Ευρωπαϊκή Οδηγία 2004/18

Οδηγία 2004/18/ΕΚ: Περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Οδηγία 2004/18/ΕΚ: Περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, (L134/2004), 31-03-2004.

 

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

 

Έχοντας υπόψη:

 

τη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 47 παράγραφος 2 και τα άρθρα 55 και 95,
την πρόταση της Επιτροπής 1,
τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής 2,
τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών 3,

 

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης 4, υπό το πρίσμα του κοινού σχεδίου το οποίο ενέκρινε η επιτροπή συνδιαλλαγής στις 09-12-2003,

 

Εκτιμώντας τα εξής:

 

(1) Με την ευκαιρία νέων τροποποιήσεων των οδηγιών 1992/50/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18-06-1992, για το συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών 5, [ΕΟΚ] 1993/36/EOK του Συμβουλίου, της 14-06-1993, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων προμηθειών 6 και 1993/37/EOK του Συμβουλίου, της 14-06-1993, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων 7, που είναι αναγκαίες προκειμένου να εκπληρωθούν τα αιτήματα απλούστευσης και εκσυγχρονισμού που διατύπωσαν τόσο οι αναθέτοντες φορείς όσο και οι οικονομικοί φορείς στο πλαίσιο των απαντήσεών τους στην Πράσινη Βίβλο που εξέδωσε η Επιτροπή στις 27-11-1996, ενδείκνυται, για λόγους σαφήνειας, η αναδιατύπωσή τους σε ενιαίο κείμενο. Η παρούσα οδηγία βασίζεται στη νομολογία του Δικαστηρίου, ιδίως στη νομολογία σχετικά με τα κριτήρια ανάθεσης, η οποία διασαφηνίζει τις δυνατότητες των αναθετουσών αρχών να ικανοποιούν τις ανάγκες του ενδιαφερομένου κοινού, συμπεριλαμβανομένου του περιβαλλοντικού ή κοινωνικού τομέα, υπό τον όρο ότι τα κριτήρια αυτά συνδέονται με το αντικείμενο της σύμβασης, δεν παρέχουν απεριόριστη ελευθερία επιλογής στην αναθέτουσα αρχή, μνημονεύονται ρητώς και τηρούν τις θεμελιώδεις αρχές που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 2.

 

(2) Η ανάθεση των συμβάσεων που συνάπτονται στα κράτη μέλη για λογαριασμό του κράτους, των αρχών Τοπικής Αυτοδιοίκησης ή περιφερειακής διοίκησης και άλλων οργανισμών δημοσίου δικαίου, υπόκειται στην τήρηση των αρχών της συνθήκης, ιδίως στην αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, στην αρχή της ελευθερίας της εγκατάστασης και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, καθώς και στις αρχές που απορρέουν από αυτές, όπως η αρχή της ίσης μεταχείρισης, η αρχή της αποφυγής των διακρίσεων, η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης, η αρχή της αναλογικότητας και η αρχή της διαφάνειας. Εντούτοις, για δημόσιες συμβάσεις που υπερβαίνουν κάποια αξία, είναι σκόπιμο να εκπονούνται διατάξεις κοινοτικού συντονισμού των εθνικών διαδικασιών για τη σύναψη αυτών των συμβάσεων, οι οποίες να βασίζονται σε αυτές τις αρχές προκειμένου να διασφαλίζουν τα αποτελέσματά τους και να εγγυώνται το άνοιγμα των δημοσίων συμβάσεων στον ανταγωνισμό. Συνεπώς, αυτές οι διατάξεις συντονισμού θα πρέπει να ερμηνεύονται σύμφωνα με τους κανόνες και τις αρχές που αναφέρονται ανωτέρω καθώς και σύμφωνα με τους άλλους κανόνες της συνθήκης.

 

(3) Οι εν λόγω διατάξεις συντονισμού θα πρέπει να τηρούν, στο μέτρο του δυνατού, τις διαδικασίες και τις πρακτικές που ισχύουν σε κάθε κράτος μέλος.

 

(4) Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μεριμνούν ώστε η τυχόν συμμετοχή ενός οργανισμού δημοσίου δικαίου ως προσφέροντος σε διαδικασία σύναψης δημόσιας σύμβασης να μην προκαλεί στρέβλωση του ανταγωνισμού έναντι των ιδιωτών που υποβάλλουν προσφορά.

 

(5) Σύμφωνα με το άρθρο 6 της συνθήκης, οι απαιτήσεις της περιβαλλοντικής προστασίας πρέπει να εντάσσονται στον καθορισμό και την εφαρμογή των κοινοτικών πολιτικών και δράσεων που αναφέρονται στο άρθρο 3 αυτής, ιδίως προκειμένου να προωθείται η αειφόρος ανάπτυξη. Ως εκ τούτου, η παρούσα οδηγία διευκρινίζει με ποιο τρόπο οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να συμβάλλουν στην προστασία του περιβάλλοντος και στην προώθηση της αειφόρου ανάπτυξης, ενώ ταυτόχρονα εγγυάται στις αρχές αυτές τη δυνατότητα να επιτυγχάνουν, για τις συμβάσεις τους, την καλύτερη σχέση ποιότητας / τιμής.

 

(6) Καμία διάταξη της παρούσας οδηγίας δεν θα πρέπει να απαγορεύει την επιβολή ή την εφαρμογή μέτρων απαραίτητων για την προστασία της δημόσιας τάξης και ασφάλειας και των χρηστών ηθών, της υγείας, της ζωής των ανθρώπων και των ζώων ή της διατήρησης των φυτών, με γνώμονα ιδίως την αειφόρο ανάπτυξη, υπό την προϋπόθεση ότι τα μέτρα αυτά είναι σύμφωνα προς τη συνθήκη.

 

(7) Η απόφαση 1994/800/EK του Συμβουλίου, της 22-12-1994, σχετικά με την εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σύναψη των συμφωνιών που απέρρευσαν από τις πολυμερείς διαπραγματεύσεις του Γύρου της Ουρουγουάης (1986-1994), καθ' όσον αφορά τα θέματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της 8, μεταξύ άλλων ενέκρινε τη συμφωνία σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις στο πλαίσιο του ΠΟΕ, στο εξής αναφερόμενη ως η συμφωνία, σκοπός της οποίας είναι η θέσπιση ενός πολυμερούς πλαισίου ισόρροπων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων για τις δημόσιες συμβάσεις ενόψει της φιλελευθεροποίησης και της ανάπτυξης του παγκόσμιου εμπορίου. Λαμβανομένων υπόψη των δικαιωμάτων και των δεσμεύσεων που ανέλαβε η Κοινότητα σε διεθνές επίπεδο με την αποδοχή της συμφωνίας, το καθεστώς που εφαρμόζεται στους προσφέροντες και στα προϊόντα από τρίτες χώρες που υπέγραψαν τη συμφωνία είναι εκείνο που ορίζει η συμφωνία. Η εν λόγω συμφωνία δεν έχει άμεση ισχύ. Θα πρέπει, συνεπώς, οι αναθέτουσες αρχές, που ορίζονται στη συμφωνία και οι οποίες συμμορφώνονται προς την παρούσα οδηγία και την εφαρμόζουν στους οικονομικούς φορείς τρίτων χωρών που υπέγραψαν τη συμφωνία, να τηρούν επίσης τη συμφωνία αυτή. Θα πρέπει ομοίως, οι εν λόγω διατάξεις συντονισμού να εγγυώνται στους οικονομικούς φορείς της Κοινότητας όρους συμμετοχής στις δημόσιες συμβάσεις εξίσου ευνοϊκούς με τους όρους που επιφυλάσσουν στους οικονομικούς φορείς τρίτων χωρών που υπέγραψαν τη συμφωνία.

 

(8) Πριν από την έναρξη μιας διαδικασίας σύναψης μιας σύμβασης, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν, μέσω ενός τεχνικού διαλόγου, να ζητούν ή να δέχονται συμβουλές που μπορεί να χρησιμοποιηθούν για τον καθορισμό της συγγραφής υποχρεώσεων, υπό τον όρο όμως ότι οι συμβουλές αυτές δεν έχουν ως αποτέλεσμα την παρεμπόδιση του ανταγωνισμού.

 

(9) Λόγω της πολυμορφίας που παρουσιάζουν οι δημόσιες συμβάσεις έργων, οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να μπορούν να προβλέπουν τόσο χωριστή όσο και κοινή ανάθεση των συμβάσεων για την εκτέλεση και τον σχεδιασμό των έργων. Η παρούσα οδηγία δεν αποσκοπεί στο να επιβάλει την κοινή ή χωριστή σύναψη. Η απόφαση όσον αφορά τη χωριστή ή κοινή σύναψη της σύμβασης πρέπει να λαμβάνεται με γνώμονα ποιοτικά και οικονομικά κριτήρια τα οποία μπορεί να προσδιορίζει το εθνικό δίκαιο.

 

(10) Μια σύμβαση θεωρείται δημόσια σύμβαση έργων μόνο στην περίπτωση που το αντικείμενό της καλύπτει ειδικά την εκτέλεση των δραστηριοτήτων που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι, ακόμα κι αν η σύμβαση καλύπτει την παροχή και άλλων υπηρεσιών αναγκαίων για την εκτέλεση των εν λόγω δραστηριοτήτων. Οι δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών, ιδίως στον τομέα των υπηρεσιών διαχείρισης ακινήτων, μπορούν, σε ορισμένες περιπτώσεις, να περιλαμβάνουν και την εκτέλεση εργασιών. Ωστόσο, στο βαθμό που οι εργασίες αυτές είναι παρεμπίπτουσες ως προς το κύριο αντικείμενο της σύμβασης, και αποτελούν ενδεχόμενη συνέπεια ή συμπλήρωμα αυτού του αντικειμένου, το γεγονός ότι οι εν λόγω εργασίες συμπεριλαμβάνονται στη σύμβαση δεν μπορεί να δικαιολογήσει τον χαρακτηρισμό της σύμβασης ως δημόσιας σύμβασης έργων.

