1602/02

ΑΠ 1602/2002


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Αριθμός 1602/2002

 

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Δ' Πολιτικό Τμήμα

 

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Σουλτανιά, Αντιπρόεδρο, Παύλο Μεϊδάνη, Αθανάσιο Κρητικό, Νικόλαο Κασσαβέτη και Ανάργυρο Πλατή, Αρεοπαγίτες.

 

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 1 Νοεμβρίου 2002, με την παρουσία και της Γραμματέως Μάρθας Ψαραύτη, για να δικάσει μεταξύ:

 

Των αναιρεσειόντων:

 

1. Γ. Τ. του Κ., κατοίκου Χολαργού Αττικής, ως διαχειριστή - εκπροσώπου της ένωσης των συνιδιοκτητών της πολυκατοικίας, που βρίσκεται στο Χολαργό Αττικής, επί της οδού Χ. αριθμός 24,

2. Χ. Τ. του Γ.,

3. Χ. σύζυγος Χ. Τ., το γένος Γ. και Διαμαντίνας Μπενετάτου,

4. Α. σύζυγος Γ. Τ., το γένος Κ. και Νικολέττας Βασιλοπούλου,

5. Β. Α. του Δ. και

6. Α. σύζυγος Β. Α., το γένος Δ. και Αμαλίας Κοντογιαννοπούλου, κατοίκων όλων Χολαργού Αττικής.

 

Όλοι παραστάθηκαν με τους πληρεξουσίους δικηγόρους τους Δ. Μαυρουδή και Γ. Πεπόνη, πλην της τρίτης αναιρεσείουσας, η οποία εκπροσωπήθηκε από τους ίδιους ως άνω πληρεξούσιους δικηγόρους της.

 

Των αναιρεσιβλήτων:

 

1. Δ. Α. του Κ., κατοίκου Χολαργού Αττικής,

2. ομόρρυθμης εταιρίας, με την επωνυμία Γ. ΓΙΑΚΟΥΜΑΚΗΣ - Ι. ΣΤΡΑΤΣΙΑΝΗΣ ΚΑΙ ΣΙΑ Ο.Ε. ΤΕΧΝΙΚΗ, που εδρεύει στην Αθήνα, ήδη λυθείσας και τελούσας σε εκκαθάριση, η οποία εκπροσωπείται νόμιμα από τον εκκαθαριστή της Γ. Γ. του Ι.,

3. Γ. Γ. του Ι., κατοίκου Πόρτο - Ράφτη Αττικής, ως ομόρρυθμου εταίρου και εκκαθαριστή της ως άνω υπό εκκαθάριση τελούσας ομόρρυθμης εταιρίας,

4. Κ. Γ. του Ι., κατοίκου Ηρακλείου Κρήτης, ως ομορρύθμου εταίρου της ως άνω υπό εκκαθάριση τελούσας ομόρρυθμης εταιρίας,

5. Ε. Γ. του Ι., κατοίκου Αθηνών, ως ομόρρυθμου εταίρου της ως άνω υπό εκκαθάριση τελούσας ομόρρυθμης εταιρίας,

6. Σ. χήρας Ι. Σ., το γένος Ε. και Μαρίας Πετράκη, κατοίκου Ιωαννίνων, με την ιδιότητά της ως μοναδικής κληρονόμου του Ι. Σ. του Χ. και της Αλεξάνδρας, ήδη αποβιώσαντος, ο οποίος εν ζωή ήταν ομόρρυθμος εταίρος και συν-εκκαθαριστής της ως άνω υπό εκκαθάριση τελούσας ομόρρυθμης εταιρίας,

7. Α. σύζυγος Χ. Μ., το γένος Δ. και Αθανασίας Α., κατοίκου Χολαργού Αττικής,

8. Ε. σύζυγος Γ. Γ., το γένος Π. και Π. Σπυρέα, κατοίκου Πόρτο - Ράφτη Αττικής,

9. Σ. Λ. του Ν., κατοίκου Ιωαννίνων και

10. Π. Γ. του Γ., κατοίκου Χολαργού Αττικής.

 

Εκ των ως άνω αναιρεσιβλήτων οι πρώτος και έβδομη εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Θεόδωρο Καραγιάννη, χωρίς να καταθέσει προτάσεις ενώ οι λοιποί εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Ι. Κωστόπουλο.

