρούνται από την υποχρεωτική κατεδάφιση, επιφυλασσομένων των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 15...

 

7. Οι παράγραφοι 1, 2 και 3 του άρθρου αυτού εφαρμόζονται ανάλογα και για τα αυθαίρετα κτίσματα της παραγράφου 1 του άρθρου 15 που βρίσκονται σε εγκεκριμένα σχέδια πόλεων ή μέσα στα όρια οικισμών προ του 1923.}

 

5. Επειδή υπό της προπαρατεθείσης διατάξεως του άρθρου 15 παράγραφος 1 του νόμου 1337/1983, που τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το άρθρο 8 παράγραφοι 6 και 7 του νόμου 1512/1985, προβλέπεται η αναστολή από την κατεδάφιση αυθαιρέτων κτισμάτων, ανεγερθέντων μέχρι της 31-01-1983 (που δεν εμπίπτουν στις εξαιρέσεις της παραγράφου 2), υπό την προϋπόθεση της εμπροθέσμου - εντός της τασσομένης προς τούτο αποκλειστικής προθεσμίας - υποβολής των προβλεπομένων υπό των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου τούτου αρχικής και συμπληρωματικής δηλώσεων. Πληρούμενης δε της προϋποθέσεως αυτής, η αναστολή της κατεδαφίσεως αυθαιρέτου κτίσματος ισχύει μέχρις ότου κριθεί, κατά την διαγραφόμενη διοικητική διαδικασία, η οριστική διατήρηση ή μη τούτου, κατά τα οριζόμενα από το άρθρο 16 του νόμου αυτού.

 

Ειδικότερα, όμως, προκειμένου περί κτίσματος ανεγερθέντος βάσει οικοδομικής αδείας εκδοθείσης μετά από έλεγχο της αρμοδίας πολεοδομικής αρχής, η οποία ανεκλήθη μεταγενεστέρως για οποιοδήποτε λόγο εκτός του αναγομένου σε υποβολή ανακριβών στοιχείων ή ανακριβή αποτύπωση της υπαρχούσης πραγματικής καταστάσεως, προβλέπεται υπό της διατάξεως του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 15 του νόμου 1337/1983, που προστέθηκε δια του άρθρου 8 παράγραφος 7 του νόμου 1512/1985, αναστολή κατεδαφίσεως του κτίσματος τούτου, ασχέτως χρόνου ανεγέρσεως αυτού και χωρίς την προϋπόθεση της υποβολής των προβλεπομένων υπό των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 15 δηλώσεων. Η αναστολή αυτή ισχύει μέχρις ότου κριθεί, κατά την διαγραφόμενη διοικητική διαδικασία, η οριστική διατήρηση του κτίσματος ή μη. Λόγω δε της ταυτότητος του νομοθετικού λόγου, η τελευταία αυτή ρύθμιση καταλαμβάνει, πέραν της περιπτώσεως της ανακλήσεως υπό της Διοικήσεως της οικοδομικής αδείας, και την περίπτωση της ακυρώσεως αυτής δι' αποφάσεως του Συμβουλίου της Επικρατείας.

 

Εξ άλλου, η δια της ανωτέρω διατάξεως θέσπιση αρμοδιότητος της Διοικήσεως να κρίνει περί της οριστικής διατηρήσεως ή μη κτίσματος, ανεγερθέντος βάσει οικοδομικής αδείας δικαστικώς ακυρωθείσης, μετ' εκτίμηση περί της συνδρομής των τασσομένων υπό του άρθρου 16 παράγραφος 1 του νόμου 1337/1983 προϋποθέσεων, δεν αντιβαίνει στην υπό του άρθρου 95 παράγραφος 5 του Συντάγματος επιβαλλόμενη στη Διοίκηση υποχρέωση προς συμμόρφωση στις ακυρωτικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, δοθέντος ότι δια της διατάξεως αυτής του ρηθέντος νόμου, δεν προβλέπεται ευχέρεια της Διοικήσεως προς επαναχορήγηση της δικαστικώς κριθείσης ως παρανόμου και ακυρωθείσης οικοδομικής αδείας, αλλά διοικητική αρμοδιότης, ασκουμένη μετ' εκτίμηση προϋποθέσεων διαφόρων εκείνων εν όψει των οποίων εκρίθη δικαστικώς η νομιμότης της, ακυρωθείσης, οικοδομικής αδείας, προς κρίση περί της οριστικής διατηρήσεως ή μη του βάσει της ακυρωθείσης οικοδομικής αδείας ανεγερθέντος κτίσματος. Συνεπώς, οι προβάλλοντες τ' αντίθετα λόγοι ακυρώσεως είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι.

 

6. Επειδή, συντρέχουσας περιπτώσεως εξαιρέσεως από της κατεδαφίσεως και κρίσεως περί της οριστικής διατηρήσεως ή μη κτίσματος ανεγερθέντος βάσει οικοδομικής αδείας δικαστικώς ακυρωθείσης, που καταλαμβάνεται υπό της μνησθείσης διατάξεως του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 15 του νόμου 1337/1983, που προστέθηκε δια του άρθρου 8 παράγραφος 7 του νόμου 1512/1985, δεν τυγχάνει εφαρμοστέα η, αντιμετωπίζουσα άλλη περίπτωση, διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 16 του νόμου 1337/1983 το οποίο τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το άρθρο 8 παράγραφοι 8 και 9 του νόμου 1512/1985, και συνεπώς ο επί αντιθέτου εκδοχής ερειδόμενος λόγος ακυρώσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.

 

7. Επειδή οι δια του υποβληθέντος υπομνήματος προβαλλόμενοι λόγοι ακυρώσεως είναι απορριπτέοι ως απαράδεκτοι.

 

8. Επειδή, συνεπώς, πρέπει ν' απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση και να γίνουν δεκτές οι ασκηθείσες παρεμβάσεις.

 

Δια ταύτα

 

Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση.

 

Δέχεται τις ασκηθείσες παρεμβάσεις.

 

Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου, και

 

Επιβάλλει στις αιτούσες να καταβάλουν στο Δημόσιο 14.000 δραχμές, στον παρεμβαίνοντα __________ 19.600 δραχμές και στους παρεμβαίνοντες __________ ισομερώς 19.600 δραχμές, για τη δικαστική δαπάνη.

 

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 02-07-1990 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 13-09-1990.

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.