 

(11) Θα πρέπει να προβλεφθούν, αφενός, ένας κοινοτικός ορισμός των συμφωνιών - πλαίσιο και, αφετέρου, ειδικοί κανόνες για τις συμφωνίες - πλαίσιο που συνάπτονται για συμβάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Βάσει αυτών των κανόνων, όταν μια αναθέτουσα αρχή συνάπτει συμφωνία - πλαίσιο σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, η οποία αφορά, μεταξύ άλλων, τη δημοσιότητα, τις προθεσμίες και τις προϋποθέσεις υποβολής των προσφορών, μπορεί να συνάπτει κατά τη διάρκεια της συμφωνίας - πλαίσιο συμβάσεις βάσει αυτής, είτε εφαρμόζοντας τους όρους που περιλαμβάνονται στη συμφωνία - πλαίσιο είτε, στην περίπτωση που δεν έχουν καθορισθεί όλοι οι όροι εκ των προτέρων στη συμφωνία - πλαίσιο, αφού επαναδιαγωνισθούν τα μέρη της συμφωνίας - πλαίσιο για τους μη καθορισθέντες όρους. Ο ανωτέρω διαγωνισμός θα πρέπει να είναι σύμφωνος με ορισμένους κανόνες βάσει των οποίων εξασφαλίζεται η απαιτούμενη ευελιξία και η τήρηση των γενικών αρχών, συμπεριλαμβανομένης της αρχής της ίσης μεταχείρισης. Για τους ίδιους λόγους, η μέγιστη διάρκεια των συμφωνιών - πλαίσιο θα πρέπει να είναι περιορισμένη και να μην υπερβαίνει τα τέσσερα έτη, εκτός από τις περιπτώσεις που αυτό δικαιολογείται πλήρως από τις αναθέτουσες αρχές.

 

(12) Ορισμένες νέες ηλεκτρονικές τεχνικές αγορών παρουσιάζουν συνεχή ανάπτυξη. Οι τεχνικές αυτές παρέχουν τη δυνατότητα, ιδίως λόγω της εξοικονόμησης χρόνου και κόστους που συνεπάγεται η χρήση τους, να διευρύνεται ο ανταγωνισμός και να βελτιώνεται η αποτελεσματικότητα των δημόσιων παραγγελιών. Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να χρησιμοποιούν ηλεκτρονικές τεχνικές αγορών, υπό τον όρο ότι κατά τη χρήση τους τηρούνται οι κανόνες που θεσπίζει η παρούσα οδηγία καθώς και η αρχή της ίσης μεταχείρισης, η αρχή της αποφυγής των διακρίσεων και η αρχή της διαφάνειας. Εν προκειμένω, η υποβολή προσφοράς από κάποιον προσφέροντα, ιδίως στις περιπτώσεις νέου διαγωνισμού για την εφαρμογή συμφωνίας - πλαίσιο ή την υλοποίηση δυναμικού συστήματος αγορών, μπορεί να λαμβάνει τη μορφή του ηλεκτρονικού καταλόγου του εν λόγω προσφέροντος, εφόσον αυτός χρησιμοποιεί τα μέσα επικοινωνίας που επιλέγει η αναθέτουσα αρχή σύμφωνα με το άρθρο 42.

 

(13) Λαμβανομένης υπόψη της ταχείας επέκτασης των ηλεκτρονικών συστημάτων αγορών, είναι σκόπιμο να προβλεφθούν στο εξής ενδεδειγμένοι κανόνες που να επιτρέπουν στις αναθέτουσες αρχές να αξιοποιούν πλήρως τις δυνατότητες τις οποίες προσφέρουν τα εν λόγω συστήματα. Με αυτήν την προοπτική, είναι σκόπιμο να προσδιορισθεί ένα καθ' ολοκληρίαν ηλεκτρονικό δυναμικό σύστημα αγορών για τις αγορές τρέχουσας χρήσεως, και να καθορισθούν ειδικοί κανόνες για την εφαρμογή και τη λειτουργία ενός τέτοιου συστήματος ώστε να εξασφαλισθεί η ισότιμη μεταχείριση όλων των οικονομικών φορέων οι οποίοι επιθυμούν να συμμετάσχουν σε αυτό. Κάθε οικονομικός φορέας θα πρέπει να μπορεί να συμμετέχει σε αυτό το σύστημα, εφόσον υποβάλλει ενδεικτική προσφορά ευθυγραμμισμένη με τη συγγραφή υποχρεώσεων και πληροί τα κριτήρια επιλογής. Αυτή η τεχνική αγορών επιτρέπει στις αναθέτουσες αρχές, με τη δημιουργία καταλόγου των προσφερόντων οι προσφορές των οποίων έχουν γίνει δεκτές και με τη δυνατότητα συμμετοχής που παρέχεται σε νέους προσφέροντες, να έχουν στη διάθεσή τους ένα ιδιαίτερα ευρύ φάσμα προσφορών - χάρη στα χρησιμοποιούμενα ηλεκτρονικά μέσα - και συνεπώς να εξασφαλίζουν την καλύτερη δυνατή χρησιμοποίηση των δημοσίων πόρων, αυξάνοντας τον ανταγωνισμό.

 

(14) Δεδομένου ότι η χρήση ηλεκτρονικών πλειστηριασμών αποτελεί τεχνική που φαίνεται να διαδίδεται, στους εν λόγω πλειστηριασμούς θα πρέπει να δοθεί κοινοτικός ορισμός και να πλαισιωθούν από ειδικούς κανόνες προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι, κατά τη διενέργειά τους, τηρούνται πλήρως η αρχή της ίσης μεταχείρισης, η αρχή της αποφυγής των διακρίσεων και η αρχή της διαφάνειας. Προς το σκοπό αυτό, ενδείκνυται να προβλεφθεί ότι οι ηλεκτρονικοί αυτοί πλειστηριασμοί καλύπτουν μόνον τις συμβάσεις έργων, προμηθειών και υπηρεσιών για τις οποίες οι προδιαγραφές μπορούν να προσδιορισθούν με ακριβή τρόπο. Αυτό μπορεί ιδίως να ισχύει για επαναλαμβανόμενες συμβάσεις προμηθειών, έργων και υπηρεσιών. Για τον ίδιο σκοπό, πρέπει επίσης να προβλεφθεί ότι η αντίστοιχη κατάταξη των προσφερόντων θα μπορεί να καταρτίζεται ανά πάσα στιγμή του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού. Η χρήση ηλεκτρονικών πλειστηριασμών επιτρέπει στους αναθέτοντες φορείς να ζητούν από τους προσφέροντες να υποβάλλουν νέες, χαμηλότερες τιμές, και, όταν η σύμβαση ανατίθεται στην πλέον οικονομικώς συμφέρουσα προσφορά, να βελτιώνουν άλλα στοιχεία των προσφορών πέραν των τιμών. Για να εξασφαλίζεται η τήρηση της αρχής της διαφάνειας, μόνον τα στοιχεία που επιδέχονται αυτόματη αξιολόγηση με ηλεκτρονικά μέσα, χωρίς παρέμβαση ή / και εκτίμηση του αναθέτοντος φορέα, μπορεί να αποτελούν αντικείμενο ηλεκτρονικών πλειστηριασμών, δηλαδή μόνον τα στοιχεία που είναι προσδιορίσιμα ποσοτικά κατά τρόπον ώστε να εκφράζονται αριθμητικώς ή ως ποσοστά. Από την άλλη πλευρά, οι πτυχές εκείνες των προσφορών που συνεπάγονται εκτίμηση στοιχείων που δεν είναι ποσοτικά προσδιορίσιμα, δεν θα πρέπει να αποτελούν αντικείμενο ηλεκτρονικών πλειστηριασμών. Συνεπώς, ορισμένες συμβάσεις έργων και ορισμένες συμβάσεις υπηρεσιών οι οποίες έχουν ως αντικείμενο υπηρεσίες πνευματικού δημιουργού, όπως ο σχεδιασμός έργων, δεν θα πρέπει να αποτελούν αντικείμενο ηλεκτρονικών πλειστηριασμών.

 

(15) Στα κράτη μέλη έχουν αναπτυχθεί ορισμένες τεχνικές συγκεντρωτικών συστημάτων προμηθειών. Διάφορες αναθέτουσες αρχές είναι επιφορτισμένες με την πραγματοποίηση αγορών ή τη σύναψη δημόσιων συμβάσεων/συμφωνιών - πλαίσιο που προορίζονται για άλλες αναθέτουσες αρχές. Οι τεχνικές αυτές παρέχουν τη δυνατότητα, λόγω του όγκου των αγοραζόμενων ποσοτήτων, να διευρύνεται ο ανταγωνισμός και να βελτιώνεται η αποτελεσματικότητα των δημόσιων παραγγελιών. Θα πρέπει, επομένως, να προβλεφθεί ένας κοινοτικός ορισμός της κεντρικής αρχής προμηθειών με προορισμό τις αναθέτουσες αρχές. Είναι επίσης σκόπιμο να καθορισθούν οι όροι υπό τους οποίους, τηρουμένης της αρχής της αποφυγής διακρίσεων και της αρχής της ίσης μεταχείρισης, οι αναθέτουσες αρχές που αποκτούν έργα, προϊόντα ή / και υπηρεσίες προσφεύγοντας σε κεντρική αρχή προμηθειών, να μπορεί να θεωρείται ότι έχουν τηρήσει την παρούσα οδηγία.

