Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
1. Στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών συνιστάται νέα υπηρεσία με τον τίτλο Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων (ΥΠΕΕ) υπαγόμενη απευθείας στον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών, με την έναρξη λειτουργίας της οποίας παύει η λειτουργία του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (ΣΔΟΕ) του άρθρου 4 του νόμου [Ν] 2343/1995 (ΦΕΚ 211/Α/1995).
Στη νέα υπηρεσία προΐσταται μετακλητός Ειδικός Γραμματέας (άρθρο 28 του νόμου 1558/1985 (ΦΕΚ 137/Α/1985)) και συνιστάται προς τούτο μία (1) θέση.
2. Κύριο έργο της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων είναι η αποκάλυψη και καταπολέμηση εστιών οικονομικού εγκλήματος, μεγάλης φοροδιαφυγής και λαθρεμπορίας, ο έλεγχος της κίνησης κεφαλαίων, ο έλεγχος της διακίνησης αγαθών και υπηρεσιών, καθώς και της κατοχής και διακίνησης απαγορευμένων ή υπό ειδικό καθεστώς ειδών και ουσιών, ο έλεγχος της ορθής εφαρμογής των διατάξεων που σχετίζονται με τις εθνικές και κοινοτικές επιδοτήσεις και επιχορηγήσεις, καθώς επίσης και των διατάξεων που αναφέρονται στην προστασία της δημόσιας περιουσίας.
Ειδικότερα:
α. Η έρευνα, ο εντοπισμός και η καταστολή οικονομικών παραβάσεων ιδιαίτερης βαρύτητας και σημασίας, όπως η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (ξέπλυμα χρήματος), οι απάτες και παρατυπίες, οι παραβάσεις που σχετίζονται με προμήθειες, επιδοτήσεις και επιχορηγήσεις, οι παράνομες χρηματιστηριακές και χρηματοπιστωτικές συναλλαγές και γενικά οι οικονομικές απάτες σε βάρος των συμφερόντων του Ελληνικού Δημοσίου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανεξάρτητα από τον τόπο τέλεσης.
β. Η έρευνα, αποκάλυψη και καταπολέμηση παράνομων συναλλαγών, απατών και δραστηριοτήτων, που διενεργούνται με χρήση ηλεκτρονικών μέσων, του διαδικτύου και νέων τεχνολογιών.
γ. Η πρόληψη, δίωξη και καταπολέμηση άλλων παραβάσεων όπως, παράνομη διακίνηση ναρκωτικών, όπλων και εκρηκτικών, πρόδρομων και ψυχοτρόπων ουσιών, τοξικών και επικίνδυνων ουσιών (ραδιενεργά και πυρηνικά υλικά, τοξικά απόβλητα κ.λ.π.) αρχαιοτήτων και πολιτιστικών αγαθών.
δ. Η προστασία, σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες, του αιγιαλού και της παραλίας, ως και των ανταλλάξιμων και δημόσιων κτημάτων, αρμοδιότητας του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, από τις αυθαίρετες καταπατήσεις και κατασκευές επ' αυτών.
δ) Η εκτέλεση των εισαγγελικών παραγγελιών εντός του πεδίου των αρμοδιοτήτων του.
στ. Ο μερικός έλεγχος εφαρμογής της φορολογικής νομοθεσίας με έμφαση στη φορολογία εισοδήματος και ο έλεγχος εφαρμογής της τελωνειακής νομοθεσίας.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: H παράγραφος 2 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 25 του νόμου 4321/2015 (ΦΕΚ 32/Α/2015).
|
3. Η Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων λειτουργεί με παραμέτρους δράσης, που στοχεύουν στη διαφάνεια και αντικειμενικοποίηση των ελέγχων, χρησιμοποιώντας κριτήρια και μέσα προγραμματισμού, όπως μεθόδους ανάλυσης κινδύνου, διαθέσιμα στοιχεία από βάσεις δεδομένων, διασταυρώσεις, στατιστική ανάλυση και άλλες πηγές πληροφοριών.