 

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 02-06-1998 αγωγή, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 1219/1999 του ίδιου Δικαστηρίου, με την οποία παραπέμφθηκε η εκδίκαση της υπόθεσης στο καθ' ύλην αρμόδιο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, το οποίο εξέδωσε την 4299/2000 οριστική απόφαση και στη συνέχεια εκδόθηκε η 4318/2001 οριστική απόφαση του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 06-09-2001 αίτησή τους.

 

Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Παύλος Μεϊδάνης ανάγνωσε την από 17-01-2002 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης. Ο πληρεξούσιος των αναιρεσειόντων ζήτησε την παραδοχή της αίτησης και οι πληρεξούσιοι των αναιρεσιβλήτων την απόρριψή της και καθένας την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

 

Σκέφτηκε σύμφωνα με το νόμο

 

Από τις διατάξεις των άρθρων 1002, 1117 του Αστικού Κώδικα, 1, 2 παράγραφος 1, 3 παράγραφος 1, 4 παράγραφος 1, 5 και 13 του νόμου 3741/1929 προκύπτει ότι επί ιδιοκτησίας κατ' ορόφους (οριζόντιας ιδιοκτησίας) δημιουργείται χωριστή κυριότητα επί ορόφου ή διαμερίσματος ορόφου και αναγκαστική συγκυριότητα που αποκτάται αυτοδικαίως, κατ' ανάλογη μερίδα, επί του εδάφους και επί των μερών της οικοδομής που χρησιμεύουν στην κοινή χρήση όλων των οροφοκτητών. Οι ως άνω βασικές αρχές του θεσμού της οριζόντιας ιδιοκτησίας προκύπτουν σαφώς από τις παραπάνω διατάξεις, οι οποίες όμως δεν προσδιορίζουν επαρκώς την έννοια του ορόφου και διαμερίσματος ορόφου. Από το πνεύμα εντούτοις, των διατάξεων για την οροφοκτησία και ιδίως από το σκοπό τους, που, όπως προκύπτει και από την εισηγητική έκθεση του νόμου 3741/1929, είναι η ευχερέστερη κάλυψη των στεγαστικών αναγκών των πολιτών και η καθ' ύψος επέκταση των πόλεων, καθώς και από τα ερμηνευτικά πορίσματα εκ της κοινής πείρας και από τις σχετικές διατάξεις της πολεοδομικής νομοθεσίας (άρθρο 11 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού των ετών 1929, 1955 και 1973) συνάγεται ότι όροφος ή διαμέρισμα ορόφου είναι το αναποχώριστο τμήμα της οικοδομής ή του ορόφου, μετά των συστατικών του και του εντός αυτού (κυβικού) χώρου, που περικλείεται τεχνικώς από κάτω, από τα πλάγια και από πάνω, με τοίχους ή άλλα οικοδομικά στοιχεία, ώστε να διαχωρίζεται σαφώς από τα λοιπά (διαιρετά ή αδιαίρετα) τμήματα της οικοδομής και να έχει αναχθεί σε συγκεκριμένο και ανεξάρτητο τμήμα αυτής, κατάλληλο προς χωριστή και αυτοτελή οικιστική εν γένει χρήση. Μόνο οι όροφοι και τα διαμερίσματα ορόφων, με την παραπάνω έννοια, καθώς και τα εξομοιούμενα από το νόμο με ορόφους υπόγεια και δωμάτια κάτω από την στέγη (άρθρα 1002 εδάφιο Β του Αστικού Κώδικα και 1 παράγραφος 2 του νόμου 3741/1929) μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο οριζόντιας ιδιοκτησίας. Επομένως δεν είναι δυνατό να συσταθεί διαιρεμένη ιδιοκτησία επί ανοικτού χώρου, εκτός αν προβλέπεται στην συστατική της οροφοκτησίας πράξη ή σε μεταγενέστερη συμφωνία όλων των οροφοκτητών που έχει μεταγραφεί νόμιμα, ότι ο χώρος αυτός πρόκειται να οικοδομηθεί, οπότε η σύσταση διαιρεμένης ιδιοκτησίας αναφέρεται στους μελλοντικούς ορόφους ή διαμερίσματα και τελεί υπό την αναβλητική αίρεση της κατασκευής τους (άρθρο 201 του Αστικού Κώδικα).

 

Εξάλλου, αν ληφθεί υπόψη ότι η θεσπιζόμενη με τα άρθρα 1002 του Αστικού Κώδικα και 1 του νόμου 3741/1929 αποκλειστική (χωριστή) κυριότητα επί ορόφου ή διαμερίσματος ορόφου αποτελεί την εξαίρεση του κανόνα superficies solo cedit που έχει περιληφθεί στο άρθρο 1001 εδάφιο Α' του Αστικού Κώδικα, οποιοδήποτε μέρος του όλου ακινήτου που δεν ορίστηκε ή δεν ορίστηκε έγκυρα, με το συστατικό της οροφοκτησίας τίτλο, ότι αποτελεί αντικείμενο της αποκλειστικής κυριότητας κάποιου συνιδιοκτήτη, υπάγεται αυτοδικαίως από το νόμο, κατ' εφαρμογή του ανωτέρω κανόνα, στα αντικείμενα της αναγκαστικής συγκυριότητας επί του εδάφους και θεωρείται γι' αυτό κοινόκτητο και κοινόχρηστο μέρος του ακινήτου. Περαιτέρω, τα άρθρα 22 παράγραφος 9 και 32 παράγραφος 4 του νομοθετικού διατάγματος 8/1973 περί Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού όπως αντικαταστάθηκαν από τις παραγράφους 22 και 33 του άρθρου 1 του νομοθετικού διατάγματος 205/1974, πρόβλεψαν για πρώτη φορά την κατασκευή της οικοδομής επί υποστηλωμάτων (pilotis) για τη δημιουργία στο ισόγειο ανοικτού στεγασμένου χώρου, που αφήνεται εξ ολοκλήρου κενός και χρησιμεύει για την στάθμευση αυτοκινήτων. Ο κενός αυτός χώρος του ισογείου, που ονομάσθηκε πιλοτή και αναφέρεται σε μεταγενέστερα νομοθετήματα ως pilotis (άρθρο 1 παράγραφος 5 περίπτωση γ του νόμου 960/1979, όπως αντικαταστάθηκε με το νόμο 1221/1981, άρθρα 7 παράγραφος 1 περίπτωση Α' και 9 παράγραφος 10 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1985), είναι εξ ορισμού ανοικτός και συνεπώς ισχύουν γι' αυτόν όσα αναφέρθηκαν παραπάνω, δηλαδή η συμφωνία των οροφοκτητών να συστήσουν, σε τμήματα της πιλοτής που θα παραμείνουν ανοικτά, αυτοτελείς (διαιρεμένες) ιδιοκτησίες θα είναι άκυρη, ως αντικείμενη στις αναγκαστικού δικαίου διατάξεις που καθορίζουν τις θεμελιακές αρχές του θεσμού της οριζόντιας ιδιοκτησίας (άρθρο 174 του Αστικού Κώδικα) και συνακόλουθα τα τμήματα αυτά είναι κοινόχρηστα και κοινόκτητα. Αν, όμως, προβλέπεται στην άνω συμφωνία ότι στα πιο πάνω τμήματα της πιλοτής θα κατασκευαστούν κλειστοί χώροι, δημιουργούνται έγκυρα διαιρεμένες ιδιοκτησίες στους περίκλειστους χώρους που θα κατασκευασθούν, παρά το γεγονός ότι η κατασκευή τους επάγεται τυχόν υπέρβαση του ορίου κάλυψης ή του συντελεστή δόμησης και είναι πάντως αντίθετη προς τις ανωτέρω διατάξεις του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1973 που ορίζουν ότι ο χώρος της πιλοτής αφήνεται εξ ολοκλήρου κενός - αφού η παραβίαση των διατάξεων αυτών συνεπάγεται μόνο διοικητικές κυρώσεις και δεν θίγει το κύρος της μεταξύ των οροφοκτητών συμφωνίας (Ολομέλεια Αρείου Πάγου [ΑΠ] 583/1983).

 

Η προεκτεθείσα έννοια των διατάξεων για την οροφοκτησία, δεν είναι αντίθετη, αλλά επιβεβαιώνεται ουσιαστικά από τις ειδικές ρυθμίσεις των νόμου 960/1979 και νόμου 1221/1981 για τις θέσεις σταθμεύσεως αυτοκινήτων. Πράγματι, οι διατάξεις του άρθρου 1 παράγραφος 5 εδάφια Α και β του νόμου 960/1979,όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 1 του νόμο 1221/1981, προβλέπουν ότι προκειμένου για θέσεις σταθμεύσεως αυτοκινήτων που βρίσκονται σε στεγασμένους χώρους κτιρίου, το οποίο έχει υπαχθεί στο σύστημα της διαιρεμένη ιδιοκτησίας, κάθε θέση σταθμεύσεως αποτελεί διαιρεμένη ιδιοκτησία, της οποίας επιτρέπεται η αυτοτελής μεταβίβαση και σε τρίτους που δεν έχουν σχέση με το κτίριο. Με τις διατάξεις αυτές, δηλαδή, αναγνωρίζεται χωριστή κυριότητα και επί των θέσεων σταθμεύσεως αυτοκινήτων που δεν είναι περίκλειστοι, αλλά απλώς στεγασμένοι κατ' εξαίρεση του κανόνα ότι αντικείμενο διαιρεμένης ιδιοκτησίας αποτελούν μόνον οι κλειστοί χώροι ορόφων ή διαμερισμάτων. Ειδικά όμως για την πιλοτή, το τελευταίο εδάφιο γ' της παραγράφου 5 του άνω άρθρου ορίζει ότι οι δημιουργούμενες στην πιλοτή θέσεις σταθμεύσεως δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο διαιρεμένης ιδιοκτησίας. Οι παραπάνω νεότερες ρυθμίσεις και ιδίως αυτές των εδαφίων α' και β' καθώς και εκείνη του εδαφίου γ' θα ήταν ασφαλώς περιττές, αν ήταν δυνατόν με βάση τις ισχύουσες μέχρι τότε διατάξεις, να συσταθεί οριζόντια ιδιοκτησία επί ορισμένων ανοικτών χωρών του κοινού ακινήτου για να χρησιμοποιηθούν ως θέσεις σταθμεύσεως αυτοκινήτων. Ενόψει αυτών γίνεται φανερό ότι ο χώρος της πιλοτής ή ανοικτά τμήματα του χώρου αυτού δεν ήταν δυνατόν ούτε πριν από τους νόμο 960/1979 και νόμο 1221/1981, να αποτελέσουν αντικείμενο διαιρεμένης ιδιοκτησίας και συνεπώς οι χώροι της πιλοτής ανήκαν και τότε στα κοινόκτητα και κοινόχρηστα μέρη της οικοδομής, ενώ οι περίκλειστοι χώροι της πιλοτής μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο διαιρεμένης ιδιοκτησίας (Ολομέλεια Αρείου Πάγου [ΑΠ] 23/2000). Έτσι αν όμως με τη συστατική πράξη της οροφοκτησίας προβλέπεται ότι τμήμα του ακάλυπτου χώρου του ισογείου της οικοδομής που αρχικά προορίζεται για θέσεις στάθμευσης αυτοκινήτων αποκλειστικά υπέρ του οικοπεδούχου ή του εργολάβου, πρόκειται να οικοδομηθεί και παρακρατούνται εξαρχής ποσοστά εξ αδιαιρέτου επί όλου οικοπέδου για μελλοντικές αυτοτελείς (διαιρεμένες) ιδιοκτησίες, οι οποίες στη συνέχεια κατασκευάζονται, η συμφωνία αυτή είναι έγκυρη και δεσμεύει τους επιγενόμενους αγοραστές ανεξαρτήτων αυτοτελών ιδιοκτησιών, που προσχωρούν στη συστατική πράξη της ίδιας οροφοκτησίας και γνωρίζουν ότι το τμήμα αυτό του ακαλύπτου χώρου του ισογείου έχει εξαιρεθεί εξαρχής από τους κοινόχρηστους και κοινόκτητους χώρους της οικοδομής.

 

Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Εφετείο δέχθηκε ανελέγκτως ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα περιστατικά: Οι ενάγοντες, και ήδη αναιρεσείοντες, είναι συνιδιοκτήτες ανεξαρτήτων αυτοτελών ιδιοκτησιών {διαμερισμάτων και (ή) αποθηκών}, ύστερα από νομότυπες μεταβιβάσεις, στην οικοδομή που έχει ανεγερθεί επί της οδού Χ. αριθμός 24 στο Χολαργό Αττικής, ενώ ο πρώτος από αυτούς είναι και ο νόμιμα εκλεγμένος διαχειριστής της εν λόγω πολυκατοικίας. Το οικόπεδο στο οποίο ανεγέρθηκε η ως άνω οικοδομή από τη δεύτερη εναγόμενη και ήδη αναιρεσίβλητη εργολήπτρια εταιρία, σύμφωνα με τους όρους του υπ' αριθμού 74/26-04-1973 προσυμφώνου μεταβίβασης ποσοστών εξ αδιαιρέτου οικοπέδου και εργολαβικού συμβολαίου του συμβολαιογράφου Χ. Σ. Σ. Μ., ανήκε στον πρώτο εναγόμενο και ήδη αναιρεσίβλητο. Η οικοδομή αυτή έχει υπαχθεί στις διατάξεις των άρθρων 1002 και 1117 του Αστικού Κώδικα και του νόμου 3741/1929 με την υπ' αριθμό 132/1973 πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας και κανονισμού πολυκατοικίας του ίδιου ως άνω συμβολαιογράφου, που έχει νόμιμα μεταγραφεί, στην οποία έχουν προσχωρήσει και την οποίαν έχουν αποδεχθεί στο σύνολό της όλοι οι εναγόμενοι με τα συμβόλαια που απέκτησαν τις αυτοτελείς διαιρεμένες ιδιοκτησίες τους.