 

(16) Για να ληφθούν υπόψη οι ανομοιότητες που υπάρχουν στα κράτη μέλη, θα πρέπει να τους παρασχεθεί η ευχέρεια να προβλέπουν ότι οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να προσφεύγουν σε συμφωνίες - πλαίσιο, σε κεντρικές αρχές προμηθειών, σε δυναμικά συστήματα αγορών, σε ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς και σε ανταγωνιστικό διάλογο, όπως αυτά ορίζονται και ρυθμίζονται από την παρούσα οδηγία.

 

(17) Ο πολλαπλασιασμός του αριθμού των κατώτατων ορίων εφαρμογής των διατάξεων συντονισμού αποτελεί πηγή σύγχυσης για τις αναθέτουσες αρχές. Επιπλέον, λαμβανομένης υπόψη της Νομισματικής Ένωσης, θα πρέπει να καθορισθούν κατώτατα όρια εκφρασμένα σε ευρώ. Συνεπώς, ενδείκνυται να καθορισθούν τα κατώτατα όρια, σε ευρώ, ώστε να απλουστευθεί η εφαρμογή των διατάξεων αυτών και, ταυτόχρονα, να εξασφαλισθεί η τήρηση των κατώτατων ορίων που προβλέπει η συμφωνία, τα οποία εκφράζονται σε ειδικά τραβηκτικά δικαιώματα. Με αυτήν την προοπτική, ενδείκνυται επίσης να προβλεφθεί περιοδική αναθεώρηση των εκφρασμένων σε ευρώ κατώτατων ορίων, προκειμένου να προσαρμόζονται, εάν απαιτείται, ανάλογα με τις τυχόν διακυμάνσεις της αξίας του ευρώ σε σχέση με το ειδικό τραβηκτικό δικαίωμα.

 

(18) Για την εφαρμογή των κανόνων που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία και για λόγους παρακολούθησης, ο τομέας των υπηρεσιών προσδιορίζεται καλύτερα εάν υποδιαιρεθεί σε κατηγορίες που αντιστοιχούν σε συγκεκριμένες θέσεις μιας κοινής ταξινόμησης και εάν οι κατηγορίες αυτές συγκεντρωθούν σε δύο παραρτήματα ΙΙΑ και ΙΙΒ, ανάλογα με το καθεστώς στο οποίο υπάγονται. Όσον αφορά τις υπηρεσίες του παραρτήματος ΙΙΒ, οι εφαρμοστέες διατάξεις της παρούσας οδηγίας δεν θα πρέπει να θίγουν την εφαρμογή των ειδικών κοινοτικών κανόνων που διέπουν τις υπηρεσίες αυτές.

 

(19) Όσον αφορά τις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών, η πλήρης εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να περιορισθεί, για μια μεταβατική περίοδο, στις συμβάσεις στις οποίες η παρούσα οδηγία επιτρέπει την αξιοποίηση όλων των δυνατοτήτων αύξησης των συναλλαγών εκτός των συνόρων. Οι συμβάσεις για τις άλλες υπηρεσίες θα πρέπει να παρακολουθούνται κατά τη μεταβατική αυτή περίοδο, πριν να αποφασισθεί η πλήρης εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Θα πρέπει, συνεπώς, να ορισθεί ο μηχανισμός της εν λόγω παρακολούθησης. Ο μηχανισμός αυτός θα πρέπει, παράλληλα, να επιτρέπει στους ενδιαφερόμενους να έχουν πρόσβαση στις σχετικές πληροφορίες.

 

(20) Οι δημόσιες συμβάσεις που συνάπτουν οι αναθέτουσες αρχές στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών και οι οποίες εμπίπτουν στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων αυτών, καλύπτονται από την οδηγία [ΕΟΚ] 2004/17/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31-03-2004, σχετικά με τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών (1). Ωστόσο, οι συμβάσεις που συνάπτουν οι αναθέτουσες αρχές στο πλαίσιο δραστηριοτήτων εκμετάλλευσης θαλάσσιων, παράκτιων ή ποτάμιων μεταφορών, πρέπει να υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

 

(21) Λόγω της κατάστασης του πραγματικού ανταγωνισμού που επικρατεί στις αγορές στον τομέα των τηλεπικοινωνιών ως απόρροια της εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας για την ελευθέρωση του τομέα, θα πρέπει να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας οι δημόσιες συμβάσεις του τομέα αυτού, υπό την προϋπόθεση ότι αποσκοπούν κυρίως στο να παρέχεται η δυνατότητα στις αναθέτουσες αρχές να ασκούν ορισμένες δραστηριότητες στον τομέα των τηλεπικοινωνιών. Οι δραστηριότητες αυτές καθορίζονται βάσει των ορισμών που χρησιμοποιούνται στα άρθρα 1, 2 και 8 της οδηγίας 1993/38/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14-06-1993, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών (2) και, συνεπώς, η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις που εξαιρέθηκαν από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 1993/38/ΕΟΚ σύμφωνα το άρθρο 8 της εν λόγω οδηγίας.

 

(22) η πλήρης εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Θα πρέπει, συνεπώς, να ορισθεί ο μηχανισμός της εν λόγω παρακολούθησης. Ο μηχανισμός αυτός θα πρέπει, παράλληλα, να επιτρέπει στους ενδιαφερόμενους να έχουν πρόσβαση στις σχετικές πληροφορίες.

 

(20) Οι δημόσιες συμβάσεις που συνάπτουν οι αναθέτουσες αρχές στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών και οι οποίες εμπίπτουν στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων αυτών, καλύπτονται από την οδηγία [ΕΟΚ] 2004/17/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31-03-2004, σχετικά με τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών (9). Ωστόσο, οι συμβάσεις που συνάπτουν οι αναθέτουσες αρχές στο πλαίσιο δραστηριοτήτων εκμετάλλευσης θαλάσσιων, παράκτιων ή ποτάμιων μεταφορών, πρέπει να υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

 

(21) Λόγω της κατάστασης του πραγματικού ανταγωνισμού που επικρατεί στις αγορές στον τομέα των τηλεπικοινωνιών ως απόρροια της εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας για την ελευθέρωση του τομέα, θα πρέπει να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας οι δημόσιες συμβάσεις του τομέα αυτού, υπό την προϋπόθεση ότι αποσκοπούν κυρίως στο να παρέχεται η δυνατότητα στις αναθέτουσες αρχές να ασκούν ορισμένες δραστηριότητες στον τομέα των τηλεπικοινωνιών. Οι δραστηριότητες αυτές καθορίζονται βάσει των ορισμών που χρησιμοποιούνται στα άρθρα 1, 2 και 8 της οδηγίας 1993/38/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14-06-1993, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών (10) και, συνεπώς, η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις που εξαιρέθηκαν από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 1993/38/ΕΟΚ σύμφωνα το άρθρο 8 της εν λόγω οδηγίας.

 

(22) Θα πρέπει να προβλεφθεί διάταξη για περιπτώσεις όπου είναι δυνατόν να μην εφαρμοσθούν μέτρα για τον συντονισμό διαδικασιών για λόγους οι οποίοι αφορούν την κρατική ασφάλεια ή κρατικά μυστικά ή λόγω ειδικών κανόνων για την ανάθεση συμβάσεων, οι οποίοι απορρέουν από διεθνείς συμφωνίες ή είναι σχετικοί με τη στάθμευση στρατευμάτων ή εφαρμόζονται ειδικά για διεθνείς οργανισμούς.

 

(23) Βάσει του άρθρου 163 της συνθήκης, η ενθάρρυνση της έρευνας και της τεχνολογικής ανάπτυξης συνιστά ένα από τα μέσα ενίσχυσης των επιστημονικών και τεχνολογικώνΘα πρέπει να προβλεφθεί διάταξη για περιπτώσεις όπου είναι δυνατόν να μην εφαρμοσθούν μέτρα για τον συντονισμό διαδικασιών για λόγους οι οποίοι αφορούν την κρατική ασφάλεια ή κρατικά μυστικά ή λόγω ειδικών κανόνων για την ανάθεση συμβάσεων, οι οποίοι απορρέουν από διεθνείς συμφωνίες ή είναι σχετικοί με τη στάθμευση στρατευμάτων ή εφαρμόζονται ειδικά για διεθνείς οργανισμούς.

 

(23) Βάσει του άρθρου 163 της συνθήκης, η ενθάρρυνση της έρευνας και της τεχνολογικής ανάπτυξης συνιστά ένα από τα μέσα ενίσχυσης των επιστημονικών και τεχνολογικών βάσεων της κοινοτικής βιομηχανίας, και το άνοιγμα δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών βοηθά στην πραγματοποίηση του στόχου αυτού. Η συγχρηματοδότηση προγραμμάτων έρευνας δεν θα πρέπει να καλύπτεται από την παρούσα οδηγία επομένως, δεν καλύπτονται οι συμβάσεις υπηρεσιών έρευνας και ανάπτυξης, εκτός από εκείνες οι καρποί των οποίων ανήκουν αποκλειστικά στην αναθέτουσα αρχή για ιδία χρήση κατά την άσκηση της ιδίας δραστηριότητας και υπό τον όρο ότι η παροχή υπηρεσιών αμείβεται εξ ολοκλήρου από την αναθέτουσα αρχή.