Ειδικότερα ο προγραμματισμός γίνεται στη βάση των θεσμοθετημένων κωδικών δραστηριοτήτων οικονομικών μονάδων, αγαθών, προϊόντων και καθεστώτων και εξειδικεύεται ανά Περιφερειακή Διεύθυνση. Κριτήρια προγραμματισμού αποτελούν κυρίως:
α. Τα ποιοτικά χαρακτηριστικά, όπως τομέας δραστηριότητας, η νομική μορφή, η κατηγορία τηρούμενων βιβλίων, η επικινδυνότητα και η παραβατικότητα κατά κλάδο και δραστηριότητα.
β. Τα οικονομικά χαρακτηριστικά, όπως ακαθάριστα έσοδα, καθαρά κέρδη ή ζημίες, συντελεστής καθαρού κέρδους και ύψος δαπανών, δεδομένα από δηλώσεις άμεσης και έμμεσης φορολογίας, καθώς και η προέλευση κεφαλαίων.
γ. Τα χωροταξικά και χρονικά δεδομένα, όπως τόπος παραγωγής και διακίνησης, εποχιακές δραστηριότητες και τοπικές ιδιαιτερότητες.
4. Για τη νομιμότητα και τη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας των ελέγχων διενεργείται δειγματοληπτικός επανέλεγχος των υποθέσεων. Τα κριτήρια επιλογής των υποθέσεων, η διαδικασία λειτουργίας του συστήματος επανελέγχου και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής του ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.
5. Η Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων προβαίνει σε:
α. Ελέγχους των μεταφορικών μέσων, καταστημάτων, αποθηκών και άλλων χώρων, όπου βρίσκονται αγαθά, ανεξάρτητα από τον φορέα εκμετάλλευσής τους και του τελωνειακού καθεστώτος υπό το οποίο τελούν.
β. Έρευνες εγγράφων και λοιπών στοιχείων, ως και έρευνες σε άλλους χώρους που δεν αφορούν την επαγγελματική απασχόληση του ελεγχόμενου, όταν υπάρχουν στοιχεία ή βάσιμες υπόνοιες για την τέλεση οικονομικών παραβάσεων, μετά από συναίνεση του ελεγχόμενου ή του αρμόδιου εισαγγελέα και, σε περίπτωση έλλειψης αυτού, του επιτόπιου δικαστικού λειτουργού. Όταν πρόκειται για έρευνα σε κατοικία, είναι πάντοτε απαραίτητη η παρουσία εκπροσώπου της δικαστικής αρχής.
γ. Συλλήψεις και ανακρίσεις προσώπων και έρευνες μεταφορικών μέσων, αγαθών, προσώπων, καταστημάτων, αποθηκών, οικιών και λοιπών χώρων, ως και στη διενέργεια ειδικών ανακριτικών πράξεων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις ισχύουσες κάθε φορά ειδικές διατάξεις και τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, για τα αδικήματα που προβλέπονται από τη σχετική νομοθεσία και ανάγονται στην καθ' ύλην αρμοδιότητα της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων.
δ. Κατασχέσεις βιβλίων, εγγράφων, αγαθών, μέσων μεταφοράς και άλλων στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων και ηλεκτρονικών μέσων αποθήκευσης και μεταφοράς δεδομένων, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά φορολογικές και τελωνειακές διατάξεις.
ε. Δεσμεύσεις τραπεζικών λογαριασμών, περιεχομένου θυρίδων και περιουσιακών εν γένει στοιχείων, κινητών και ακινήτων, για τη διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου, σε επείγουσες περιπτώσεις επί ερευνών οικονομικού εγκλήματος που πραγματοποιεί η Ειδική Γραμματεία Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος σύμφωνα με την παράγραφο 2, εφόσον η εκτιμώμενη ζημία του Ελληνικού Δημοσίου ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των τυχόν προστίμων και προσαυξήσεων, υπερβαίνουν συνολικά το ποσό των 150.000 €, κατά περίπτωση.
