Απόφαση Συμβουλίου της Επικρατείας 1448/06

ΣτΕ 1448/2006


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Αριθμός 1448/2006

 

Το Συμβούλιο της Επικρατείας

 

Τμήμα Ε

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 18-05-2005, με την εξής σύνθεση: Σωτήριος Ρίζος, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύων σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος και του αναπληρωτή του Αντιπροέδρου, καθώς και της αρχαιότερης του Συμβούλου, που είχαν κώλυμα, Παναγιώτης Πικραμμένος, Αγγελική Θεοφιλοπούλου, Σύμβουλοι, Μαριλένα Τριπολιτσιώτη, Χρήστος Λιάκουρας, Πάρεδροι. Γραμματέας η Ειρήνη Βαϊδάνη.

 

Για να δικάσει την από 21-01-2005 αίτηση:

 

των: 1) __________, 2) __________ και 3) __________, κατοίκων Αθηνών, οδός __________ - Παγκράτι, οι οποίοι παρέστησαν με τον δικηγόρο Π. Ανδρονόπουλο (αριθμός μητρώου 231 Δικηγορικού Συλλόγου Πάτρας), που τον διόρισαν με πληρεξούσιο,

 

κατά της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Αχαΐας, η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Δημήτριο Μέλισσα (αριθμός μητρώου 17368), που τον διόρισε με πληρεξούσιο.

 

Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθεί η υπ' αριθμόν 15018/2004 απόφαση του Νομάρχη Αχαΐας (ΦΕΚ 1099/Δ/2004) περί τροποποιήσεως του εγκεκριμένου Σχεδίου Πόλεως Πατρών στο οικοδομικό τετράγωνο 1580 του Δήμου Πατρέων.

 

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της Εισηγήτριας, Παρέδρου Μ. Τριπολιτσιώτη.

 

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο των αιτούντων, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον πληρεξούσιο της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Αχαΐας, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.

 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και

 

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

 

Σκέφθηκε κατά το Νόμο

 

1. Επειδή, για την άσκηση της αιτήσεως έχει κατατεθεί το νόμιμο παράβολο (2276002, 1531866/2005 ειδικά γραμμάτια παραβόλου).

 

2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η ακύρωση της 15018/2004 απόφασης του Νομάρχη Αχαϊας Τροποποίηση εγκεκριμένου Σχεδίου Πόλεως Πατρών, στο οικοδομικό τετράγωνο 1580 του Δήμου Πατρέων (νομού Αχαΐας) (ΦΕΚ 1099/Δ/2004), με την οποία επανεπιβάλλεται απαλλοτρίωση σε τμήμα ακινήτου που ευρίσκεται σε αυτό το οικοδομικό τετράγωνο και φέρεται να ανήκει στους αιτούντες.

 

3. Επειδή, στην παράγραφο 1 του άρθρου 20 του νόμου 2508/1997 (ΦΕΚ 124/Α/1997) ορίζεται ότι:

 

{Οι ιδιοκτησίες που περιλαμβάνονται σε πολεοδομούμενες για πρώτη φορά περιοχές υποχρεούνται να συμμετάσχουν με εισφορά σε γη για τη δημιουργία των απαραίτητων κοινόχρηστων χώρων και γενικά την ικανοποίηση κοινωφελών χρήσεων και σκοπών, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 8 του νόμου 1337/1983, ...}

 

Εξ άλλου, με την παράγραφο 5 του άρθρου 11 του νόμου 3212/2003 (ΦΕΚ 308/Α/2003) προστέθηκε στην παράγραφο 2 του παραπάνω άρθρου 20 του νόμου 2508/1997 περίπτωση ε' και η εν λόγω παράγραφος 2 του άρθρου 20 διαμορφώθηκε ως εξής:

 

{Κατ' εξαίρεση της παραγράφου 1 του παρόντος:

 

α) ....,

 

β) ....,

 