 

(24) Στο πλαίσιο των υπηρεσιών, οι συμβάσεις απόκτησης, μίσθωσης ή σύστασης άλλων δικαιωμάτων επί ακινήτων παρουσιάζουν ιδιάζοντα χαρακτηριστικά, τα οποία καθιστούν απρόσφορη την εφαρμογή των κανόνων σύναψης δημοσίων συμβάσεων.

 

(25) Η σύναψη των δημόσιων συμβάσεων για ορισμένες οπτικοακουστικές υπηρεσίες στον τομέα της ραδιοφωνίας θα πρέπει να μπορεί να λαμβάνει υπόψη προβληματισμούς που έχουν πολιτιστική και κοινωνική σημασία, οι οποίοι καθιστούν απρόσφορη την εφαρμογή των κανόνων σύναψης των συμβάσεων. Για τους λόγους αυτούς, πρέπει συνεπώς, να προβλεφθεί εξαίρεση για τις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών που αφορούν την αγορά, την ανάπτυξη, την παραγωγή ή τη συμπαραγωγή προγραμμάτων έτοιμων προς χρησιμοποίηση και άλλων προπαρασκευαστικών υπηρεσιών, όπως οι συμβάσεις που αφορούν σενάρια ή καλλιτεχνικές επιδόσεις αναγκαίες για την παραγωγή του προγράμματος καθώς και οι συμβάσεις που αφορούν τον χρόνο μετάδοσης εκπομπών. Ωστόσο, η εξαίρεση αυτή δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται στην προμήθεια του τεχνικού υλικού που είναι αναγκαίο για την παραγωγή, τη συμπαραγωγή και την εκπομπή αυτών των προγραμμάτων. Ως εκπομπή θα πρέπει να νοείται η μετάδοση και διανομή μέσω κάθε είδους ηλεκτρονικού δικτύου.

 

(26) Οι υπηρεσίες διαιτησίας και συμβιβασμού παρέχονται συνήθως από οργανισμούς ή πρόσωπα τα οποία ορίζονται ή επιλέγονται έτσι ώστε να μην είναι δυνατό να υπόκεινται σε κανόνες σύναψης δημόσιων συμβάσεων.

 

(27) Κατ' εφαρμογή της συμφωνίας, οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες τις οποίες αφορά η παρούσα οδηγία δεν περιλαμβάνουν τα μέσα νομισματικής πολιτικής, τις τιμές συναλλάγματος, το δημόσιο χρέος, τη διαχείριση αποθεματικών και άλλες πολιτικές που αφορούν συναλλαγές επί τίτλων ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων, και ιδίως τις συναλλαγές που έχουν ως στόχο την απόκτηση χρηματικών πόρων ή κεφαλαίων από τις αναθέτουσες αρχές. Συνεπώς, δεν καλύπτονται οι συμβάσεις που αφορούν την έκδοση, την αγορά, την πώληση και τη μεταβίβαση τίτλων ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων. Εξαιρούνται επίσης οι υπηρεσίες που παρέχονται από κεντρικές τράπεζες.

 

(28) Η απασχόληση και η εργασία είναι βασικά στοιχεία για τη διασφάλιση ίσων ευκαιριών για όλους και συμβάλλουν στην κοινωνική ένταξη. Στο πλαίσιο αυτό, τα προγράμματα προστατευόμενων εργαστηρίων και προστατευόμενης απασχόλησης συμβάλλουν αποτελεσματικά στην ένταξη ή επανένταξη των ατόμων με αναπηρίες στην αγορά εργασίας. Ωστόσο, τα εργαστήρια αυτά ενδέχεται να μην είναι εις θέση να λαμβάνουν συμβόλαια υπό κανονικές συνθήκες ανταγωνισμού. Συνεπώς, είναι ενδεδειγμένο να προβλεφθεί ότι τα κράτη μέλη μπορούν να παραχωρούν κατ' αποκλειστικότητα στα εργαστήρια αυτά το δικαίωμα συμμετοχής σε διαδικασίες ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων ή να αναθέτουν κατ' αποκλειστικότητα την εκτέλεση συμβάσεων στο πλαίσιο προγραμμάτων προστατευόμενης απασχόλησης.

 

(29) Οι τεχνικές προδιαγραφές που καθορίζονται από τους αγοραστές του δημοσίου θα πρέπει να επιτρέπουν το άνοιγμα των δημοσίων συμβάσεων στον ανταγωνισμό. Για το σκοπό αυτό, θα πρέπει να είναι δυνατή η υποβολή προσφορών που αντικατοπτρίζουν την ποικιλία των τεχνικών λύσεων. Προς τούτο, αφενός, οι τεχνικές προδιαγραφές πρέπει να μπορούν να ορίζονται ως προς τις επιδόσεις και τις λειτουργικές απαιτήσεις και, αφετέρου, σε περίπτωση αναφοράς στο ευρωπαϊκό πρότυπο ή, ελλείψει αυτού, στο εθνικό πρότυπο, πρέπει να εξετάζονται από τις αναθέτουσες αρχές προσφορές βασιζόμενες σε άλλες ισοδύναμες λύσεις. Προκειμένου να αποδεικνύουν την ισοδυναμία, οι προσφέροντες θα πρέπει να μπορούν να χρησιμοποιούν κάθε αποδεικτικό μέσο. Οι αναθέτουσες αρχές πρέπει να είναι σε θέση να αιτιολογούν τυχόν απόφασή τους για τη μη ύπαρξη ισοδυναμίας σε συγκεκριμένη περίπτωση. Οι αναθέτουσες αρχές που επιθυμούν να ορίσουν περιβαλλοντικές ανάγκες μεταξύ των τεχνικών προδιαγραφών δεδομένης σύμβασης μπορούν να προβλέπουν τα συγκεκριμένα περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά, όπως συγκεκριμένη μέθοδο παραγωγής, και/ή ειδικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις ομάδων προϊόντων ή υπηρεσιών. Μπορούν, αλλά δεν είναι υποχρεωμένες, να χρησιμοποιούν τις κατάλληλες προδιαγραφές που καθορίζουν τα οικολογικά σήματα, όπως το ευρωπαϊκό, το (πολύ) εθνικό ή οποιοδήποτε άλλο οικολογικό σήμα, εάν οι απαιτήσεις για το σήμα αναπτύσσονται και υιοθετούνται βάσει επιστημονικής πληροφόρησης μέσω μιας διαδικασίας στην οποία έχουν δικαίωμα συμμετοχής τα ενδιαφερόμενα μέρη, όπως οι κυβερνητικοί οργανισμοί, οι καταναλωτές, οι κατασκευαστές, οι διανομείς ή οι περιβαλλοντικές οργανώσεις, και εάν το σήμα είναι προσιτό και διαθέσιμο για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη. Οι αναθέτουσες αρχές οφείλουν, οσάκις αυτό είναι εφικτό, να θεσπίζουν τεχνικές προδιαγραφές προκειμένου να λαμβάνουν υπόψη τα κριτήρια προσβασιμότητας για άτομα με αναπηρίες ή σχεδιασμό για όλους τους χρήστες. Οι τεχνικές προδιαγραφές θα πρέπει να αναφέρονται σαφώς ούτως ώστε όλοι οι προσφέροντες να γνωρίζουν τι καλύπτουν οι απαιτήσεις που θεσπίζουν οι αναθέτουσες αρχές.

 

(30) Οι συμπληρωματικές πληροφορίες για τις συμβάσεις πρέπει να περιλαμβάνονται, όπως συνηθίζεται στα κράτη μέλη, στο τεύχος της συγγραφής υποχρεώσεων που αφορά κάθε σύμβαση ή σε άλλο ισοδύναμο έγγραφο.

 

(31) Οι αναθέτουσες αρχές οι οποίες πραγματοποιούν ιδιαίτερα πολύπλοκα έργα ενδέχεται, χωρίς να φέρουν καμία ευθύνη οι ίδιες, να βρεθούν αντικειμενικά σε αδυναμία να ορίσουν τα μέσα που θα μπορούσαν να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους ή να εκτιμήσουν τι μπορεί να προσφέρει η αγορά από την άποψη τεχνικών λύσεων ή / και χρηματοδοτικών/νομικών λύσεων. Η κατάσταση αυτή μπορεί ιδίως να παρουσιασθεί όσον αφορά την εκτέλεση σημαντικών έργων υποδομής ολοκληρωμένων μεταφορών, την υλοποίηση μεγάλων δικτύων πληροφορικής και την υλοποίηση έργων που απαιτούν περίπλοκη και διαρθρωμένη χρηματοδότηση, η χρηματοοικονομική και νομική οργάνωση της οποίας δεν είναι δυνατόν να καθορισθεί εκ των προτέρων. Στον βαθμό που η χρησιμοποίηση ανοικτών ή κλειστών διαδικασιών δεν επιτρέπει την ανάθεση τέτοιων συμβάσεων, θα πρέπει, ως εκ τούτου, να προβλεφθεί μια ευέλικτη διαδικασία που να διασφαλίζει τόσο τον ανταγωνισμό μεταξύ των οικονομικών φορέων όσο και την ανάγκη των αναθετουσών αρχών να συζητούν με κάθε υποψήφιο όλες τις πτυχές της σύμβασης. Ωστόσο, η διαδικασία αυτή δεν πρέπει να χρησιμοποιείται κατά τρόπο που να περιορίζει ή να νοθεύει τον ανταγωνισμό, ιδίως με την τροποποίηση βασικών στοιχείων των προσφορών ή με την επιβολή νέων ουσιωδών στοιχείων στον προσφέροντα που έχει επιλεγεί, ή με την εμπλοκή οποιουδήποτε άλλου προσφέροντος εκτός εκείνου που έχει υποβάλλει την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά.

 

(32) Προκειμένου να ευνοηθεί η πρόσβαση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στις δημόσιες συμβάσεις, συνιστάται να συμπεριληφθούν διατάξεις σχετικά με την υπεργολαβία.

 

(33) Οι όροι εκτέλεσης μιας σύμβασης συνάδουν με την παρούσα οδηγία, εφόσον δεν εισάγουν άμεσα ή έμμεσα διακρίσεις και αναγγέλλονται στην προκήρυξη διαγωνισμού ή στη συγγραφή υποχρεώσεων. Μπορούν, μεταξύ άλλων, να έχουν ως αντικείμενο την ενθάρρυνση της επιτόπιας επαγγελματικής κατάρτισης, τη χρησιμοποίηση ατόμων με ιδιαίτερες δυσκολίες ένταξης, την καταπολέμηση της ανεργίας ή την προστασία του περιβάλλοντος. Παραδείγματος χάριν, μπορούν να αναφέρονται, μεταξύ άλλων, οι ισχύουσες για την εκτέλεση της σύμβασης υποχρεώσεις πρόσληψης μακροχρόνια ανέργων ή ανάληψης δραστηριοτήτων κατάρτισης για τους άνεργους ή τους νέους, ουσιαστικής τήρησης των διατάξεων των θεμελιωδών συμβάσεων της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ) στην περίπτωση κατά την οποία δεν έχουν μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο, και πρόσληψης ενός αριθμού ατόμων με ειδικές ανάγκες που υπερβαίνει εκείνον που επιβάλλει η εθνική νομοθεσία.

 

(34) Οι νόμοι, οι κανονισμοί και οι συλλογικές συμβάσεις, τόσο σε εθνικό όσο και σε κοινοτικό επίπεδο, που ισχύουν σε θέματα συνθηκών εργασίας και ασφάλειας στην εργασία, εφαρμόζονται κατά την εκτέλεση δημόσιας σύμβασης, υπό την προϋπόθεση ότι οι κανόνες αυτοί, καθώς και η εφαρμογή τους, συμβιβάζονται με το κοινοτικό δίκαιο. Στις διασυνοριακές περιπτώσεις, όπου οι εργαζόμενοι ενός κράτους μέλους παρέχουν υπηρεσίες σε ένα άλλο κράτος μέλος για την υλοποίηση μιας δημόσιας σύμβασης, η οδηγία [ΕΟΚ] 1996/71/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16-12-1996, σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών (11), αναφέρει τις ελάχιστες προϋποθέσεις που πρέπει να τηρούνται στη χώρα υποδοχής όσον αφορά αυτούς τους αποσπασμένους εργαζομένους. Εάν το εθνικό δίκαιο περιέχει διατάξεις προς τον σκοπό αυτόν, η μη τήρηση των εν λόγω υποχρεώσεων μπορεί να θεωρηθεί σοβαρό παράπτωμα ή παράβαση της επαγγελματικής δεοντολογίας εκ μέρους του οικείου οικονομικού φορέα δυνάμενη να επιφέρει τον αποκλεισμό αυτού του οικονομικού φορέα από τη διαδικασία σύναψης μιας δημόσιας σύμβασης.

 

(35) Λαμβανομένων υπόψη των νέων τεχνολογιών της πληροφορίας και των επικοινωνιών καθώς και των απλουστεύσεων που μπορούν να επιφέρουν στο επίπεδο της δημοσιότητας των συμβάσεων και στην αποτελεσματικότητα και διαφάνεια των διαδικασιών σύναψης, τα ηλεκτρονικά μέσα θα πρέπει να εξισώνονται με τα κλασικά μέσα επικοινωνίας και ανταλλαγής πληροφοριών. Στο μέτρο του δυνατού, το μέσο και η τεχνολογία που επιλέγονται θα πρέπει να είναι συμβατά με τις τεχνολογίες που χρησιμοποιούν τα άλλα κράτη μέλη.

 

(36) Η ανάπτυξη πραγματικού ανταγωνισμού στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων απαιτεί τη δημοσιότητα σε κοινοτικό επίπεδο των σχετικών προκηρύξεων που συντάσσουν οι αναθέτουσες αρχές των κρατών μελών. Οι πληροφορίες που περιέχονται στις προκηρύξεις αυτές πρέπει να επιτρέπουν στους οικονομικούς φορείς της Κοινότητας να κρίνουν αν οι προτεινόμενες συμβάσεις τους ενδιαφέρουν. Για το σκοπό αυτό, θα πρέπει να λαμβάνουν επαρκώς γνώση του αντικειμένου της προκήρυξης και των όρων που τη συνοδεύουν. Είναι λοιπόν σημαντικό να εξασφαλισθεί μεγαλύτερη προβολή των δημοσιευμένων προκηρύξεων με τα κατάλληλα μέσα, όπως τα τυποποιημένα έγγραφα προκηρύξεων συμβάσεων και το κοινό λεξιλόγιο για τις δημόσιες συμβάσεις (Common Procurement Vocabulary, CPV), το οποίο προβλέπει ο κανονισμός (ΕΚ) αριθμός 2195/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2), καθώς και η ονοματολογία αναφοράς για τις δημόσιες συμβάσεις. Στις κλειστές διαδικασίες, η δημοσιότητα θα πρέπει να έχει ιδίως σκοπό να δίδει τη δυνατότητα στους οικονομικούς φορείς των κρατών μελών να εκδηλώνουν το ενδιαφέρον τους για τις συμβάσεις ζητώντας από τις αναθέτουσες αρχές προσκλήσεις προς υποβολή προσφορών υπό τους απαιτούμενους όρους.

 

(37) Η οδηγία [ΕΟΚ] 1999/1993/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13-12-1999, σχετικά με το κοινοτικό πλαίσιο για ηλεκτρονικές υπογραφές 13 και η οδηγία [ΕΟΚ] 2000/31/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 08-06-2000, για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά (οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο) 14, θα πρέπει, στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας, να εφαρμόζονται στη διαβίβαση πληροφοριών με ηλεκτρονικά μέσα. Οι διαδικασίες σύναψης δημόσιων συμβάσεων και οι κανόνες που εφαρμόζονται στους διαγωνισμούς στον τομέα των υπηρεσιών, απαιτούν υψηλότερο επίπεδο ασφάλειας και εμπιστευτικότητας από εκείνο που προβλέπεται στις εν λόγω οδηγίες. Κατά συνέπεια, οι μηχανισμοί ηλεκτρονικής παραλαβής προσφορών, αιτήσεων συμμετοχής, καθώς και των μελετών και σχεδίων, θα πρέπει να πληρούν ειδικές πρόσθετες απαιτήσεις. Προς το σκοπό αυτό, θα πρέπει να ενθαρρυνθεί κατά το δυνατόν η χρήση ηλεκτρονικών υπογραφών και ιδίως προηγμένων ηλεκτρονικών υπογραφών. Εξάλλου, η ύπαρξη συστημάτων εθελοντικής πιστοποίησης θα μπορούσε να αποτελέσει ευνοϊκό πλαίσιο για τη βελτίωση του επιπέδου των υπηρεσιών πιστοποίησης των εν λόγω μηχανισμών.

 

(38) Η χρήση ηλεκτρονικών μέσων εξοικονομεί χρόνο. Κατά συνέπεια, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί μείωση των ελάχιστων προθεσμιών όταν χρησιμοποιούνται τα εν λόγω ηλεκτρονικά μέσα, υπό τον όρο, ωστόσο, ότι οι προθεσμίες συμβιβάζονται με το συγκεκριμένο τρόπο διαβίβασης που προβλέπεται σε κοινοτικό επίπεδο.

 

(39) Ο έλεγχος της καταλληλότητας του προσφέροντος, στις ανοικτές διαδικασίες, και των υποψηφίων, στις κλειστές και στις με διαπραγμάτευση διαδικασίες μαζί με δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού καθώς και στον ανταγωνιστικό διάλογο, και η επιλογή τους θα πρέπει να γίνονται υπό συνθήκες διαφάνειας. Προς τούτο, είναι σκόπιμο να αναφέρονται τα κριτήρια, τα οποία δεν θα εισάγουν διακρίσεις, και τα οποία θα μπορούν να χρησιμοποιούν οι αναθέτουσες αρχές προκειμένου να επιλέγουν τους ανταγωνιζόμενους καθώς και τα μέσα τα οποία μπορούν να χρησιμοποιούν οι οικονομικοί φορείς για να αποδεικνύουν ότι πληρούν τα κριτήρια αυτά. Με αυτό το πνεύμα διαφάνειας, η αναθέτουσα αρχή θα πρέπει να αναφέρει, κατά την προκήρυξη μίας σύμβασης, τα κριτήρια επιλογής που θα χρησιμοποιήσει για την επιλογή, καθώς και το επίπεδο ειδικών ικανοτήτων που απαιτεί ενδεχομένως από τους οικονομικούς φορείς για να τους δεχθεί στη διαδικασία σύναψης της σύμβασης.

 

(40) Η αναθέτουσα αρχή μπορεί να περιορίζει τον αριθμό των υποψηφίων, στις κλειστές και στις με διαπραγμάτευση διαδικασίες, με δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού, καθώς και στον ανταγωνιστικό διάλογο. Η μείωση του αριθμού των υποψηφίων θα πρέπει να γίνεται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων που επισημαίνονται στην προκήρυξη διαγωνισμού. Τα εν λόγω αντικειμενικά κριτήρια δεν συνεπάγονται κατ' ανάγκην την πραγματοποίηση στάθμισης. Σχετικά με τα κριτήρια που αφορούν την προσωπική κατάσταση του οικονομικού φορέα, η ύπαρξη στην προκήρυξη διαγωνισμού μιας γενικής παραπομπής στις περιπτώσεις του άρθρου 45 θεωρείται αρκετή.

 

(41) Στον ανταγωνιστικό διάλογο και στις διαδικασίες διαπραγμάτευσης με δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού, λόγω της ευελιξίας που μπορεί να απαιτείται και των υπερβολικά υψηλών δαπανών που συνδέονται με αυτές τις μεθόδους σύναψης συμβάσεων, θα πρέπει να επιτρέπεται στις αναθέτουσες αρχές να προβλέπουν μια διαδικασία σε διαδοχικές φάσεις ώστε να μειώνεται βαθμιαία, βάσει κριτηρίων ανάθεσης που θα έχουν επισημανθεί εκ των προτέρων, ο αριθμός προσφορών που θα συνεχίσουν να συζητούν ή να διαπραγματεύονται. Αυτή η μείωση θα πρέπει να εξασφαλίζει πραγματικό ανταγωνισμό, εφόσον ο αριθμός των κατάλληλων λύσεων ή υποψηφίων το επιτρέπει.

 

(42) Οι κοινοτικοί κανόνες που αφορούν την αμοιβαία αναγνώριση των διπλωμάτων, των πτυχίων ή των άλλων αποδεικτικών τυπικών προσόντων εφαρμόζονται όταν πρέπει να αποδεικνύεται η κατοχή συγκεκριμένων προσόντων προκειμένου να επιτραπεί η συμμετοχή σε διαδικασία σύναψης σύμβασης ή σε διαγωνισμό μελετών.

 

(43) Θα πρέπει να αποφεύγεται η ανάθεση δημόσιων συμβάσεων σε οικονομικούς φορείς που έχουν συμμετάσχει σε εγκληματική οργάνωση ή που έχουν κριθεί ένοχοι δωροδοκίας ή απάτης εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Οσάκις απαιτείται, οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να ζητούν από τους υποψηφίους / προσφέροντες τα σχετικά έγγραφα και, εάν έχουν αμφιβολίες σχετικά με την προσωπική κατάσταση ενός υποψηφίου / προσφέροντος, μπορούν να ζητούν τη συνεργασία των αρμόδιων αρχών του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους. Οι εν λόγω οικονομικοί φορείς θα πρέπει να αποκλείονται όταν περιέρχεται σε γνώση της αναθέτουσας αρχής απόφαση σχετική με τα προαναφερθέντα αδικήματα η οποία έχει εκδοθεί σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και έχει ισχύ δεδικασμένου. Εάν το εθνικό δίκαιο περιέχει διατάξεις προς τον σκοπό αυτόν, η μη τήρηση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας ή της νομοθεσίας περί δημοσίων συμβάσεων όσον αφορά τις παράνομες συμπράξεις, η οποία έχει διαπιστωθεί με τελεσίδικη απόφαση ή με απόφαση έχουσα ισοδύναμα αποτελέσματα, μπορεί να θεωρείται ως αδίκημα το οποίο θίγει την επαγγελματική ακεραιότητα του οικονομικού φορέα ή ως σοβαρό παράπτωμα.

 

Η μη τήρηση των εθνικών διατάξεων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο των οδηγιών [ΕΟΚ] 2000/78/ΕΚ 15 και [ΕΟΚ] 1976/207/ΕΟΚ 16 του Συμβουλίου σχετικά με την ίση μεταχείριση των εργαζομένων, η οποία έχει διαπιστωθεί με τελεσίδικη απόφαση ή με απόφαση έχουσα ισοδύναμο αποτέλεσμα, μπορεί να θεωρείται παράβαση επαγγελματικής δεοντολογίας εκ μέρους του οικονομικού φορέα ή σοβαρό παράπτωμα.

 

(44) Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η εφαρμογή μέτρων ή συστημάτων περιβαλλοντικής διαχείρισης κατά την εκτέλεση της δημόσιας σύμβασης αιτιολογείται από τη φύση των έργων ή / και των υπηρεσιών, είναι δυνατό να απαιτείται η εφαρμογή τέτοιων μέτρων ή συστημάτων. Τα συστήματα περιβαλλοντικής διαχείρισης, ανεξαρτήτως της καταγραφής τους σύμφωνα με τις κοινοτικές πράξεις, όπως ο κανονισμός (ΕΚ) αριθμός 761/2001 (EMAS) 17, μπορούν να καταδεικνύουν την τεχνική ικανότητα του οικονομικού φορέα να εκτελέσει τη σύμβαση. Εξάλλου, η περιγραφή, εκ μέρους του οικονομικού φορέα, των μέτρων που εφαρμόζει ώστε να διασφαλίσει ισοδύναμο επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος, θα πρέπει να γίνεται δεκτή ως εναλλακτικό αποδεικτικό μέσο των καταγεγραμμένων συστημάτων περιβαλλοντικής διαχείρισης.

 

(45) Η παρούσα οδηγία προβλέπει τη δυνατότητα τα κράτη μέλη να καταρτίζουν επίσημους καταλόγους εργολάβων, προμηθευτών ή παρόχων υπηρεσιών ή να καθιερώνουν πιστοποίηση από δημόσιους ή ιδιωτικούς οργανισμούς καθώς και να περιλαμβάνουν τα αποτελέσματα μιας τέτοιας καταγραφής ή πιστοποιητικού στο πλαίσιο σύναψης δημοσίων συμβάσεων σε άλλο κράτος μέλος. Όσον αφορά τους επίσημους καταλόγους των εγκεκριμένων οικονομικών φορέων, είναι σημαντικό να λαμβάνεται υπόψη η νομολογία του Δικαστηρίου σε περιπτώσεις που ένας οικονομικός φορέας ο οποίος αποτελεί μέρος ομίλου επικαλείται τις οικονομικές, χρηματοδοτικές ή τεχνικές δυνατότητες άλλων εταιρειών του ομίλου προκειμένου να στηρίξει την αίτηση εγγραφής του. Στην περίπτωση αυτή, εναπόκειται στον οικονομικό φορέα να αποδεικνύει ότι διαθέτει πράγματι τα μέσα αυτά καθ' όλη τη διάρκεια ισχύος της εγγραφής. Για τους σκοπούς της εγγραφής αυτής, ένα κράτος μέλος μπορεί να καθορίζει τα επίπεδα των απαιτήσεων που πρέπει να πληρούνται. μπορεί, παραδείγματος χάριν, στην περίπτωση που ο εν λόγω φορέας επικαλείται τις χρηματοδοτικές δυνατότητες άλλης εταιρείας του ομίλου, να απαιτεί εν ανάγκη την από κοινού και χωριστά δέσμευση της εταιρείας αυτής.

 

(46) Η ανάθεση της σύμβασης θα πρέπει να πραγματοποιείται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων που εξασφαλίζουν την τήρηση της αρχής της διαφάνειας, της αρχής της αποφυγής των διακρίσεων και της αρχής της ίσης μεταχείρισης και εγγυώνται την αξιολόγηση των προσφορών υπό συνθήκες πραγματικού ανταγωνισμού. Συνεπώς, ενδείκνυται να γίνεται δεκτή η εφαρμογή δύο μόνο κριτηρίων ανάθεσης, ήτοι των κριτηρίων της χαμηλότερης τιμής και της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς.

 

Προκειμένου να εξασφαλίζεται ο σεβασμός της αρχής της ίσης μεταχείρισης κατά τη διάρκεια της ανάθεσης των συμβάσεων, ενδείκνυται να προβλεφθεί η παγιωμένη βάσει νομολογίας υποχρέωση να διασφαλίζεται η απαραίτητη διαφάνεια ώστε να επιτρέπεται σε κάθε προσφέροντα να ενημερώνεται σε λογικά πλαίσια για τα κριτήρια και τους τρόπους που θα εφαρμόζονται για τον προσδιορισμό της από οικονομική άποψη πλέον συμφέρουσας προσφοράς. Εναπόκειται, συνεπώς, στις αναθέτουσες αρχές να αναφέρουν τα κριτήρια ανάθεσης καθώς και τη σχετική στάθμιση που δίνεται σε καθένα από αυτά τα κριτήρια, και τούτο εγκαίρως ώστε οι προσφέροντες να την γνωρίζουν για την κατάρτιση των προσφορών τους. Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να εφαρμόζουν παρέκκλιση από την αναφορά της στάθμισης των κριτηρίων ανάθεσης σε πλήρως δικαιολογημένες περιπτώσεις, τις οποίες πρέπει να μπορούν να αιτιολογούν, όταν η στάθμιση αυτή δεν μπορεί να καταρτισθεί εκ των προτέρων, λόγω ιδίως της πολυπλοκότητας της σύμβασης. Στις περιπτώσεις αυτές, πρέπει να αναφέρουν τη φθίνουσα σειρά σπουδαιότητας αυτών των κριτηρίων.