Η δέσμευση γίνεται, χωρίς προηγούμενη κλήση του καθ' ου ή του τρίτου, με αιτιολογημένη πράξη του Προϊσταμένου της αρμόδιας Επιχειρησιακής Διεύθυνσης Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος. Η δέσμευση γνωστοποιείται εντός 24 ωρών στον Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος και ισχύει από τη χρονική στιγμή της αποδεδειγμένης κοινοποίησης - γνωστοποίησης με οποιονδήποτε πρόσφορο τρόπο - της πράξης, προς τον οργανισμό ή την Υπηρεσία προς την οποία απευθύνεται.
Η πράξη δέσμευσης επιδίδεται, εντός 10 ημερών από την ισχύ της, στον καθ' ου ή στον τρίτο - σε περίπτωση κοινών λογαριασμών, τίτλων, χρηματοπιστωτικών προϊόντων ή κοινής θυρίδας - οι οποίοι δύνανται να υποβάλουν έγγραφες αντιρρήσεις ενώπιον του οργάνου που εξέδωσε την πράξη δέσμευσης, εντός προθεσμίας 15 ημερών από την επίδοση. Κατά τη διάρκεια της έρευνας το όργανο που εξέδωσε την πράξη δέσμευσης δύναται να τροποποιήσει ή να ανακαλέσει αυτήν ολικά ή μερικά κατ' εκτίμηση των αντιρρήσεων ή των ευρημάτων της έρευνας.
Τα πρόσωπα εις βάρος των οποίων έχει εκδοθεί η πράξη δέσμευσης, δύνανται, με αίτησή τους προς το όργανο που εξέδωσε αυτήν, να ζητήσουν την αποδέσμευση συγκεκριμένων ποσών, αναγκαίων για την κάλυψη των δαπανών διαβίωσης.
Η δέσμευση ισχύει μέχρι την περαίωση της έρευνας, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει το 1 έτος. Ο χρόνος αυτός μπορεί να παραταθεί, σε εξαιρετικές περιπτώσεις έως 6 το πολύ μήνες με ειδικά αιτιολογημένη νέα πράξη του οργάνου που εξέδωσε την πράξη δέσμευσης.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 5 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 52 του νόμου 4223/2013 (ΦΕΚ 287/Α/2013), με την παράγραφο 1 του άρθρου 64 του νόμου [Ν] 4557/2018 (ΦΕΚ 139/Α/2018).
|
6. Οι υπάλληλοι της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων έχουν πρόσβαση και λαμβάνουν οποιαδήποτε πληροφορία ή στοιχείο που αφορά ή σχετίζεται με την άσκηση του έργου και της αποστολής τους, ύστερα από σχετική υπηρεσιακή εντολή, μη υποκείμενοι σε περιορισμούς διατάξεων περί απορρήτου, υποχρεούμενοι όμως στην τήρηση των διατάξεων περί εχεμύθειας του άρθρου 26 του Υπαλληλικού Κώδικα (νόμος 2683/1999 (ΦΕΚ 19/Α/1999)). Οι ως άνω υπάλληλοι δύνανται να προβαίνουν στη διενέργεια όλων των αναγκαίων ελεγκτικών επαληθεύσεων για τη διασφάλιση αξιόπιστων αποτελεσμάτων.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 6 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 64 του νόμου [Ν] 4557/2018 (ΦΕΚ 139/Α/2018).
|
7. Η οργάνωση, η διάρθρωση και οι αρμοδιότητες των υπηρεσιών που συγκροτούν την Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων, καθώς και τα θέματα λειτουργίας αυτών καθορίζονται με προεδρικά διατάγματα που εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών.
Επίσης, με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται ο χρόνος έναρξης λειτουργίας των υπηρεσιών της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων, καθώς επίσης και ο χρόνος παύσης του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος.
8. Οι αρμοδιότητες της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων εκτείνονται σε όλη την Ελληνική Επικράτεια και ασκούνται από τις επί μέρους υπηρεσίες του, παράλληλα και ανεξάρτητα από τις άλλες υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών. Οι υπηρεσίες της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων λειτουργούν όλο το εικοσιτετράωρο και όλες τις ημέρες της εβδομάδας, με κατάλληλη εναλλαγή του προσωπικού, το οποίο υποχρεούται σε τακτική ή και υπερωριακή εργασία και κατά τις ημέρες αργιών και τις νυκτερινές ώρες, ανάλογα με τις ανάγκες των υπηρεσιών τους.
