Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
Αριθμός 2777/1989
Το Συμβούλιο της Επικρατείας
Επειδή, με την υπό κρίση αίτηση, που εισάγεται λόγω σπουδαιότητος με πράξη του Προέδρου του Δ' Τμήματος στην επταμελή σύνθεση του τμήματος αυτού, ζητείται η ακύρωση της υπ' αριθμόν 608/1987 οικοδομικής άδειας του Γραφείου Πολεοδομίας Αργυρουπόλεως της Νομαρχίας Πειραιώς, με την οποία επετράπη στην Εθνική Κτηματική Τράπεζα της Ελλάδος η ανέγερση κέντρου επαγγελματικής καταρτίσεως των υπαλλήλων της στην Γλυφάδα Αττικής, έναντι και παραπλεύρως των διαμερισμάτων των αιτούντων. Η αίτηση ασκείται εμπροθέσμως, εφόσον δεν προκύπτει κοινοποίηση της προσβαλλόμενης πράξεως ή γνώση του περιεχομένου της από τους αιτούντες σε χρόνο απέχοντα περισσότερο από 60 ημέρες από την κατάθεση της αιτήσεως.
Επειδή στη δίκη παρεμβαίνει προς διατήρηση της ισχύος της προσβαλλόμενης πράξεως η Εθνική Κτηματική Τράπεζα Ελλάδος.
Επειδή η υπό κρίση αίτηση υπογράφεται από δικηγόρο ως πληρεξούσιο των αιτούντων. Κατά τη συζήτηση όμως της υποθέσεως οι αιτούντες Μ.Μ., Α.Χ., Α.Σ., Ε.Σ., και Γ.Μ. δεν παρέστησαν δια πληρεξουσίου δικηγόρου ούτε εμφανίσθηκαν να δηλώσουν ότι εγκρίνουν την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως, ενώ εξάλλου δεν προσκόμισαν συμβολαιογραφικό έγγραφο παροχής πληρεξουσιότητας προς τον υπογράφοντα δικηγόρο. Πρέπει, λοιπόν, να απορριφθεί ως προς τους αιτούντες αυτούς η υπό κρίση αίτηση, η οποία ασκείται παραδεκτώς ως προς τους λοιπούς αιτούντες.
Επειδή οι αιτούντες, δια δηλώσεως του πληρεξουσίου δικηγόρου τους επ' ακροατηρίου, παραιτήθηκαν των λόγων ακυρώσεως που αναφέρονται στην αρμοδιότητα του πολεοδομικού γραφείου που έχει εκδώσει την οικοδομική άδεια και των προσώπων στα οποία έχει ανατεθεί η επίβλεψη της εκτελέσεως των σχετικών οικοδομικών εργασιών.
Επειδή στο άρθρο μόνο του από [ΒΔ] 06-03-1962 βασιλικού διατάγματος περί τροποποιήσεως του από [ΠΔ] 27-07-1930 προεδρικού διατάγματος κ.λ.π. (ΦΕΚ 31/Δ/1962) ορίζεται ότι:
{απαγορεύουμε την χρησιμοποίηση των επί της παραλιακής λεωφόρου από του Νέου Φαλήρου μέχρι της Βουλιαγμένης ανεγερθησομένων οικοδομών δια πάντα άλλον σκοπόν πλην κατοικιών, ξενοδοχείων, διδακτηρίων εν γένει, κέντρων αναψυχής και πρατηρίων υγρών καυσίμων.}
Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, στα διδακτήρια εν γένει εμπίπτει, λόγω της ευρείας διατυπώσεως του όρου, και το Κέντρο Εκπαιδεύσεως των υπαλλήλων της παρεμβαινούσης το οποίο ανεγείρεται βάσει της προσβαλλόμενης οικοδομικής άδειας επί της παραλιακής Λεωφόρου από του Νέου Φαλήρου μέχρι Βουλιαγμένης (Γλυφάδα). Επομένως, νομίμως επετράπη η ανέγερση του ανωτέρου Κέντρου Εκπαιδεύσεως επί της παραλιακής αυτής λεωφόρου και ο περί του αντιθέτου λόγος ακυρώσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.
Επειδή, κατά την έννοια του άρθρου 24 παράγραφοι 1 και 2 του Συντάγματος, ο κοινός νομοθέτης δύναται κατ' αρχήν να τροποποιεί τις ισχύουσες πολεοδομικές διαρρυθμίσεις και να μεταβάλλει τους υφιστάμενους όρους δομήσεως των σχεδίων πόλεων, πλην πρέπει η εισαγόμενη ρύθμιση να βελτιώνει τις συνθήκες διαβιώσεως των κατοίκων. Σε καμιά περίπτωση δεν επιτρέπεται να επέρχεται με τις νέες πολεοδομικές ρυθμίσεις επιδείνωση των όρων διαβιώσεως, δηλαδή υποβάθμιση του υπάρχοντος φυσικού ή οικιστικού περιβάλλοντος. Η τήρηση της συνταγματικής αυτής επιταγής υπόκειται στον οριακό έλεγχο του ακυρωτικού δικαστή, ο οποίος οφείλει, βάσει των διδαγμάτων της κοινής πείρας, να σταθμίσει σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση κατά πόσον υποβαθμίζεται το περιβάλλον (βλέπε ΣτΕ 1159/1989 Ολομέλεια, 10/1988 Ολομέλεια, 1642/1989).
Επειδή το άρθρο 8 παράγραφος 1 του νόμου 1577/1985 με τον τίτλο Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός (ΦΕΚ 210/Α/1985), όπως ίσχυε κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξεως προ της τροποποιήσεως του δια του άρθρου 1 παράγραφος 3 του νόμου 1772/1988 (ΦΕΚ 91/Α/1988), καταλαμβάνουν μετά την δια του νόμου αυτού γενομένη κατάργηση των προϊσχυόντων οικοδομικών συστημάτων και οικόπεδα για τα οποία προηγουμένως ίσχυε το πανταχόθεν ελεύθερο σύστημα δομήσεως, ορίζει τα εξής:
{Μέγιστο επιτρεπόμενο ποσοστό κάλυψης του οικοπέδου ορίζεται το 70% της επιφανείας του. Γενικές και ειδικές διατάξεις που καθορίζουν, άμεσα ή έμμεσα, μικρότερα ή μεγαλύτερα ποσοστά κάλυψης, κατά τον κανόνα ή κατά παρέκκλιση, παύουν να ισχύουν από την ισχύ του νόμου αυτού. Τα ήδη εγκεκριμένα διαγράμματα κάλυψης εξακολουθούν να ισχύουν. Εφεξής, κατά την έγκριση, επέκταση ή αναθεώρηση ρυμοτομικών σχεδίων μπορεί να ορίζεται ποσοστό κάλυψης μικρότερο από 70% και να καθορίζονται διαγράμματα κάλυψης.}
Εξ άλλου, το άρθρο 34 του προϊσχύσαντος νομοθετικού διατάγματος 8/1973 περί Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού (ΦΕΚ 124/Α/1973), που διέπει οικόπεδα για τα οποία ίσχυε το πανταχόθεν ελεύθερο σύστημα δομήσεως, ορίζει τα ακόλουθα:
{1. Η μεγίστη καλυπτόμενη υπό του κτιρίου επιφάνεια παντός εν γένει οικοπέδου ισούται το πολύ προς τα 0,40 της όλης επιφανείας αυτού.
2. ...
3. Ειδικές διατάξεις που καθορίζουν εις οιονδήποτε περιοχήν του πανταχόθεν ελευθέρου συστήματος ποσοστά καλύψεως μικρότερα των δια του παρόντος καθοριζομένων εξακολουθούν ισχύοντα.}
Περαιτέρω, με το άρθρο 2 του από [ΠΔ] 30-07-1925 προεδρικού διατάγματος περί εγκρίσεως σχεδίου επεκτάσεως συνοικισμού Ευρυάλης (ΦΕΚ 203/Α/1925) ορίζεται το πανταχόθεν ελεύθερο σύστημα δομήσεως για την περιοχή όπου ανεγείρεται η ανωτέρω οικοδομή της παρεμβαινούσης, και με το άρθρο 3 του ιδίου Διατάγματος ως μέγιστο ποσοστό καλύψεως ορίζεται το 1/3 του όλου οικοπέδου. Με τα δεδομένα αυτά και εν όψει των εκτεθέντων στην προηγούμενη σκέψη, ο δια του τελευταίου Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού (άρθρο 8 παράγραφος 1 του νόμου 1577/1985) γενόμενος καθορισμός του ποσοστού καλύψεως των οικοπέδων σε 70%, που καταλαμβάνει και οικόπεδα διεπόμενα προηγουμένως από το πανταχόθεν ελεύθερο σύστημα δομήσεως και για τα οποία ίσχυε, κατά τον προγενέστερο Γενικό Οικοδομικό Κανονισμό (άρθρο 34 του νομοθετικού διατάγματος 8/1973), ποσοστό καλύψεως 40% ενδεχομένως δε και μικρότερο τούτου. βάσει ειδικών διατάξεων (όπως στην προκειμένη περίπτωση κατά τα εκτεθέντα) που διατηρήθηκαν παρ' αυτού σε ισχύ, συνιστά καταφανώς, για τα οικόπεδα αυτά, υποβάθμιση του υπάρχοντος φυσικού και οικιστικού περιβάλλοντος και επάγεται ως προς αυτά επιδείνωση των όρων διαβιώσεως, που αντιβαίνει στο άρθρο 24 παράγραφοι 1 και 2 του Συντάγματος (παράβαλε ΣτΕ 10/1988 Ολομέλεια 1642/1989). Ως εκ τούτου, η διάταξη αυτή του άρθρου 8 παράγραφος 1 του νόμου 1577/1985 (Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός) κατά το μέρος που καταλαμβάνει οικόπεδα διεπόμενα προηγουμένως από το πανταχόθεν ελεύθερο σύστημα δομήσεως και καθορίζει γι' αυτά ποσοστό καλύψεως μεγαλύτερο του οριζομένου από τις ως άνω προϊσχύουσες διατάξεις, είναι αντισυνταγματική και ανίσχυρη.
Επειδή στην προκειμένη περίπτωση με την προσβαλλόμενη οικοδομική άδεια επετράπη στην παρεμβαίνουσα η ανέγερση πενταώροφης οικοδομής (προοριζομένης ως Κέντρον Εκπαιδεύσεως των υπαλλήλων της) στην Γλυφάδα Αττικής, όπου ίσχυε κατά τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη το πανταχόθεν ελεύθερο σύστημα δομήσεως με μέγιστο ποσοστό καλύψεως το 1/3 του όλου οικοπέδου. Το προβλεπόμενο δε να πραγματοποιηθεί με την οικοδομική αυτή άδεια ποσοστό καλύψεως ανέρχεται σε 54% όπως προκύπτει από τα συνοδεύοντα αυτήν στοιχεία και βεβαιώνεται με το υπ' αριθμόν 769632/522/1989 έγγραφο του Πολεοδομικού Γραφείου Αργυρουπόλεως προς το Δικαστήριο αυτό. Η παρεμβαίνουσα ισχυρίζεται, με το από 09-05-1989 υπόμνημά της, ότι η πραγματική και ουσιαστική για τη συγκεκριμένη περίπτωση κάλυψη είναι μικρότερη διότι το ισόγειο, το οποίο υπολογίσθηκε στην κάλυψη και κατά το τμήμα που εξέχει των τυπικών ορόφων, βρίσκεται προς την πλευρά της οδού Μυρτούς, όπου οι κατοικίες των αιτούντων, σε χαμηλότερη στάθμη, από τη στάθμη της οδού αυτής. Ο ισχυρισμός όμως αυτός είναι απορριπτέος διότι δεν στηρίζεται στο νόμο. Ενόψει των ανωτέρω, η προσβαλλόμενη οικοδομική άδεια δεν δύναται, ως προς το επιτρεπόμενο από αυτήν ποσοστό καλύψεως του οικοπέδου, να βρει νόμιμο έρεισμα στην αντισυνταγματική κατά τούτο και ανίσχυρη, κατά τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, διάταξη του άρθρου 8 παράγραφος 1 του νόμου 1577/1985 και επομένως είναι ακυρωτέα ως μη νόμιμη, κατά τον βάσιμο σχετικό λόγο ακυρώσεως. Κατόπιν δε αυτού, είναι περιττή ως αλυσιτελής η έρευνα των λοιπών λόγων ακυρώσεως.
Επειδή, εξ άλλου, μετά την έκδοση της προσβαλλόμενης οικοδομικής άδειας και την άσκηση κατ' αυτής της κρινομένης αιτήσεως ακυρώσεως, δημοσιεύθηκε ο νόμος 1772/1988 (ΦΕΚ 9/Α/1988), με τον οποίο - μεταξύ άλλων - τροποποιήθηκε (άρθρο 1 παράγραφος 3) το άρθρο 8 παράγραφος 1 του νόμου 1577/1985 (Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός) και ορίσθηκε στο άρθρο 3 παράγραφος 2 αυτού ότι:
{οικοδομικές άδειες, που εκδόθηκαν μέχρι την 18-01-1988 σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 8 παράγραφος 1, 9 παράγραφος 3 και 14 του νόμου 1577/1985, εκτελούνται όπως εκδόθηκαν ή αναθεωρούνται μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.}
Η τελευταία όμως αυτή διάταξη, που ισχύει από τη δημοσίευση του νόμου 1772/1988 (17-05-1988) σύμφωνα με το άρθρο 8 αυτού, δεν είναι εφαρμοστέα επί οικοδομικών αδειών που έχουν εκδοθεί και προσβληθεί με αίτηση ακυρώσεως πριν από τη δημοσίευση του νόμου τούτου, όπως στην προκειμένη περίπτωση, και των οποίων η νομιμότητα κρίνεται βάσει του νομικού καθεστώτος που ισχύει κατά το χρόνο εκδόσεώς τους, άλλως είναι αντισυνταγματική, ως αντιβαίνουσα στην αρχή της διακρίσεως των εξουσιών και στις συνταγματικές διατάξεις που κατοχυρώνουν το ένδικο μέσο της αιτήσεως ακυρώσεως (άρθρα 26 και 95 του Συντάγματος). Συνεπώς, η διάταξη αυτή δεν δύναται να εφαρμοσθεί εν προκειμένω (ΣτΕ 769/1989, 1642/1989).
Επειδή, κατά ταύτα, πρέπει να γίνει δεκτή εν μέρει η υπό κρίση αίτηση και ν' απορριφθεί κατά τα λοιπά, αντίστοιχα δε ν' απορριφθεί εν μέρει και να γίνει δεκτή κατά τα λοιπά η ασκηθείσα παρέμβαση.
Δια ταύτα
Δέχεται την υπό κρίση αίτηση.
Ακυρώνει την υπ' αριθμόν 608/1987 οικοδομική άδεια.