 

Όταν οι αναθέτουσες αρχές επιλέγουν να αναθέσουν τη σύμβαση στην πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά, αξιολογούν τις προσφορές προκειμένου να προσδιορίσουν εκείνη που παρουσιάζει την καλύτερη σχέση ποιότητας/τιμής. Για τον σκοπό αυτόν, καθορίζουν τα οικονομικά και ποιοτικά κριτήρια τα οποία, στο σύνολό τους, πρέπει να επιτρέπουν τον προσδιορισμό της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς για την αναθέτουσα αρχή. Ο καθορισμός αυτών των κριτηρίων είναι συνάρτηση του αντικειμένου της σύμβασης, στο μέτρο που τα κριτήρια αυτά πρέπει να επιτρέπουν την αξιολόγηση του επιπέδου επίδοσης που παρουσιάζεται από κάθε προσφορά σε σχέση με το αντικείμενο της σύμβασης, όπως αυτό ορίζεται στις τεχνικές προδιαγραφές, καθώς και τη μέτρηση της σχέσης ποιότητας/τιμής κάθε προσφοράς. Για τη διασφάλιση της ίσης μεταχείρισης, τα κριτήρια ανάθεσης θα πρέπει να επιτρέπουν τη σύγκριση των προσφορών και την αντικειμενική αξιολόγησή τους. Εάν πληρούνται αυτές οι προϋποθέσεις, τα οικονομικά και ποιοτικά κριτήρια ανάθεσης, όπως εκείνα που αφορούν την ικανοποίηση των περιβαλλοντικών απαιτήσεων, μπορούν να επιτρέπουν στην αναθέτουσα αρχή να ικανοποιήσει τις ανάγκες του σχετικού δημόσιου φορέα, όπως αυτές εκφράζονται στις προδιαγραφές της αγοράς. Με βάση τις ίδιες αυτές προϋποθέσεις, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να χρησιμοποιεί κριτήρια που αποβλέπουν στην ικανοποίηση κοινωνικών απαιτήσεων που ανταποκρίνονται ιδίως στις οριζόμενες στις προδιαγραφές της αγοράς ανάγκες κατηγοριών πληθυσμού, οι οποίες μειονεκτούν ιδιαιτέρως και στις οποίες ανήκουν οι δικαιούχοι/χρήστες των έργων, προμηθειών και υπηρεσιών που αποτελούν αντικείμενο της σύμβασης.

 

(47) Στο πλαίσιο των δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, τα κριτήρια ανάθεσης δεν πρέπει να θίγουν την εφαρμογή εθνικών διατάξεων που διέπουν την αμοιβή ορισμένων υπηρεσιών, όπως είναι, παραδείγματος χάριν, οι αμοιβές αρχιτεκτόνων, μηχανικών ή δικηγόρων και, στο πλαίσιο των δημόσιων συμβάσεων προμηθειών, την εφαρμογή εθνικών διατάξεων που καθορίζουν σταθερή τιμή για σχολικά βιβλία.

 

(48) Ορισμένες τεχνικές προϋποθέσεις, ιδίως αυτές που αφορούν τις γνωμοδοτήσεις, τις στατιστικές εκθέσεις καθώς και την ονοματολογία που χρησιμοποιείται και τους όρους αναφοράς αυτής της ονοματολογίας, απαιτείται να εγκρίνονται και να τροποποιούνται ανάλογα με την εξέλιξη των τεχνικών αναγκών. Επίσης, πρέπει να ενημερώνονται οι κατάλογοι αναθετουσών αρχών που αναφέρονται στα παραρτήματα. Ενδείκνυται, επομένως, να προβλεφθεί προς τούτο μια ευέλικτη και ταχεία διαδικασία έκδοσης.

 

(49) Τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28-06-1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή 18.

 

(50) Ο κανονισμός (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθμός 1182/1971 του Συμβουλίου, της 03-06-1971, περί καθορισμού των κανόνων που εφαρμόζονται στις προθεσμίες, ημερομηνίες και διορίες (2), θα πρέπει να ισχύει για τον υπολογισμό των προθεσμιών που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία.

 

(51) Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών σχετικά με τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογής των οδηγιών 1992/50/EOK, [ΕΟΚ] 1993/36/EOK και 1993/37/EOK, που αναφέρονται στο παράρτημα ΧΙ,

 

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

 

ΤΙΤΛΟΣ Ι: Ορισμοί και γενικές αρχές

 

Άρθρο 1: Ορισμοί

Άρθρο 2: Αρχές που διέπουν τη σύναψη συμβάσεων

Άρθρο 3: Εκχώρηση ειδικών ή αποκλειστικών δικαιωμάτων: ρήτρα αποφυγής διακρίσεων

 

ΤΙΤΛΟΣ ΙΙ: Κανόνες που εφαρμόζονται στις δημόσιες συμβάσεις

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι: Γενικές διατάξεις

 

Άρθρο 4: Οικονομικοί φορείς

Άρθρο 5: Όροι σχετικά με τις συμφωνίες που έχουν συναφθεί στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου

Άρθρο 6: Εχεμύθεια

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ: Πεδίο εφαρμογής

 

ΤΜΗΜΑ 1: Κατώτατα όρια

 

Άρθρο 7: Ποσά των κατώτατων ορίων των δημοσίων συμβάσεων

Άρθρο 8: Συμβάσεις που επιδοτούνται σε ποσοστό μεγαλύτερο του 50 % από τις αναθέτουσες αρχές

Άρθρο 9: Μέθοδοι υπολογισμού της εκτιμώμενης αξίας των δημόσιων συμβάσεων, των συμφωνιών - πλαίσιο και των δυναμικών συστημάτων αγορών

 

ΤΜΗΜΑ 2: Ειδικές περιστάσεις

 

Άρθρο 10: Συμβάσεις στον τομέα της άμυνας

Άρθρο 11: Δημόσιες συμβάσεις και συμφωνίες - πλαίσιο που συνάπτονται από κεντρικές αρχές προμηθειών

 

ΤΜΗΜΑ 3: Εξαιρούμενες συμβάσεις

 

Άρθρο 12: Συμβάσεις που συνάπτονται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών

Άρθρο 13: Ειδικές εξαιρέσεις στον τομέα των τηλεπικοινωνιών

Άρθρο 14: Απόρρητες συμβάσεις ή συμβάσεις που απαιτούν ιδιαίτερα μέτρα ασφαλείας

Άρθρο 15: Συμβάσεις που συνάπτονται δυνάμει διεθνών κανόνων

Άρθρο 16: Ειδικές εξαιρέσεις

Άρθρο 17: Συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών

Άρθρο 18: Συμβάσεις υπηρεσιών που ανατίθενται βάσει αποκλειστικού δικαιώματος

 

ΤΜΗΜΑ 4: Ειδικό καθεστώς

 

Άρθρο 19: Παραχωρούμενες συμβάσεις

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ: Καθεστώτα που εφαρμόζονται στις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών

 

Άρθρο 20: Συμβάσεις υπηρεσιών οι οποίες περιλαμβάνονται στο παράρτημα ΙΙ Α

Άρθρο 21: Συμβάσεις υπηρεσιών οι οποίες περιλαμβάνονται στο παράρτημα ΙΙ Β

Άρθρο 22: Μεικτές συμβάσεις υπηρεσιών οι οποίες περιλαμβάνονται στο παράρτημα ΙΙ Α και υπηρεσιών οι οποίες περιλαμβάνονται στο παράρτημα ΙΙ Β

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV: Ειδικοί κανόνες οι οποίοι αφορούν τη συγγραφή υποχρεώσεων και τα έγγραφα της σύμβασης

 

Άρθρο 23: Τεχνικές προδιαγραφές

Άρθρο 24: Εναλλακτικές προσφορές

Άρθρο 25: Υπεργολαβίες

Άρθρο 26: Όροι εκτέλεσης της σύμβασης

Άρθρο 27: Υποχρεώσεις σχετικά με τη φορολογία, την προστασία του περιβάλλοντος και τις διατάξεις περί προστασίας και συνθηκών εργασίας

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V: Διαδικασίες

 

Άρθρο 28: Χρήση των ανοικτών, κλειστών και με διαπραγμάτευση διαδικασιών και του ανταγωνιστικού διαλόγου

Άρθρο 29: Ανταγωνιστικός διάλογος

Άρθρο 30: Περιπτώσεις στις οποίες δικαιολογείται η προσφυγή στη διαδικασία με διαπραγμάτευση, με δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού

Άρθρο 31: Περιπτώσεις στις οποίες δικαιολογείται η προσφυγή στη διαδικασία με διαπραγμάτευση, χωρίς δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού

Άρθρο 32: Συμφωνίες - πλαίσιο

Άρθρο 33: Δυναμικά συστήματα αγορών

Άρθρο 34: Συμβάσεις δημοσίων έργων: ειδικοί κανόνες που αφορούν την κατασκευή κοινωνικών κατοικιών

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI: Κανόνες δημοσιότητας και διαφάνειας

 

ΤΜΗΜΑ 1: Δημοσίευση των προκηρύξεων

 

Άρθρο 35: Προκηρύξεις

Άρθρο 36: Σύνταξη και λεπτομέρειες δημοσίευσης των προκηρύξεων

Άρθρο 37: Μη υποχρεωτική δημοσίευση

 

ΤΜΗΜΑ 2: Προθεσμίες

 

Άρθρο 38: Προθεσμία για την παραλαβή των αιτήσεων συμμετοχής και για την παραλαβή των προσφορών

Άρθρο 39: Ανοικτές διαδικασίες: Συγγραφή υποχρεώσεων, έγγραφα και συμπληρωματικές πληροφορίες

 

ΤΜΗΜΑ 3: Περιεχόμενο και τρόποι διαβίβασης των πληροφοριών

 

Άρθρο 40: Προσκλήσεις υποβολής προσφορών, συμμετοχής στο διάλογο ή διαπραγμάτευσης

Άρθρο 41: Ενημέρωση των υποψηφίων και των προσφερόντων

 

ΤΜΗΜΑ 4: Επικοινωνίες

 

Άρθρο 42: Κανόνες που εφαρμόζονται στις επικοινωνίες

 

ΤΜΗΜΑ 5: Πρακτικά

 

Άρθρο 43: Περιεχόμενο των πρακτικών

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII: Διεξαγωγή της διαδικασίας

 

ΤΜΗΜΑ 1: Γενικές διατάξεις

 

Άρθρο 44: Έλεγχος της καταλληλότητας, επιλογή των συμμετεχόντων και ανάθεση των συμβάσεων

 

ΤΜΗΜΑ 2: Κριτήρια ποιοτικής επιλογής

 

Άρθρο 45: Προσωπική κατάσταση του υποψηφίου ή του προσφεύγοντος

Άρθρο 46: Άδεια άσκησης της επαγγελματικής δραστηριότητας

Άρθρο 47: Οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια

Άρθρο 48: Τεχνικές και / ή επαγγελματικές ικανότητες

Άρθρο 49: Πρότυπα εξασφάλισης της ποιότητας

Άρθρο 50: Πρότυπα περιβαλλοντικής διαχείρισης

Άρθρο 51: Συμπληρωματική τεκμηρίωση και πληροφορίες

Άρθρο 52: Επίσημοι κατάλογοι εγκεκριμένων οικονομικών φορέων και πιστοποίηση από οργανισμούς δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου

 

ΤΜΗΜΑ 3: Ανάθεση της σύμβασης

 

Άρθρο 53: Κριτήρια ανάθεσης των συμβάσεων

Άρθρο 54: Χρησιμοποίηση ηλεκτρονικών πλειστηριασμών

Άρθρο 55: Ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές

 

ΤΙΤΛΟΣ ΙΙΙ: Κανόνες στον τομέα των συμβάσεων παραχώρησης δημοσίων έργων

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι: Κανόνες που εφαρμόζονται στις συμβάσεις παραχώρησης δημοσίων έργων

 

Άρθρο 56: Πεδίο εφαρμογής

Άρθρο 57: Εξαιρέσεις από το πεδίο εφαρμογής

Άρθρο 58: Δημοσίευση της προκήρυξης στις συμβάσεις παραχώρησης δημοσίων έργων

Άρθρο 59: Προθεσμία

Άρθρο 60: Υπεργολαβία

Άρθρο 61: Ανάθεση συμπληρωματικών έργων στον ανάδοχο

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ: Κανόνες που εφαρμόζονται στις συμβάσεις που συνάπτουν οι ανάδοχοι σύμβασης παραχώρησης που είναι αναθέτουσες αρχές

 

Άρθρο 62: Εφαρμοστέοι κανόνες

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ: Κανόνες που εφαρμόζονται στις συμβάσεις που συνάπτουν οι ανάδοχοι σύμβασης παραχώρησης που δεν είναι αναθέτουσες αρχές

 

Άρθρο 63: Κανόνες δημοσιότητας: κατώτατο όριο και εξαιρέσεις

Άρθρο 64: Δημοσίευση της προκήρυξης

Άρθρο 65: Προθεσμίες για την παραλαβή των αιτήσεων συμμετοχής και την παραλαβή των προσφορών

 

ΤΙΤΛΟΣ IV: Κανόνες που εφαρμόζονται στους διαγωνισμούς μελετών στον τομέα των υπηρεσιών

 

Άρθρο 66: Γενικές διατάξεις

Άρθρο 67: Πεδίο εφαρμογής

Άρθρο 68: Εξαιρέσεις από το πεδίο εφαρμογής

Άρθρο 69: Προκηρύξεις

Άρθρο 70: Σύνταξη και λεπτομέρειες δημοσίευσης των προκηρύξεων για τους διαγωνισμούς μελετών

Άρθρο 71: Μέσα επικοινωνίας

Άρθρο 72: Επιλογή των ανταγωνιζομένων

Άρθρο 73: Σύνθεση της κριτικής επιτροπής

Άρθρο 74: Αποφάσεις της κριτικής επιτροπής

 

ΤΙΤΛΟΣ V: Στατιστικές υποχρεώσεις, εκτελεστικές αρμοδιότητες και τελικές διατάξεις

 

Άρθρο 75: Στατιστικές υποχρεώσεις

Άρθρο 76: Περιεχόμενο στατιστικής κατάστασης

Άρθρο 77: Συμβουλευτική επιτροπή

Άρθρο 78: Αναθεώρηση των κατωτάτων ορίων

Άρθρο 79: Τροποποιήσεις

Άρθρο 80: Εφαρμογή

Άρθρο 81: Μηχανισμοί παρακολούθησης

Άρθρο 82: Κατάργηση

Άρθρο 83: Έναρξη ισχύος

Άρθρο 84: Αποδέκτες

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

 

Παράρτημα Ι: Κατάλογος των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο β)

Παράρτημα ΙΙ: Υπηρεσίες που αναφέρονται στο άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο δ)

Παράρτημα ΙΙ Α

Παράρτημα ΙΙ Β

Παράρτημα ΙΙΙ: Κατάλογος των οργανισμών και των κατηγοριών οργανισμών δημοσίου δικαίου που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 9 δεύτερο εδάφιο

Παράρτημα ΙV: Κεντρικές κυβερνητικές αρχές

Παράρτημα V: Κατάλογος των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 7, όσον αφορά τις συμβάσεις που συνάπτονται από τις αναθέτουσες αρχές στον τομέα της άμυνας

Παράρτημα VΙ: Ορισμός ορισμένων τεχνικών προδιαγραφών

Παράρτημα VΙΙ: Πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στις προκηρύξεις

Παράρτημα VΙΙ Α: Πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στις προκηρύξεις δημοσίων συμβάσεων

Παράρτημα VΙΙ Β: Πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στις προκηρύξεις συμβάσεων παραχώρησης δημοσίων έργων

Παράρτημα VΙΙ Γ: Πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στις προκηρύξεις συμβάσεων του ανάδοχου σύμβασης παραχώρησης που δεν είναι αναθέτουσα αρχή

Παράρτημα VΙΙ Δ: Πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στις προκηρύξεις διαγωνισμών μελετών στον τομέα των υπηρεσιών

Παράρτημα VΙΙΙ: Προδιαγραφές σχετικά με τη δημοσίευση

Παράρτημα ΙX: Μητρώα

Παράρτημα ΙX Α: Συμβάσεις δημοσίων έργων

Παράρτημα ΙX Β: Δημόσιες συμβάσεις προμηθειών

Παράρτημα ΙX Γ: Δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών

Παράρτημα X: Απαιτήσεις σχετικά με τα συστήματα ηλεκτρονικής παραλαβής των προσφορών, των αιτήσεων συμμετοχής ή των σχεδίων και μελετών στους διαγωνισμούς μελετών

Παράρτημα XΙ: Προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογής (άρθρο 80)

Παράρτημα XΙΙ: Πίνακας αντιστοιχίας

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: (1) ΕΕC 29Ε/2001, σελίδα 11 και ΕΕC 203Ε/2002, σελίδα 210.

(2) ΕΕC 193/2001, σελίδα 7.

(3) ΕΕC 144/2001, σελίδα 23.

(4) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 17-01-2002 ΕΕC 271E/2002, σελίδα 176), κοινή θέση του Συμβουλίου της 20-03-2003 ΕΕΕ 147Ε/2003, σελίδα 1) και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 02-07-2003 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα). Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 29-01-2004 και απόφαση του Συμβουλίου της 02-02-2004.

(5) ΕΕL 209/1992, σελίδα 1. Οδηγία η οποία τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2001/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕL 285/2001, σελίδα 1).

(6) ΕΕL 199/1993, σελίδα 1. Οδηγία η οποία τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2001/78/ΕΚ.

(7) ΕΕL 199/1993, σελίδα 54. Οδηγία η οποία τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2001/78/ΕΚ.

(8) ΕΕL 336/1994, σελίδα 1.

(9) Βλέπε σελίδα 1 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

(10) ΕΕL 199/1993, σελίδα 84. Οδηγία η οποία τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία [EOK] 2001/78/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕL 101/1998, σελίδα 1).

(11) ΕΕL 18/1997, σελίδα 1.

(12) ΕΕL 340/2002, σελίδα 1.

(13) ΕΕL 13/2000, σελίδα 12.

(14) ΕΕL 178/2000, σελίδα 1.

(15) Οδηγία 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27-11-2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία (ΕΕ L 303 της 02-12-2000, σελίδα 16).

(16) Οδηγία [EOK] 1976/207/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 09-02-1976, περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών, όσον αφορά την πρόσβαση σε απασχόληση, την επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας (ΕΕL 39/1976, σελίδα 40). Οδηγία η οποία τροποποιήθηκε από την οδηγία [EOK] 2002/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕL 269/2002, σελίδα 15).

(17) Κανονισμός (ΕΚ) αριθμός 761/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19-03-2001, για την εκούσια συμμετοχή οργανισμών σε κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου (EMAS) (ΕΕL 114/2001, σελίδα 1).

(18) ΕΕL 184/1999, σελίδα 23.

(19) ΕΕL 124/1971, σελίδα 1.

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.