Το προσωπικό αυτών τελεί σε διαρκή ετοιμότητα για την ταχεία επέμβασή του, όταν παρίσταται ανάγκη, και θεωρείται ότι βρίσκεται σε διατεταγμένη υπηρεσία σε κάθε τόπο και χρόνο, κάθε φορά που καθίσταται αναγκαία η παρέμβασή του, πάντοτε, όμως, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, τον κανονισμό λειτουργίας του και τις εντολές των προϊσταμένων του.
Η Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων συνεργάζεται και ανταλλάσσει πληροφορίες και στοιχεία, που έχουν σχέση με το αντικείμενο της αποστολής της, με άλλες αρχές, υπηρεσίες και φορείς του εσωτερικού και του εξωτερικού και συμμετέχει σε θεσμοθετημένα διυπηρεσιακά όργανα.
Οι αστυνομικές, λιμενικές, στρατιωτικές και λοιπές αρχές και υπηρεσίες υποχρεούνται, όταν τους ζητηθεί, να συνδράμουν άμεσα και αποτελεσματικά τους υπαλλήλους της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων, καθώς επίσης και να χορηγούν κάθε σχετική πληροφορία ή στοιχείο.
Η Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων συνεπικουρεί, όποτε της ζητείται, την Τράπεζα της Ελλάδος και την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς για τη διερεύνηση παραβάσεων της τραπεζικής νομοθεσίας και της νομοθεσίας για την κεφαλαιαγορά.
Τα όργανα του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος δύνανται να συμμετέχουν στα Μικτά κλιμάκια ελέγχου των επιχειρήσεων και χώρων εργασίας του πέμπτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 151 του νόμου [Ν] 3655/2008. Ο συντονισμός, η συγκρότηση, ο έλεγχος και η παρακολούθηση της δράσης των μικτών κλιμακίων γίνεται με συνεργασία του Ειδικού Γραμματέα του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος, του Ειδικού Γραμματέα του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας και του Διοικητή του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών ή των ειδικά από αυτούς εξουσιοδοτημένων υπαλλήλων με βαθμό Προϊσταμένου Διεύθυνσης και για το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών και των υποδιοικητών του. Μετά την ολοκλήρωση του κοινού ελέγχου τα όργανα του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος προβαίνουν αυτοτελώς σε όλες τις νόμιμες ενέργειες, όπως αυτές προβλέπονται από τις αρμοδιότητες τους.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 8 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 31 του νόμου 3996/2011 (ΦΕΚ 170/Α/2011).
|
9. Οι εκθέσεις της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος οι οποίες έχουν συνταχθεί τηρουμένης της διαδικασίας των διατάξεων του άρθρου 6 του νόμου 2690/1999, θεωρούνται για τη Φορολογική Διοίκηση εκθέσεις ελέγχου, κατά την έννοια του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 28 του νόμου 4174/2013 (ΦΕΚ 170/Α/2013) Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας, παράγοντας άμεσα την προβλεπόμενη από το ίδιο εδάφιο οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου ή την πράξη επιβολής προστίμου της παραγράφου 2 του άρθρου 62 του ιδίου ως άνω νόμου.
Οι υπάλληλοι της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων τους δύνανται να εφαρμόζουν τις διατάξεις του άρθρου 27 του νόμου 4174/2013.
Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, είναι δυνατό να ανακαθορίζεται η κατά τόπον και καθ' ύλην αρμοδιότητα των υπηρεσιών της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων.