ε) Οι ιδιοκτησίες, οι οποίες έχουν ενταχθεί στο σχέδιο πόλεως με τις διατάξεις του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος και στις οποίες αίρεται η ρυμοτομική αναγκαστική απαλλοτρίωση, που επιβλήθηκε με την ένταξη στο σχέδιο, σε συμμόρφωση αποφάσεων των αρμοδίων δικαστηρίων, υποχρεούνται σε εισφορά σε γη σύμφωνα με τα ποσοστά που προβλέπονται στο άρθρο αυτό. Η εισφορά υπολογίζεται και επιβάλλεται με την πράξη τροποποίησης του ρυμοτομικού σχεδίου. Η εισφορά αποτελεί ποσοστό της επιφάνειας της ιδιοκτησίας, όπως αυτή υφίσταται κατά το χρόνο της πράξης τροποποίησης, και διατίθεται ολόκληρη υποχρεωτικά για τη δημιουργία κοινόχρηστων χώρων που θεσμοθετούνται με την τροποποίηση αυτή. Το μέγεθος της εισφοράς μνημονεύεται και απεικονίζεται ως θέση στην πράξη τροποποίησης, είναι αυτοδίκαια εισφερόμενο, τίθεται σε κοινή χρήση μετά τη δημοσίευση της πράξης και δεν απαιτείται σύνταξη της πράξης εφαρμογής που προβλέπεται στο άρθρο 12 του νόμου 1337/1983. Εάν με την τροποποίηση του σχεδίου επιβάλλεται για λόγους πολεοδομικούς η δημιουργία κοινόχρηστου χώρου μεγαλύτερου αυτού της εισφοράς σε γη, συντάσσεται πράξη αναλογισμού, σύμφωνα με τις διατάξεις του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος και του νόμου 5269/1931 (ΦΕΚ 274/A/1931) για το επιπλέον τμήμα. Αν η ύπαρξη οικοδομής, κατά την έννοια της παραγράφου 2 του άρθρου 42 του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος, νομίμως υφισταμένης, εμποδίζει τη διάθεση της εισφοράς για τη δημιουργία κοινόχρηστου χώρου, είναι δυνατόν, κατά την κρίση της υπηρεσίας, να μετατρέπεται σε ισάξια χρηματική συμμετοχή. Στην περίπτωση αυτή ο προσδιορισμός της αξίας για την πραγματοποίηση της μετατροπής αυτής γίνεται από το αρμόδιο δικαστήριο, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου 2882/2001. Τέλος, στην παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου 20 του νόμου 2508/1997 προβλέπεται ότι Κατά τα λοιπά για την εισφορά σε γη εφαρμόζονται οι παράγραφος 5 έως και 12 του άρθρου 8 του νόμου 1337/1983, όπως ισχύουν και συμπληρώνονται με τις επόμενες παραγράφους και το άρθρο 25 του παρόντος.}

 

Περαιτέρω, στις παραγράφους 4 και 5 του άρθρου 8 του νόμου 1337/1983 (ΦΕΚ 33/Α/1983) ορίζονται τα ακόλουθα:

 

{4. Η εισφορά σε γη κατά την προηγούμενη παράγραφο αποτελείται από ποσοστό επιφάνειας κάθε ιδιοκτησίας πριν από την πολεοδόμησή της, το οποίο υπολογίζεται κατά τον ακόλουθο τρόπο:

 

α. Για τμήμα ιδιοκτησίας μέχρι 250 m2 ποσοστό 10%.

β. Για τμήμα ιδιοκτησίας πάνω από 250 m2 μέχρι 500 m2 ποσοστό 20%.

γ. Για τμήμα ιδιοκτησίας πάνω από 500 m2 μέχρι 1.000 m2 ποσοστό 30%.

δ. Για τμήμα ιδιοκτησίας πάνω από 1.000 m2 μέχρι 2.000 m2 ποσοστό 40%.

ε. Με την επιφύλαξη της περιπτώσεως (στ), για τμήμα ιδιοκτησίας πάνω από 2.000 m2 ποσοστό 50%.

στ. Για αυτοτελείς ιδιοκτησίες μεγαλύτερες από των 10.000 m2 που ανήκουν σε έναν ιδιοκτήτη, για το τμήμα τους πάνω από 10.000 m2 ποσοστό 60%.

 

Τα ανωτέρω εφαρμόζονται και σε ιδιοκτησίες εξ αδιαιρέτου κατά το ποσοστό συνιδιοκτησίας που αντιστοιχεί σε έκταση γης μεγαλύτερη από 10.000 m2.

 

5. Ως εμβαδά ιδιοκτησιών για τον υπολογισμό της συμμετοχής σε γη λαμβάνονται τα εμβαδά που είχαν οι ιδιοκτησίες στις 10-03-1982. Για την εφαρμογή της παραγράφου 4, ως ιδιοκτησία νοείται το άθροισμα των ιδιοκτησιών γης ενός και του αυτού ιδιοκτήτη που περιλαμβάνονται στα όρια της προς ένταξη περιοχής, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη της πολεοδομικής ενότητας. Σε περίπτωση εξ αδιαιρέτου συνιδιοκτησίας τα ποσοστά εισφοράς γης εφαρμόζονται στο εμβαδόν που αντιστοιχεί στο ιδανικό μερίδιο κάθε συνιδιοκτήτη όπως έχει διαμορφωθεί μέχρι την 10-03-1982.}

 

4. Επειδή, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, η δικαιοπάροχος των αιτούντων __________ φερόταν ως κυρία ακινήτου έκτασης 3.649,67 m2 που βρίσκεται στη θέση Κυπαρίσσι της περιφέρειας Εγλυκάδος Πατρών. Με το από [ΠΔ] 12-07-1975 προεδρικό διάταγμα για την τροποποίηση και επέκταση του ρυμοτομικού σχεδίου Πατρών (ΦΕΚ 231/Δ/1975), το εν λόγω ακίνητο υπήχθη στο σχέδιο πόλεως και τμήμα αυτού, εμβαδού 3.087,18 m2, εντάχθηκε σε κοινόχρηστο χώρο (κοινόχρηστος χώρος 1.580 και εκατέρωθεν αυτού οδοί). Ενόψει παρόδου 23 ετών χωρίς πρόοδο της διαδικασίας για τη συντέλεση της παραπάνω απαλλοτρίωσης, η δικαιοπάροχος των αιτούντων, με τις από 23-12-1998 και 28-12-1998 αιτήσεις της, ζήτησε την άρση της απαλλοτρίωσης αυτής. Άρνηση της Διοίκησης να άρει την απαλλοτρίωση ακυρώθηκε με την 201/2001 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πατρών και η υπόθεση αναπέμφθηκε στη Διοίκηση, προκειμένου αυτή να προβεί στην τροποποίηση του σχεδίου, σε συμμόρφωση προς την ακυρωτική απόφαση. Στη συνέχεια, με την 4063/2003 απόφαση του Νομάρχη Αχαΐας, η οποία εκδόθηκε κατόπιν της 393/2002 απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Πατρέων και του 12/06-12-2002 πρακτικού του Συμβουλίου Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος νομού Αχαΐας, τροποποιήθηκε το σχέδιο πόλεως Πατρών σε 77 ΟΤ, μεταξύ των οποίων και στα οικοδομικά τετράγωνα 1580 και 1584, όπου βρίσκεται το επίδικο ακίνητο, με την τροποποίηση δε αυτή επιβλήθηκε και πάλι απαλλοτρίωση λόγω ρυμοτομίας στο τμήμα του ακινήτου που είχε απαλλοτριωθεί με το από [ΠΔ] 12-07-1975 προεδρικό διάταγμα, αλλά και σε συνεχόμενο τμήμα του ίδιου ακινήτου.

 

Εν συνεχεία όμως, με το 12/08-10-2004 πρακτικό του Συμβουλίου Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος νομού Αχαΐας, έγινε δεκτό ότι η παραπάνω απόφαση εκδόθηκε κατά πλάνη, δεδομένου ότι η Διοίκηση αγνοούσε την 201/2001 ακυρωτική απόφαση του Διοικητικού Εφετείου, το όργανο δε αυτό εισηγήθηκε τη μερική ακύρωση της 4063/2002 προσβαλλόμενης πράξης, κατά το μέρος της που αφορά στο ακίνητο ιδιοκτησίας __________. Κατόπιν αυτού, με την προσβαλλόμενη 15018/2004 απόφαση του Νομάρχη Αχαΐας (ΦΕΚ 1099/Δ/2004), ακυρώθηκε η 4063/2002 προηγούμενη πράξη του ίδιου Νομάρχη, κατά το μέρος που αφορά στο επίδικο ακίνητο (ΟΤ 1580 - 1584), και εγκρίθηκε η επανεπιβολή της απαλλοτρίωσης σε τμήμα της ιδιοκτησίας αυτής και η δημιουργία οικοδομήσιμου χώρου στο υπόλοιπο ακίνητο, κατ' εφαρμογή της παραγράφου 11 του άρθρου 5 του νόμου 3212/2003.

 

Εξάλλου, μετά τη δημοσίευση της ακυρωτικής απόφασης και πριν από την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης, η __________, με το 6543/08-04-2004 συμβόλαιο γονικής παροχής, μεταβίβασε το επίδικο ακίνητο στους ήδη αιτούντες. Στο τοπογραφικό διάγραμμα, που συνοδεύει την προσβαλλόμενη απόφαση του Νομάρχη Αχαΐας και συνδημοσιεύθηκε στο ίδιο φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, σημειώνονται τα τμήματα του ακινήτου τα οποία αποτελούν την εισφορά σε γη, δυνάμει της παραγράφου 5 του άρθρου 11 του νόμου 3212/2003. Η εισφορά αυτή, ανερχόμενη σε 1.449,84 m2, έχει υπολογισθεί, σύμφωνα με το ίδιο διάγραμμα, επί της ενιαίας ιδιοκτησίας. Κατά της 15018/2004 απόφασης του Νομάρχη Αχαΐας οι αιτούντες υπέβαλαν την από 15-12-2004 προσφυγή ενώπιον του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας, η οποία απορρίφθηκε με την 2270/14-02-2005 πράξη του οργάνου αυτού.

 

5. Επειδή, η ανωτέρω 2270/2005 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας, πρέπει να θεωρηθεί συμπροσβαλλόμενη με την κρινόμενη αίτηση.

 

6. Επειδή, με την περίπτωση β της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του νόμου 3044/2002 μεταβιβάσθηκε στο νομάρχη η αρμοδιότητα τροποποίησης εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων και οικισμών και ο καθορισμός και η τροποποίηση όρων και περιορισμών δόμησης σε αυτά. Όπως έχει κριθεί (ΣτΕ 3661/2005 Ολομέλεια), οι διατάξεις του άρθρου 10 παράγραφος 1 του νόμου 3044/2002, με τις οποίες ανατίθενται αρμοδιότητες πολεοδομικού σχεδιασμού, όπως η έγκριση και τροποποίηση σχεδίου πόλεως, σε άλλα, πλην του Προέδρου της Δημοκρατίας, όργανα, της διοικήσεως, αντίκεινται στις διατάξεις των άρθρων 24 και 43 παράγραφος 2 του Συντάγματος, διότι κατ' αρχήν τα αντικείμενα αυτά πρέπει να ρυθμίζονται με την έκδοση Προεδρικού Διατάγματος. Περαιτέρω, όμως, οι αρμοδιότητες εφαρμογής των πολεοδομικών σχεδίων και οι συναφείς εκτελεστικές αρμοδιότητες επιτρεπτώς ανατίθενται σε άλλα, πλην του Προέδρου της Δημοκρατίας, όργανα, της κρατικής διοικήσεως ή και της τοπικής αυτοδιοικήσεως. Προς την αρμοδιότητα εφαρμογής των πολεοδομικών σχεδίων εξομοιώνεται, από την άποψη αυτή, και η όλως εντοπισμένη τροποποίησή τους, που μπορεί να επιχειρείται ομοίως με πράξη διάφορη του διατάγματος. Εν προκειμένω, με την προσβαλλόμενη 15018/2004 απόφαση του Νομάρχη Αχαΐας, η οποία εκδόθηκε κατ' επίκληση της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του νόμου 3044/2002, τροποποιείται το ρυμοτομικό σχέδιο σε ένα μόνον οικοδομικό τετράγωνο, σε συμμόρφωση προς ακυρωτική απόφαση, και δεν επιχειρείται ευρύτερη πολεοδομική ρύθμιση. Συνεπώς, η απόφαση αυτή αρμοδίως εκδόθηκε από το νομάρχη, εφόσον αφορά σε όλως εντοπισμένη τροποποίηση του σχεδίου.

 

7. Επειδή, με την αίτηση προβάλλεται ότι η διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 11 του νόμου 3212/2003, με την οποία επιβάλλεται εισφορά σε γη σε ιδιοκτησίες στις οποίες αίρεται κατόπιν δικαστικής απόφασης η απαλλοτρίωση που επιβλήθηκε με την ένταξή τους στο σχέδιο, αντίκειται στο Σύνταγμα, διότι με αυτήν επιβαρύνονται υπέρμετρα οι για μεγάλο χρονικό διάστημα αναξιοποίητες ιδιοκτησίες, όπως, εν προκειμένω, η ιδιοκτησία των αιτούντων. Οι λόγος αυτός ακυρώσεως είναι αβάσιμος. Η επίμαχη ρύθμιση, η οποία καταλαμβάνει όλες τις περιπτώσεις άρσης ρυμοτομικών απαλλοτριώσεων σε συμμόρφωση προς δικαστική απόφαση, στηρίζεται στις διατάξεις του άρθρου 24 παράγραφοι 3, 4 και 5 του Συντάγματος, με τις οποίες επιβάλλεται υποχρέωση των ιδιοκτητών ακινήτων που βρίσκονται σε περιοχή, η οποία χαρακτηρίζεται για πρώτη φορά ως οικιστική, εντασσόμενη σε πολεοδομικό σχέδιο, να διαθέτουν χωρίς αντάλλαγμα τμήμα της ιδιοκτησίας τους για τη διαμόρφωση των κοινόχρηστων χώρων και των χώρων κοινωφελών χρήσεων που προβλέπονται στο πολεοδομικό σχέδιο (ΣτΕ 2058/1994 Ολομέλεια, 2380/1991, 3568/1996, 3338/1999). Η κατόπιν δικαστικής απόφασης άρση της απαλλοτρίωσης στις ιδιοκτησίες που εμπίπτουν στην εξεταζόμενη ρύθμιση δεν εξαλείφει και την εισαχθείσα με το παραπάνω άρθρο του Συντάγματος υποχρέωση, δεδομένου ότι οι ευνοϊκές για την ακίνητη ιδιοκτησία συνέπειες αξιοποίησης και εκμετάλλευσης, λόγω της ένταξής σε πολεοδομικό σχέδιο, οι οποίες εξισορροπούν την απώλεια της εισφοράς σε γη, υφίστανται και για τις ιδιοκτησίες, στις οποίες αίρεται η ρυμοτομική αναγκαστική απαλλοτρίωση, που επιβλήθηκε με την ένταξη στο σχέδιο αυτό. Εξ άλλου, η επιβαλλόμενη με την παραπάνω διάταξη υποχρέωση εισφοράς σε γη ανέρχεται σε ποσοστά τα οποία, οριζόμενα, κατά παραπομπή της νέας διάταξης, στο άρθρο 8 του νόμου 1337/1983, έχουν κριθεί ως σύμφωνα προς το Σύνταγμα (ΣτΕ 2058/1994 Ολομέλεια, 2380/1991, 3568/1996, 3338/1999).

 

8. Επειδή, περαιτέρω, προβάλλεται ότι η εξεταζόμενη ρύθμιση αντίκειται στο Σύνταγμα διότι με αυτήν καθίσταται ανεφάρμοστη η δικαστική απόφαση που αποδέσμευσε την ιδιοκτησία από το ρυμοτομικό βάρος και επιβάλλεται εκ νέου το βάρος αυτό με την μορφή της εισφοράς γης, ως είδος ποινής για τον ιδιοκτήτη που επεδίωξε δικαστικά την αποδέσμευση της ιδιοκτησίας του. Ο λόγος ακυρώσεως είναι αβάσιμος. Η διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 11 του νόμου 3212/2003 δεν αναιρεί την δικαστική απόφαση, δεδομένου ότι η εμπεριεχόμενη σε αυτήν κρίση αφορά μόνον στην υποχρέωση της Διοίκησης να άρει την απαλλοτρίωση που διατηρείται για μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς να έχει συντελεσθεί και όχι στην υποχρέωση των ιδιοκτητών σε εισφορά γης. Στην κρινόμενη περίπτωση, το ακυρωτικό αποτέλεσμα της 201/2001 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών δεν θίγεται, εφόσον έλαβε χώρα άρση της απαλλοτρίωσης σε συμμόρφωση προς την απόφαση αυτή, είναι δε διαφορετικό το ζήτημα της μεταγενέστερης επιβολής εισφοράς σε γη στην επίδικη ιδιοκτησία κατόπιν νέας τροποποιήσεως του σχεδίου πόλεως και κατ' εφαρμογή της παραπάνω διάταξης.

 

9. Επειδή, προβάλλεται ότι με τη ρύθμιση της παραγράφου 5 του άρθρου 11 του νόμου 3212/2003 επιβάλλεται ανεπιτρέπτως εισφορά σε γη σε ιδιοκτησίες οι οποίες είχαν ενταχθεί στο σχέδιο πόλεως δυνάμει των διατάξεων του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος που δεν προέβλεπαν τέτοια εισφορά. Ο λόγος είναι αβάσιμος διότι ο νομοθέτης δεν κωλύεται να επιβάλει μεταγενέστερα, με ενιαίο και αντικειμενικό τρόπο, περιορισμούς στο δικαίωμα ιδιοκτησίας για λόγους δημοσίου συμφέροντος, με την κρινόμενη δε ρύθμιση, η οποία αφορά σε όλες τις περιπτώσεις άρσης, κατόπιν δικαστικών αποφάσεων, ρυμοτομικών απαλλοτριώσεων που επεβλήθησαν βάσει των διατάξεων του παραπάνω νομοθετικού διατάγματος, επιβάλλεται εισφορά σε γη για τη δημιουργία των απαραίτητων κοινόχρηστων και κοινωφελών χώρων, σε συμμόρφωση προς τα οριζόμενα στο άρθρο 24 παράγραφοι 3, 4 και 5 του Συντάγματος. Τούτο δε, προκειμένου να αποτραπεί η ανατροπή του πολεοδομικού σχεδιασμού λόγω της συνήθους οικονομικής αδυναμίας των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους από την εφαρμογή του σχεδίου (βλέπε την εισηγητική έκθεση του άρθρου 11 παράγραφος 5 του νόμου 3212/2003).

 

10. Επειδή, αβασίμως προβάλλεται ότι δεν μνημονεύεται στην προσβαλλόμενη πράξη και δεν απεικονίζεται κατά θέση η εισφερόμενη γη, αφού τα τμήματα της εισφοράς σε γη εμφαίνονται ως διαγραμμισμένη επιφάνεια στο διάγραμμα που συνοδεύει την πράξη, στο οποίο σημειώνεται και ο τρόπος υπολογισμού των ποσοστών της εισφοράς αυτής.

 

11. Επειδή, προβάλλεται περαιτέρω ότι μη νομίμως επιβλήθηκε στην συνιδιοκτησία των αιτούντων εισφορά σε γη εμβαδού 1.449,84 m2, ως εάν επρόκειτο για ιδιοκτησία που ανήκει σε έναν ιδιοκτήτη, ενώ η εισφορά αυτή έπρεπε να υπολογισθεί με βάση την επιφάνεια που αντιστοιχεί στο ιδανικό μερίδιο κάθε συνιδιοκτήτη, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 5 του άρθρου 8 του νόμου 1337/1983. Στη συγκεκριμένη περίπτωση δηλαδή η εισφορά καθενός από τους αιτούντες έπρεπε να καθορισθεί σε 311,62 m2 και συνολικώς σε 934,86 m2, ενώ με την προσβληθείσα πράξη η εισφορά καθορίσθηκε συνολικώς σε 1.449,84 m2 Για την εξεύρεση του εμβαδού της εισφερόμενης γης, η διάταξη της παραγράφου 11 του άρθρου 5 του νόμου 3212/2003 ορίζει ότι η εισφορά αποτελεί ποσοστό της επιφάνειας της ιδιοκτησίας, όπως αυτή υφίσταται κατά το χρόνο της πράξης τροποποίησης. Από την παραπάνω διατύπωση συνάγεται ότι, κατ' αναλογία προς τα οριζόμενα στην πάγια περί εισφοράς σε γη διάταξη του άρθρου 8 του νόμου 1337/1983, και ειδικότερα στην παράγραφο 5 του άρθρου αυτού, για τον υπολογισμό της εισφοράς εν προκειμένω λαμβάνεται υπ' όψιν η ιδιοκτησία με τη νομική και πραγματική μορφή που έχει προσλάβει κατά το χρόνο έκδοσης της πράξης τροποποίησης του πολεοδομικού σχεδίου, ειδικότερα δε αν υφίσταται συνιδιοκτησία, τα ποσοστά εισφοράς υπολογίζονται με βάση το εμβαδόν που αντιστοιχεί στο ιδανικό μερίδιο κάθε συνιδιοκτήτη κατά το ίδιο χρονικό σημείο. Συνεπώς είναι βάσιμος ο εξεταζόμενος λόγος και πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο ισχυρισμός της καθ' ής Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης ότι, ως βαρυνόμενη με την υποχρέωση εισφοράς σε γη ιδιοκτησία, θεωρείται η συνολική έκταση της ιδιοκτησίας στην οποία αίρεται η απαλλοτρίωση. Περαιτέρω, η ίδια Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση, προβάλλει ότι ο υπολογισμός του ποσοστού της εισφοράς σε γη πρέπει να γίνει χωρίς να ληφθεί υπ' όψιν η συγκυριότητα των αιτούντων στο επίδικο, διότι η προσβαλλόμενη πράξη τροποποίησης του ρυμοτομικού σχεδίου έχει αναδρομική ισχύ, εφόσον εχώρησε σε συμμόρφωση προς την 201/2001 ακυρωτική απόφαση του Διοικητικού Εφετείου, και ανατρέχει στο χρόνο που στοιχειοθετήθηκε η ακυρωθείσα με τη δικαστική αυτή απόφαση άρνηση άρσης της απαλλοτρίωσης με τροποποίηση του ρυμοτομικού σχεδίου, δηλαδή στην 24-03-1999, χρονικό σημείο κατά το οποίο δεν υπήρχε συνιδιοκτησία. Ο ισχυρισμός αυτός είναι απορριπτέος προεχόντως διότι με τη μεταγενέστερη διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 11 του νόμου 3212/2003 το ζήτημα ρυθμίσθηκε εξ υπαρχής, ορίσθηκε δε ότι για την εφαρμογή της νεότερης ρύθμισης κρίσιμο καθεστώς είναι αυτό του χρόνου έκδοσης της πράξης τροποποίησης του ρυμοτομικού σχεδίου.

 

12. Επειδή, ενόψει των παραπάνω, η προσβαλλόμενη 15018/2004 απόφαση του Νομάρχη Αχαΐας είναι ακυρωτέα, κατά το μέρος που επιβλήθηκε με αυτήν επιπλέον εισφορά σε γη εμβαδού 514,98 m2 στο ακίνητο των αιτούντων, περαιτέρω δε πρέπει να ακυρωθεί, ως συμπροσβαλλόμενη, η 2270/2005 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας που απέρριψε την προσφυγή των αιτούντων κατά της παραπάνω πράξης του Νομάρχη Αχαΐας.

 

Δια ταύτα

 

Δέχεται εν μέρει την κρινόμενη αίτηση.

 

Ακυρώνει:

 

α. την 15018/2004 απόφαση του Νομάρχη Αχαΐας, κατά το μέρος που επιβλήθηκε με αυτήν επιπλέον εισφορά σε γη εμβαδού 514,98 m2 στο ακίνητο των αιτούντων, κατά τα αναφερόμενα στο σκεπτικό,

β. την 2270/2005 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας.

 

Απορρίπτει την αίτηση κατά τα λοιπά.

 

Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου.

 

Επιβάλλει στο Δημόσιο και την Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Αχαΐας συμμέτρως τη δικαστική δαπάνη των αιτούντων που ανέρχεται σε εννιακόσια είκοσι (920) ευρώ.

 

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 19-01-2006 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στις 17-05-2006.

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.