 

Στο κεφάλαιο Β' με τον τίτλο Περιγραφή Ορόφων Πολυκατοικίας της ως άνω συστατικής πράξης οροφοκτησίας και στην περιγραφή του ισογείου της οικοδομής, για την οποία γίνεται λόγος, αναφέρεται ότι από τον ακάλυπτο χώρο αυτού η εργολήπτρια ομόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία Γ. ΓΙΑΚΟΥΜΑΚΗΣ - Ι. ΣΤΡΑΤΣΙΑΝΗΣ ΚΑΙ ΣΙΑ Ο.Ε. ΤΕΧΝΙΚΗ τμήμα επαρκές για την στάθμευση δύο αυτοκινήτων υποχρεούται να διαμορφώσει κατάλληλα προς τούτο, η αποκλειστική δε χρήση του χώρου τούτου θα ανήκει μόνο στον οικοπεδούχο ή τους καθολικούς ή ειδικούς διαδόχους του. Το τοιούτο δικαίωμα δημιουργίας χώρου για στάθμευση δύο επιβατικών αυτοκινήτων έχει και η εργολήπτρια εταιρία. Οι χώροι αυτοί θα καθοριστούν με κοινή συμφωνία οικοπεδούχου και εργολήπτριας εταιρίας. Η τελευταία δεν δικαιούται να μεταβιβάσει το τοιούτο δικαίωμα σε τρίτους καθ' οιονδήποτε τρόπο. Σε περίπτωση δε ανοικοδομήσεως του ισογείου, το δικαίωμα και του οικοπεδούχου και της εργολήπτριας εταιρίας απόλλυται, οι δε επιγενόμενοι αγοραστές οριζοντίων ιδιοκτησιών προσχωρούντες στην παρούσα πράξη αναγνωρίζουν το ως άνω δικαίωμα αποκλειστικής χρήσεως του ως άνω χώρου στον οικοπεδούχο και την εργολήπτρια εταιρία, υποχρεούνται δε να ανέχονται τις οικοδομικές εργασίες σε περίπτωση καλύψεως και του ισογείου χώρου, σύμφωνα με τα αναφερόμενα ομοίως και στο προμνημονευόμενο εργολαβικό συμβόλαιο (σελίδες 10 - 11 της συστατικής πράξης οροφοκτησίας).

 

Επιπλέον από το σύνολο των ποσοστών του οικοπέδου στο οποίο ανεγέρθηκε η οικοδομή για την οποία γίνεται λόγος, παρακρατήθηκαν από το χρόνο της συστατικής πράξης της οροφοκτησίας (11-08-1973) 100/1000 εξ αδιαιρέτου που αντιστοιχούσαν στις μελλοντικές οριζόντιες ιδιοκτησίες του ισογείου, οψέποτε ήθελε επιτραπεί η ανοικοδόμηση του ισογείου της οικοδομής και η δημιουργία και σε αυτό (ισόγειο) αυτοτελών διαιρεμένων και ανεξαρτήτων ιδιοκτησιών τις οποίες θα κατασκεύαζε η εργολήπτρια εταιρία. Στην περίπτωση δε που θα ανοικοδομούνταν αυτοτελείς διαιρεμένες ιδιοκτησίες στο ισόγειο το 20% θα περιερχόταν στον οικοπεδούχο και το 80% στην εργολήπτρια εταιρία (34η σελίδα της συστατικής πράξης και το άρθρο 22ο του εργολαβικού - προσυμφώνου κατανομής ποσοστών εξ αδιαιρέτου οικοπέδου). Με την υπ' αριθμό 927/04-07-1974 τροποποιητική πράξη συστάσεως οριζόντιας ιδιοκτησίας του συμβολαιογράφου Αθηνών Δ. Κ. Χ., που έχει νόμιμα μεταγραφεί, επαναλήφθηκε ο όρος ότι τα υπολειπόμενα 310/1000 εξ αδιαιρέτου του οικοπέδου, που δεν περιέρχονταν στον οικοπεδούχο και στην εργολήπτρια εταιρία, αντιστοιχούν στο δικαίωμα του υψούν και στη μελλοντική πιθανή κάλυψη του ισογείου κατά το μη κοινόχρηστο τμήμα του, όπως ορίζεται στο προμνημονευόμενο προσύμφωνο μεταβιβάσεως ποσοστών εξ αδιαιρέτου οικοπέδου και εργολαβικό συμβόλαιο.

 

Στην συνέχεια ανεγέρθηκαν στον ισόγειο όροφο της ως άνω πολυκατοικίας τρία (3) καταστήματα, όπως είχε συμφωνηθεί μεταξύ του οικοπεδούχου και της εργολήπτριας εταιρίας, και τα οποία νομιμοποιήθηκαν τελικά με τις υπ' αριθμούς 4193/1511/19-02-1985 και 2881/1167/21-01-1986 αποφάσεις της Νομαρχίας Αττικής, Διαμέρισμα Ανατολικής Αττικής, Διεύθυνση Πολεοδομίας (τμήμα Β). Με την υπ' αριθμό 9901/01-11-1990 τροποποιητική πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας του συμβολαιογράφου Α. Κ. Α. Γ., που έχει νόμιμα μεταγραφεί έγινε κατανομή των ως άνω τριών καταστημάτων μεταξύ του οικοπεδούχου που έλαβε το υπό στοιχείο Κ-1 κατάστημα και της υπό εκκαθάριση τότε τελούσας εργολήπτριας εταιρίας, που έλαβε τα υπό στοιχεία Κ2 και Κ3 καταστήματα, και υπήγαγαν τα προαναφερόμενα τρία καταστήματα στις διατάξεις της οριζόντιας ιδιοκτησίας ως αυτοτελείς ανεξάρτητες διαιρεμένες ιδιοκτησίες της ίδιας οικοδομής, όπου και οι λοιπές αυτοτελείς ανεξάρτητες διαιρεμένες ιδιοκτησίες των εναγόντων. Από τις κατασκευές αυτές που έγιναν με συμφωνία του οικοπεδούχου και της εργολήπτριας εταιρίας δεν παραβλάπτεται η χρήση των ιδιοκτησιών των εναγόντων, ούτε η απόλυτη χρήση του κοινόχρηστου χώρου του ακαλύπτου μέρους του ισογείου η έκταση του οποίου δεν μεταβάλλεται από τα προμνημονευόμενα τρία καταστήματα. Τα καταστήματα αυτά εκμισθώνονταν ευθύς μετά την κατασκευή τους (το 1974 τα δύο και το 1985 το τρίτο με την διαίρεση του μεγαλυτέρου των δύο προηγούμενων από την εργολήπτρια εταιρία σε τρίτο) και συμμετέχουν έκτοτε οι εκάστοτε ιδιοκτήτες στις κοινόχρηστες δαπάνες με τις οποίες επιβαρύνονται.

 

Συνεπώς με την παραδοχή ότι έγκυρα κατασκευάστηκαν και κατανεμήθηκαν ως αυτοτελείς διαιρεμένες ιδιοκτησίες μεταξύ του οικοπεδούχου και της εργολήπτριας εταιρίας τα τρία καταστήματα στο ισόγειο της ως άνω πολυκατοικίας, ούτε η προαναφερόμενη τροποποιητική πράξη της σύστασης οροφοκτησίας ούτε οι υπ' αριθμούς 9902/01-11-1990, 12315 και 12316/15-06-1995 συμβολαιογραφικές πράξεις του συμβολαιογράφου Α. Κ. Α. Γ., που έχουν νόμιμα μεταγραφεί και με τις οποίες μεταβιβάστηκαν το μεν υπό τα στοιχεία Κ-1 κατάστημα στην έβδομη εναγόμενη λόγω γονικής παροχής από τον πρώτο εναγόμενο, τα δε υπό τα στοιχεία Κ-2 και Κ-3 καταστήματα στις όγδοη και ενάτη εναγόμενες από την δεύτερη εναγόμενη εργολήπτρια εταιρία, ιδιοκτήτρια τούτων, λόγω πωλήσεως, και η όγδοη εναγόμενη μεταβίβασε στην συνέχεια την ψιλή κυριότητα στην δέκατη εναγόμενη λόγω γονικής παροχής, πάσχουν κάποια ακυρότητα.

 

Ειδικότερα δεν παραβιάστηκαν εκ μέρους των εναγομένων (όλων ή μερικών από αυτούς) οι διατάξεις περί κοινοχρήστων - κοινόκτητων χώρων στην οικοδομή, όπου τμήμα του ακάλυπτου χώρου του ισογείου από την αρχή με την συστατική πράξη οροφοκτησίας της είχε προβλεφθεί για την ανέγερση αυτοτελών διαιρεμένων ιδιοκτησιών και εξαιρεθεί από τον υπόλοιπο κοινόχρηστο-κοινόκτητο χώρο του ίδιου ισογείου. Με τα παραπάνω που δέχθηκε το Εφετείο και ακολούθως απέρριψε ως αβάσιμη κατ' ουσίαν την αγωγή των αναιρεσειόντων, με την οποία ζήτησαν να αναγνωριστεί το δικαίωμά τους κοινής χρήσης του ανωτέρω χώρου του ισογείου της οικοδομής και η ακυρότητα των πιο πάνω συμβολαιογραφικών πράξεων, με τις οποίες οι αναιρεσίβλητοι συνέστησαν χωριστές αυτοτελείς ανεξάρτητες ιδιοκτησίες (καταστήματα), τις οποίες ακολούθως μεταβίβασαν ως άνω, δεν παραβίασε τις προαναφερόμενες διατάξεις των άρθρων 174, 1002, 1117 του Αστικού Κώδικα, 1, 2 παράγραφος 1, 3 παράγραφος 1, 4 παράγραφος 1, 5 και 13 του νόμου 3741/1929, 1 του νόμο 1221/1981, 1 παράγραφος 5 εδάφια Α και β του νόμου 960/1979, αφού κατά τα ανωτέρω με τις προαναφερόμενες συστατικές πράξεις εγκύρως συμφωνήθηκε και εγκύρως κατασκευάστηκαν οι παραπάνω περίκλειστοι χώροι (καταστήματα), διέλαβε δε στην προσβαλλόμενη απόφαση σαφείς, επαρκείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες, οι οποίες καθιστούν εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο για τη ορθή ερμηνεία και εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων. Επομένως οι πρώτος και τρίτος λόγοι αναίρεσης, από το άρθρο 559 αριθμοί 1 και 19 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθμός 11 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας λόγος αναιρέσεως ιδρύεται αν το δικαστήριο, δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν. Στην προκειμένη περίπτωση οι αναιρεσείοντες προβάλλουν την αιτίαση ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη του και τα παρακάτω έγγραφα, τα οποία είχαν επικαλεσθεί και προσκομίσει ως αποδεικτικά μέσα και έτσι υπέπεσε στην πλημμέλεια που ιδρύει τον από τον αριθμό 11 του άρθρου 559 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας λόγο αναιρέσεως, ήτοι:

 

1) την από 29-11-1984 εξώδικη διαμαρτυρία - καταγγελία και τις σχετικές εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Γ. Χιουτέα με αριθμούς 13696, 13697, 13698/1-12-1984

 

2) την από 29-01-1985 εξώδικη καταγγελία και πρόσκληση και σχετική με αριθμό 13917/31-01-1985 έκθεση επίδοσης του ίδιου πιο πάνω δικαστικού επιμελητή

 

3) την υπ' αριθμό πρωτοκόλλου 6271/2343/21-03-1985 επιστολή της Διεύθυνσης Πολεοδομίας Διαμερίσματος Ανατολικής Αττικής.

 

4) την από 12-02-1998 επιστολή του συζύγου της εβδόμης των αναιρεσιβλήτων

 

5) τις τέσσερις (4) έγχρωμες φωτογραφίες των χώρων του ισογείου της ανωτέρω πολυκατοικίας

 

6) τα αντίγραφα αποκομμάτων ημερησίων εφημερίδων, ήτοι του φύλλου από 29-10-1997 της Απογευματινής από 11-02-1998 2916/1998 και 14-12-1999 Αδέσμευτου Τύπου και από 29-06-1998 Των Νέων και

 

Όμως από τη διαβεβαίωση στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, ότι το Εφετείο για να σχηματίσει τη δικανική του πεποίθηση έλαβε υπόψη, εκτός από τα άλλα αποδεικτικά μέσα, έγγραφα που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι στο υπόλοιπο αιτιολογικό της αποφάσεως, δεν υπάρχει κανένα απολύτως στοιχείο από το οποίο να μπορεί να δημιουργηθεί αμφιβολία για το αν το Εφετείο έλαβε υπόψη και τα παραπάνω έγγραφα, γίνεται απολύτως βέβαιο ότι το Εφετείο έλαβε υπόψη και τα έγγραφα αυτά. Είναι επομένως αβάσιμος ο δεύτερος λόγος της αιτήσεως. Ο ίδιος δε λόγος αναίρεσης κατά το μέρος με το οποίο προβάλλεται η αιτίαση ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη την 23/2000 απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου που έκρινε για το νομικό ζήτημα αν είναι επιτρεπτή με την πράξη σύστασης οροφοκτησίας η δημιουργία χωριστής ιδιοκτησίας στην πιλοτή της πολυκατοικίας, πρέπει να απορριφθεί προεχόντως ως απαράδεκτος, γιατί η ανωτέρω απόφαση δεν είναι αποδεικτικό μέσο.

 

Από το άρθρο 650 παράγραφος 1 εδάφιο α' του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, το οποίο ορίζει ότι το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη και αποδεικτικά μέσα που δεν πληρούν τους όρους του νόμου, που εφαρμόζεται κατά το άρθρο 647 παράγραφος 2 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και στην ειδική διαδικασία των διαφορών από τη σχέση της οροφοκτησίας (άρθρο 17 παράγραφος 2 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας), προκύπτει ότι κατά την ειδική αυτή διαδικασία, το δικαστήριο δεν υποχρεούται να τηρήσει τους κανόνες του νόμου σχετικά με τη δύναμη των αποδεικτικών μέσων, αλλά τα εκτιμά ελεύθερα κατά το γενικό κανόνα του άρθρου 340 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας συνεπώς κατά αποφάσεως που εκδόθηκε κατά την ανωτέρω ειδική διαδικασία δεν ιδρύεται ο προβλεπόμενος από το άρθρο 559 αριθμός 12 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας λόγος αναιρέσεως. Με βάση τα ανωτέρω ο τέταρτος λόγος αναίρεσης, με τον οποίο ο αναιρεσείων προβάλλει την αιτίαση ότι το Εφετείο που δίκασε κατά την πιο πάνω ειδική διαδικασία παραβίασε τους ορισμούς του νόμου ως προς τη δύναμη των αποδεικτικών μέσων γιατί δεν έδωσε μεγαλύτερη αποδεικτική δύναμη και βαρύτητα στα ανωτέρω υπ' αριθμούς 1, 2, 3, 4, 6 έγγραφα από τις καταθέσεις των μαρτύρων των αναιρεσιβλήτων, είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος. Με τον πέμπτο λόγο αναίρεσης, από το άρθρο 559 αριθμός 8 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, οι αναιρεσείοντες προβάλλουν την αιτίαση ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη τους εξής προταθέντες ισχυρισμούς τους:

 

1. Ότι οι αναιρεσίβλητοι κατέλαβαν ολόκληρο τον ισόγειο χώρο (πιλοτή) της ανωτέρω πολυκατοικίας, και όχι τμήμα αυτού, όπως δέχθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση.

 

2. ότι οι αναιρεσείοντες δεν έλαβαν νόμιμη άδεια από την πολεοδομική Αρχή για τα ανωτέρω καταστήματα συγχρόνως με την αποπεράτωση τους το 1975

 

3. Ότι ο επίδικος χώρος του ισογείου της πολυκατοικίας είχε ορισθεί ρητά με την αρχική πράξη της σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας ως κοινόχρηστος χώρος.

 

4. Ότι ουδέποτε οι αναιρεσείοντες αναγνώρισαν την αυθαίρετη συμπεριφορά των αναιρεσιβλήτων με την κατασκευή των ανωτέρω καταστημάτων, την οποία αναγνώρισε το Πολυμελές Πρωτοδικείο με την 1219/1999 παραπεμπτική απόφασή του. Ο λόγος αυτός αναίρεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, γιατί το Εφετείο, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη, απόφαση, με τις παραπάνω παραδοχές του έλαβε υπόψη τους ανωτέρω ισχυρισμούς και τους απέρριψε άλλους ως κατά νόμον και άλλους ως κατ' ουσίαν αβάσιμους.

 

Για τους λόγους αυτούς

 

Απορρίπτει την από 06-09-2001 αίτηση των αναιρεσειόντων, που αναφέρονται στην αρχή της παρούσας, για αναίρεση της 4318/2001 απόφασης του Εφετείου Αθηνών.

 

Και

 

Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσιβλήτων, την οποία ορίζει σε επτακόσια (700) Ευρώ.

 

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 13-11-2002 και δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο στις 20-11-2002.

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.