Σε έκτακτες περιπτώσεις, σε υποθέσεις σημαντικού εθνικού και οικονομικού ενδιαφέροντος με ειδική εντολή του Ειδικού Γραμματέα της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων, ανατίθεται σε Περιφερειακές Διευθύνσεις του η διενέργεια ελέγχων και ερευνών, εκτός των ορίων της κατά τόπον αρμοδιότητάς τους.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: H παράγραφος 9 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 25 του νόμου 4321/2015 (ΦΕΚ 32/Α/2015).
|
10. Η Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων λειτουργεί με βάση ειδικό κανονισμό λειτουργίας, που εγκρίνεται με προεδρικό διάταγμα, το οποίο εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.
11. Η Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων στελεχώνεται:
α) Με αποσπάσεις και μεταθέσεις, εκ των υπηρετούντων στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών τελωνειακών και εφοριακών υπαλλήλων. Είναι όμως δυνατόν, ανάλογα με τις υπηρεσιακές ανάγκες της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων, να στελεχώνεται και με υπαλλήλους άλλων κλάδων, διαφόρων κατηγοριών και ειδικοτήτων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών. Ο αναγκαίος αριθμός θέσεων του παραπάνω προσωπικού της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων κατά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, τα κριτήρια και η διαδικασία επιλογής αυτών, ως και κάθε άλλο θέμα στελέχωσης της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων καθορίζεται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών, και
β) Με πρόσληψη ειδικού επιστημονικού προσωπικού, με επιστημονική εξειδίκευση σε γνωστικά αντικείμενα αρμοδιοτήτων της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων τα οποία ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Για τις ανάγκες στελέχωσης της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων συνιστώνται στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών είκοσι πέντε (25) θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού.
Οι διατάξεις του εδαφίου Α.α της παραγράφου 9 του άρθρου 1 και της παραγράφου 11 του αυτού άρθρου του νόμου [Ν] 2343/1995 περί των προσόντων και των αποδοχών του ειδικού επιστημονικού προσωπικού, ισχύουν και για το επιστημονικό προσωπικό του παρόντος εδαφίου.
12. Σε κάθε υπηρεσία της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων επιπέδου Διεύθυνσης, συνιστάται μία (1) οργανική θέση αναπληρωτή προϊσταμένου, οι αρμοδιότητες του οποίου καθορίζονται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 7 του παρόντος άρθρου.
13. Το προσωπικό της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων υπάγεται, ως προς τα θέματα υπηρεσιακής κατάστασης αυτού, στο οικείο υπηρεσιακό και πειθαρχικό συμβούλιο του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών του κλάδου στον οποίο ανήκουν οι υπάλληλοι αυτού.
Κατ' εξαίρεση τα θέματα τοποθετήσεων και μεταθέσεων προϊσταμένων των αυτοτελών οργανικών μονάδων της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων και των αναπληρωτών προϊσταμένων αυτών σε αντίστοιχες οργανικές θέσεις, υπάγονται στην αρμοδιότητα εννεαμελούς (μικτού) υπηρεσιακού συμβουλίου, που συγκροτείται προς τούτο με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών από τα παρακάτω μέλη:
α. Έναν (1) σύμβουλο ή πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, ως Πρόεδρο.
β. Δύο (2) μέλη, εξ αυτών που ορίζονται από τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών, από κάθε υπηρεσιακό συμβούλιο του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών που είναι αρμόδιο για τα θέματα υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των κλάδων τελωνειακών και εφοριακών, εξαιρουμένων των προέδρων αυτών.
γ. Τους τέσσερις (4) αιρετούς εκπροσώπους των εργαζομένων, που συμμετέχουν στα υπηρεσιακά συμβούλια του προηγούμενου εδαφίου.
Με την ίδια απόφαση ορίζεται και ο γραμματέας του συμβουλίου αυτού, εκ των υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, καθώς και τα αναπληρωματικά μέλη.
Τα θέματα εισηγείται, στο παραπάνω μικτό υπηρεσιακό συμβούλιο, ο Ειδικός Γραμματέας που προΐσταται της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων, ύστερα από σχετική πρόταση των οικείων Διευθύνσεων Προσωπικού (Δημόσιων Οικονομικών Υπηρεσιών και Τελωνείων).
14. Τα δικαιώματα και καθήκοντα του παραπάνω προσωπικού ορίζονται αναλυτικά με προεδρικό διάταγμα κανονισμού καθηκόντων, το οποίο εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών.
Οι διατάξεις των παραγράφων 6 και 7 του άρθρου 2 του νόμου [Ν] 2343/1995, καθώς και οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 25 του νόμου [Ν] 820/1978 (ΦΕΚ 174/Α/1978), περί ανακριτικών καθηκόντων, δικαιωμάτων έρευνας και πρόσβασης σε πληροφορίες και στοιχεία, ισχύουν ανάλογα και για το προσωπικό της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων.
15. Οι διατάξεις της παραγράφου 13 του άρθρου 3 του νόμου [Ν] 2343/1995, περί υποβολής δήλωσης περιουσιακής κατάστασης (πόθεν έσχες), όπως ισχύουν κάθε φορά εφαρμόζονται αναλόγως και για το προσωπικό της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων.
16. Οι υπάλληλοι που υπηρετούν στην Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων διατηρούν κατά το διάστημα που εργάζονται σε αυτό όλες τις τυχόν επιπλέον του μισθού τακτικές αποδοχές και τα κάθε φύσης επιδόματα και απολαβές των λοιπών υπαλλήλων της αυτής κατηγορίας, βαθμού και μισθολογικού κλιμακίου, του κλάδου στον οποίο ανήκουν.
Για την εξίσωση των παραπάνω αποδοχών και την εξάλειψη των τυχόν υφιστάμενων σχετικών οικονομικών διαφορών μεταξύ των υπαλλήλων της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων είναι δυνατόν να καταβάλλεται σε αυτούς ανάλογο επίδομα, που ορίζεται και αναπροσαρμόζεται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.
Οι διατάξεις των παραγράφων 2, 3 και 4 του άρθρου 26 και της παραγράφου 2 του άρθρου 27 του νόμου [Ν] 820/1978 (ΦΕΚ 174/Α/1978) ισχύουν και για τους υπαλλήλους και τα οχήματα της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων.
17. Τα χρήματα που προέρχονται από την εκποίηση των κινητών και ακινήτων που κατάσχονται από την Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων και τις άλλες διωκτικές αρχές, θα διατίθενται για τη βελτίωση της εν γένει υποδομής της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων και των άλλων διωκτικών αρχών, κατατιθέμενα προς τούτο σε ειδικό λογαριασμό.
Οι προϋποθέσεις, η διαδικασία και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την υλοποίηση των διατάξεων αυτών καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.
18. Οι υπάλληλοι της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων, σε περιπτώσεις διενέργειας ελέγχων με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, κατόπιν εντολής και του αρμόδιου προϊσταμένου τους, φέρουν ειδική ενδυμασία ή διακριτικά, σύμφωνα και με τα οριζόμενα, για τα θέματα λειτουργίας των υπηρεσιών της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων, στο σχετικό προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 7 του παρόντος άρθρου.
Σε εξαιρετικές περιπτώσεις οι υπάλληλοι της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων στους οποίους ανατίθενται ειδικές αποστολές και παράλληλα έχουν εκπαιδευτεί στη χρήση όπλων, οπλοφορούν, κατά τη διάρκεια εκτέλεσης των καθηκόντων τους, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις και τις σχετικές εντολές του προϊσταμένου τους ή αποφάσεων του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και τα οριζόμενα και στο προεδρικό διάταγμα του προηγούμενου εδαφίου.
19. Το προσωπικό της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων είναι δυνατόν να αποστέλλεται για εκπαίδευση σε σχολές, μονάδες ή κέντρα εκπαίδευσης του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα, του εσωτερικού ή εξωτερικού, ανάλογα με τις ειδικότερες ανάγκες της αποστολής του και της άσκησης των καθηκόντων του.
20. Για τις προκαταρκτικές εξετάσεις και προανακρίσεις υποθέσεων αρμοδιότητας της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων, για τις οποίες επιλαμβάνεται υπηρεσία αυτού με πανελλαδική αρμοδιότητα, η κατά τόπον αρμοδιότητα του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών επεκτείνεται σε όλη την Επικράτεια. Ο Εισαγγελέας, καθώς και οι οικείοι ανακριτικοί υπάλληλοι της Εισαγγελίας Πλημμελειοδικών Αθηνών, προτιμώνται στην περίπτωση που για την ίδια υπόθεση επελήφθησαν και άλλοι αρμόδιοι εισαγγελείς ή ανακριτικοί υπάλληλοι.
Ο ανωτέρω Εισαγγελέας ενημερώνει, συνεργάζεται και μπορεί να ζητεί τη συνδρομή του συναρμόδιου Εισαγγελέα. Μετά το πέρας της προανάκρισης, παραπέμπει την υπόθεση στον Εισαγγελέα του Δικαστηρίου που είναι κατά τόπον αρμόδιο για την εκδίκαση αυτής.
Η προανάκριση ή η ανάκριση για τις υποθέσεις της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων περατώνεται μέσα στο χρονικό διάστημα που ορίζεται από τις διατάξεις του νόμου [Ν] 3160/2003 (ΦΕΚ 165/Α/2003). Δεν αποτελεί λόγο αναβολής της δίκης η άσκηση, σχετικής με την υπόθεση, προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου.
Αρμόδιο κατά τόπο δικαστήριο για την εκδίκαση των ανωτέρω υποθέσεων, είναι το οριζόμενο στα άρθρα 122 έως και 124 του [Π] Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ή εκείνο στην περιφέρεια του οποίου έχει την έδρα της η επιχείρηση.
21. Ο Ειδικός Γραμματέας, οι οικονομικοί επιθεωρητές και το προσωπικό της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων δεν διώκονται και δεν ενάγονται για γνώμη που διατύπωσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Εξαιρούνται των ανωτέρω η περίπτωση δόλου, η παραβίαση του απορρήτου των πληροφοριών και στοιχείων, που περιήλθαν σε γνώση τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και η παράβαση του καθήκοντος εχεμύθειας στο οποίο υποχρεούνται οι υπηρετούντες στην Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων και μετά από την καθ' οιονδήποτε τρόπο αποχώρησή τους από αυτήν.
22. Υπάλληλοι της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων των οποίων η κινητή ή ακίνητη περιουσία ζημιώνεται ή καταστρέφεται εν όλω ή εν μέρει κατά την άσκηση των καθηκόντων τους ή εξαιτίας της θέσης ή της ιδιότητάς τους από ενέργειες τρομοκρατικές ή μεμονωμένες επιθέσεις δικαιούνται αποζημίωση από το Ελληνικό Δημόσιο. Η αποζημίωση αυτή καταβάλλεται σύμφωνα με τους όρους της παραγράφου 3 του άρθρου 18 του νόμου 2093/1992 (ΦΕΚ 181/Α/1992).
Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 5 του νόμου [Ν] 2452/1996 (ΦΕΚ 283/Α/1996) ισχύουν ανάλογα και για τους υπαλλήλους της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων των οποίων ο/η σύζυγος ή τέκνο θα προσλαμβάνονται, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις αυτών των διατάξεων, στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών.
23. Οι διατάξεις του άρθρου 174 του νόμου [Ν] 2960/2001 (ΦΕΚ 265/Α/2001) και του άρθρου 57 παράγραφος 1 του νόμου 2065/1992 (ΦΕΚ 113//1992), όπως ισχύουν, εφαρμόζονται ανάλογα κατά περίπτωση και για το σύνολο των υποθέσεων και του προσωπικού της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων, ανεξάρτητα από τον κλάδο στον οποίο ανήκουν.
24. Όπου σε διατάξεις νόμων, προεδρικών διαταγμάτων, αποφάσεων, συμβάσεων ή άλλων κειμένων αναφέρεται το Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος, στο εξής νοείται η Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων.
Η Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων, με την έναρξη λειτουργίας της, έχει όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που έχουν δημιουργηθεί μέχρι το χρόνο παύσης λειτουργίας του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος.