Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
1. Η διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του νόμου 998/1979, όπως αντικαθίσταται με την παράγραφο 5 του άρθρου 32 του παρόντος νόμου, καταλαμβάνει και όσες υποθέσεις δεν ολοκληρώθηκαν, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, ανεξαρτήτως του σταδίου στο οποίο βρίσκονται, με εξαίρεση όσων διαθέτουν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος αποδεικτικό καταβολής τιμήματος εξαγοράς δικαιωμάτων διακατεχόμενης δασικής έκτασης για τις οποίες θα εκδίδεται απευθείας απόφαση του αρμόδιου Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής κατά το άρθρο 50 του νόμου 998/1979, όπως αυτό ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 36 του παρόντος.
2. Υποθέσεις χαρακτηρισμού εκτάσεων του άρθρου 14 του νόμου 998/1979 που εκκρεμούν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου ενώπιον των προβλεπομένων από τη διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 10 του νόμου 998/1979, όπως ίσχυε πριν από την αντικατάστασή της από την παράγραφο 2 του άρθρου 33 του παρόντος νόμου, Δευτεροβάθμιων Επιτροπών Επίλυσης Δασικών Αμφισβητήσεων ολοκληρώνονται από τις Δευτεροβάθμιες Επιτροπές εντός προθεσμίας 6 μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14, όπως αντικαθίσταται από το άρθρο 34 του παρόντος. Προϋπόθεση για την εξέταση των αντιρρήσεων που εκκρεμούν ενώπιον των Δευτεροβάθμιων Επιτροπών είναι η καταβολή υπέρ του Πράσινου Ταμείου του παραβόλου της παραγράφου 3 του άρθρου 14 του νόμου 998/1979, όπως το άρθρο αυτό αντικαθίσταται από το άρθρο 34 του παρόντος. Η προθεσμία για την άσκηση αιτήσεων ακυρώσεως κατά της τεκμαιρόμενης απόρριψης από τις Δευτεροβάθμιες Επιτροπές Επίλυσης Δασικών Αμφισβητήσεων των κατά την έναρξη ισχύος του νόμου 4280/2014 εκκρεμών ενώπιόν τους αιτήσεων χαρακτηρισμού εκτάσεων του άρθρου 14 του νόμου 998/1979, άρχεται από την ημερομηνία ισχύος του παρόντος νόμου. Αιτήσεις ακυρώσεως που έχουν τυχόν ασκηθεί μέχρι την ανωτέρω προθεσμία, θεωρούνται νομίμως ασκηθείσες. Οι διατάξεις περί αποζημίωσης της παραγράφου 3 του άρθρου 10 του νόμου 998/1979, όπως η παράγραφος αυτή αντικαθίσταται από την παράγραφο 2 άρθρου 33 του παρόντος, εφαρμόζονται αναλόγως και για τα μέλη των Δευτεροβάθμιων Επιτροπών.
3. Πράξεις χαρακτηρισμού του δασάρχη, που κοινοποιήθηκαν ήδη στον αιτούντα πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος, πρέπει με επιμέλεια παντός ενδιαφερομένου να υποβληθούν στη διαδικασία κοινοποιήσεων και δημοσιεύσεως της παραγράφου 2 του άρθρου 14 του νόμου 998/1979, όπως αντικαθίσταται από το άρθρο 34 του παρόντος νόμου.
4. Αποφάσεις εκδοθείσες μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου με τις οποίες κηρύχθηκαν δάση ή δασικές εκτάσεις ως αναδασωτέα λόγω καταστροφής τους από πυρκαγιά ανακαλούνται υποχρεωτικά με πράξη του αρμόδιου οργάνου ως προς το τμήμα αυτών που η απώλεια της δασικής βλάστησής του, πριν από την καταστροφή του από πυρκαγιά, είχε εγκριθεί με την έκδοση της έγκρισης επέμβασης σύμφωνα με τα οριζόμενα στο Κεφάλαιο Έκτο του νόμου 998/1979, όπως ισχύει. Ομοίως ανακαλούνται λοιπές πράξεις της διοίκησης που τυχόν εκδόθηκαν για την προστασία των εκτάσεων της παρούσας παραγράφου, καθ' ο μέρος αφορούν το ανωτέρω τμήμα αυτών. Μέχρι την ολοκλήρωση της προβλεπόμενης διαδικασίας για την ανάκληση της αναδάσωσης σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, δεν εκδίδονται διοικητικές πράξεις για την προστασία του τμήματος αυτού κατ' εφαρμογή της δασικής νομοθεσίας.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 4 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 32 του νόμου 4342/2015 (ΦΕΚ 143/Α/2015).
|
5. Υποθέσεις άρσης ή ανάκλησης πράξεων κήρυξης εκτάσεων ως αναδασωτέων, που εκκρεμούν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου ενώπιον των Πρωτοβάθμιων Επιτροπών Επίλυσης Δασικών Αμφισβητήσεων συνεχίζονται από το στάδιο στο οποίο βρίσκονται και ολοκληρώνονται, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 44 του νόμου 998/1979 όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή της με την παράγραφο 3 του άρθρου 35 του παρόντος νόμου.
6. Οι αιτήσεις εξαγοράς της παραγράφου 6 του άρθρου 47 του νόμου 998/1979, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 36 του παρόντος νόμου, υποβάλλονται εντός προθεσμίας 3 ετών, από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί για ένα ακόμα έτος με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.
7. Κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις, πτηνοτροφεία, μελισσοκομεία, εκτροφεία θηραμάτων, υδατοκαλλιέργειες, εκτροφεία γουνοφόρων ή άλλες συναφείς κτηνοτροφικές μονάδες, ιεροί ναοί και βοηθητικοί χώροι αυτών, μετόχια, ησυχαστήρια, ιερές μονές και βοηθητικοί χώροι αυτών, παρεκκλήσια, ιερά προσκυνήματα που εγκαταστάθηκαν μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου χωρίς άδεια της δασικής υπηρεσίας σε δάση, δασικές εκτάσεις και δημόσιες εκτάσεις των περιπτώσεων α' και β' της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του νόμου 998/1979, συνεχίζουν τη λειτουργία τους για μια τριετία από την έναρξη ισχύος του παρόντος, εντός της οποίας οφείλουν να λάβουν την έγκριση επέμβασης των άρθρων 45 και 47Α του νόμου 998/1979, όπως τα άρθρα αυτά ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με το άρθρο 36 του παρόντος νόμου, με την επιφύλαξη των παραγράφων 4 και 6 του άρθρου 45 του νόμου 998/1979, έγκριση περιβαλλοντικών όρων ή υπαγωγή σε Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις (ΠΠΔ), σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, καθώς και τα πιστοποιητικά από την αρμόδια Πολεοδομική Υπηρεσία ή την άδεια δόμησης, όπου απαιτούνται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 2 του νόμου 4056/2012.
Κατά τη διάρκεια της ανωτέρω προθεσμίας αναστέλλεται η ισχύς των διοικητικών πράξεων αποβολής, επιβολής προστίμων, κατεδάφισης, κήρυξής τους ως αναδασωτέων, που τυχόν έχουν εκδοθεί, και, εφόσον εκδοθούν όλες οι απαιτούμενες διοικητικές πράξεις και εγκρίσεις, οι πράξεις αυτές ανακαλούνται από τη δασική υπηρεσία.
Τυχόν καταβληθέντα ποσά δεν επιστρέφονται ούτε συμψηφίζονται. Η συνέχιση της λειτουργίας των ανωτέρω εγκαταστάσεων απαγορεύεται στις περιπτώσεις που εκδοθεί, πλήρως αιτιολογημένη πράξη του προϊσταμένου του αρμόδιου Δασαρχείου ή της αρμόδιας Διεύθυνσης Δασών, αν δεν υπάρχει δασαρχείο σε επίπεδο νομού, στην οποία διαπιστώνονται συνεχείς επεκτάσεις των ανωτέρω εγκαταστάσεων, κοπή ή εκχέρσωση δασικής βλάστησης, καθώς και κατασκευή κτιριακών εγκαταστάσεων, που δεν σχετίζονται με τη λειτουργία τους.
8. Χιονοδρομικά κέντρα, καθώς και υφιστάμενες εγκαταστάσεις που εξυπηρετούν τη λειτουργία χιονοδρομικών κέντρων, που λειτουργούν σε εκτάσεις που διαχειρίζεται η δασική υπηρεσία και δεν έχουν την προβλεπόμενη από τη δασική νομοθεσία έγκριση, οφείλουν να λάβουν εντός χρονικού διαστήματος 3 ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου την έγκριση της παραγράφου 2 ή την πράξη της παραγράφου 6 του άρθρου 45 του νόμου 998/1979. Το πρώτο εδάφιο εφαρμόζεται και για τις εκτάσεις της κατηγορίας α' της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του νόμου 998/1979, με την επιφύλαξη της παραγράφου 15 του άρθρου 45 του νόμου 998/1979. Κατά τη διάρκεια της ανωτέρω προθεσμίας αναστέλλεται η ισχύς των διοικητικών πράξεων αποβολής, επιβολής προστίμων κατεδάφισης και κήρυξης των εκτάσεων ως αναδασωτέων, που τυχόν έχουν εκδοθεί, και, εφόσον εκδοθεί η προβλεπόμενη από τη δασική νομοθεσία έγκριση ή πράξη της παραγράφου 6 του άρθρου 45 του νόμου 998/1979, οι πράξεις αυτές παύουν να ισχύουν.
9. Έργα που εξυπηρετούν ανάγκες ύδρευσης, άρδευσης και αποχέτευσης, όπως δεξαμενές, γεωτρήσεις, υδρομαστεύσεις, δίκτυα αγωγών προσαγωγής κέντρων επεξεργασίας λυμάτων, αγωγών ύδρευσης αποχέτευσης, καθώς και αθλητικές εγκαταστάσεις που κατασκευάστηκαν από οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος σε εκτάσεις που προστατεύονται από τις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας για κάλυψη των αναγκών τους, χωρίς την προβλεπομένη από τις εν λόγω διατάξεις άδεια, συνεχίζουν τη λειτουργία τους για χρονικό διάστημα 2 ετών, εντός του οποίου οφείλουν να λάβουν την έγκριση της παραγράφου 2 του άρθρου 53 και της παραγράφου 1 του άρθρου 57 του νόμου 998/1979, όπως τα άρθρα αυτά ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με το άρθρο 36 του παρόντος νόμου, ή την πράξη της παραγράφου 6 του άρθρου 45 του παρόντος νόμου και τις προβλεπόμενες από τη σχετική περί των υδάτων, λυμάτων και των αθλητικών εγκαταστάσεων νομοθεσία εγκρίσεις, αν από τη φύση των έργων επιβάλλεται η εφαρμογή της παραπάνω νομοθεσίας.
Τυχόν πράξεις της διοίκησης που εκδόθηκαν για την προστασία των παραπάνω εκτάσεων ανακαλούνται.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 9 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 41 του νόμου 4546/2018 (ΦΕΚ 101/Α/2018).
|
10. Κατασκηνώσεις που λειτουργούν χωρίς τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις της δασικής, περιβαλλοντικής και πολεοδομικής νομοθεσίας, συνεχίζουν να λειτουργούν για διάστημα 2 ετών από την ισχύ του παρόντος νόμου, προκειμένου να εκδοθούν οι προβλεπόμενες άδειες, σύμφωνα με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας και της επόμενης παραγράφου 11 του παρόντος άρθρου. Στις περιπτώσεις αυτές, η έγκριση επέμβασης του άρθρου 50 του νόμου 998/1979, όπως το άρθρο αυτό ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 36 του παρόντος νόμου, εκδίδεται και επί εκτάσεων της κατηγορίας α' της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του νόμου 998/1979, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 15 του άρθρου 45 του νόμου 998/1979. Κατά τη διάρκεια της ανωτέρω προθεσμίας αναστέλλεται η ισχύς των διοικητικών πράξεων αποβολής, επιβολής προστίμων κατεδάφισης και κήρυξης των εκτάσεων ως αναδασωτέων, που τυχόν έχουν εκδοθεί και οι πράξεις αυτές ανακαλούνται από τη δασική υπηρεσία, εφόσον εκδοθούν όλες οι απαιτούμενες διοικητικές πράξεις και εγκρίσεις. Για τις υφιστάμενες κατασκηνώσεις που έχουν ολοκληρώσει τη νομιμοποίηση υφιστάμενων κτισμάτων και έχουν πληρώσει το τίμημα εξαγοράς διακατεχόμενων δασών για τις οποίες εκκρεμεί έκδοση απόφασης εγκατάστασης θα εκδίδεται απευθείας απόφαση του αρμόδιου Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.
11. Τα υφιστάμενα εντός των κατασκηνώσεων κτίσματα υπάγονται στις διατάξεις του νόμου 4178/2013 (ΦΕΚ 174/Α/2013), κατά παρέκκλιση των προβλεπομένων στο άρθρο 2 αυτού, και στις διατάξεις των επόμενων εδαφίων της παρούσας παραγράφου. Για την έκδοση της οικοδομικής άδειας και τη νομιμοποίηση υφισταμένων κτισμάτων, που εξυπηρετούν τη λειτουργία κατασκηνώσεων, σε δημόσια και μη δάση και δασικές εκτάσεις εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 50 του νόμου 998/1979, όπως το άρθρο αυτό ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 36 του παρόντος νόμου. Για την έκδοση της οικοδομικής άδειας και τη νομιμοποίηση υφιστάμενων κτισμάτων σε εκτάσεις εκτός σχεδίων πόλεων και εκτός ορίων νομίμως υφισταμένων οικισμών προ του 1923, εφαρμόζονται ανάλογα οι όροι δόμησης που καθορίζονται στα δύο τελευταία εδάφια της παραγράφου 2 του ως άνω άρθρου 50 του νόμου 998/1979.
12. Για τα υφιστάμενα ορειβατικά καταφύγια τα οποία λειτουργούν χωρίς νόμιμη άδεια εκδίδεται μέχρι τις 31-01-2021 κοινή απόφαση των υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Τουρισμού και το Ειδικό Σήμα Λειτουργίας, υπό την προϋπόθεση έκδοσης διαπιστωτικής πράξης από το Πολεοδομικό Γραφείο της Ειδικής Υπηρεσίας Προώθησης και Αδειοδότησης Τουριστικών Επενδύσεων του Υπουργείου Τουρισμού, συνοδευόμενης από θεωρημένα τοπογραφικά διαγράμματα.
Στη διαπιστωτική πράξη αναφέρονται τα τοπογραφικά και τεχνικά στοιχεία του ορειβατικού καταφυγίου, η δυναμικότητά του, το καθεστώς λειτουργίας του, το καθεστώς που διέπει την περιοχή εγκατάστασής του, το ιδιοκτησιακό και προστατευτικό καθεστώς, καθώς και οι υποχρεώσεις του φορέα που διαχειρίζεται το ορειβατικό καταφύγιο σε σχέση με τη νόμιμη λειτουργία του. Για την έκδοση της διαπιστωτικής πράξης απαιτείται η γνώμη της αρμόδιας Διεύθυνσης Δασών, η οποία μπορεί να θέτει όρους σχετικά με τη συντελεσθείσα επέμβαση και τις υποχρεώσεις του δικαιούχου. Διαπιστωτικές πράξεις που εκδόθηκαν, σύμφωνα με το άρθρο 40 του νόμου 3105/2003 (ΦΕΚ 29/Α/2003) εξακολουθούν να ισχύουν, συμπληρωμένες ως προς τα στοιχεία του προηγούμενου εδαφίου που δεν έχουν περιληφθεί σε αυτές.
Για την έκδοση της απόφασης του πρώτου εδαφίου υποβάλλονται στην Ειδική Υπηρεσία Προώθησης και Αδειοδότησης Τουριστικών Επενδύσεων του Υπουργείου Τουρισμού: α) αίτηση του αναφερόμενου στη διαπιστωτική πράξη φορέα που διαχειρίζεται το ορειβατικό καταφύγιο, β) η οικεία διαπιστωτική πράξη, γ) τα τοπογραφικά διαγράμματα της συγκεκριμένης έκτασης με τις συντεταγμένες των κορυφών βασισμένες στο Εθνικό Γεωδαιτικό Σύστημα Αναφοράς ΕΓΣΑ 1987, αρμοδίως θεωρημένα, που συνοδεύουν την αντίστοιχη διαπιστωτική πράξη, στα οποία αποτυπώνονται οι υφιστάμενες εγκαταστάσεις και υποδομές.
Για την έκδοση της απόφασης του πρώτου εδαφίου λαμβάνονται υπόψη αιτήσεις και δικαιολογητικά νομιμοποίησης που έχουν υποβληθεί κατ' εφαρμογή της παραγράφου 9 του άρθρου 40 του νόμου 3105/2003.
Στην απόφαση του πρώτου εδαφίου περιγράφονται τα όρια, η θέση και το εμβαδόν της έκτασης, αναγράφονται τα στοιχεία του δικαιούχου και ο σκοπός της επέμβασης και περιλαμβάνεται τεχνική περιγραφή των εγκαταστάσεων και υποδομών, καθώς και όροι σχετικά με τη συντελεσθείσα επέμβαση και τις υποχρεώσεις του δικαιούχου, προσαρτάται δε το τοπογραφικό διάγραμμα, αρμοδίως θεωρημένο, που συνοδεύει την αντίστοιχη διαπιστωτική πράξη. Η απόφαση επέχει θέση οικοδομικής άδειας και έγκρισης επέμβασης του άρθρου 45 του νόμου 998/1979, ενώ για την έκδοσή της, καθώς και για την έκδοση Ειδικού Σήματος Λειτουργίας των ορειβατικών καταφυγίων δεν απαιτείται η υπαγωγή σε Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις (ΠΠΔ).
Ορειβατικά καταφύγια για τα οποία εκδίδεται η απόφαση του πρώτου εδαφίου εξαιρούνται από την υποχρέωση αναδάσωσης ή δάσωσης και καταβολής ανταλλάγματος χρήσης.
Κατά τη διάρκεια της προθεσμίας του πρώτου εδαφίου αναστέλλεται η ισχύς των διοικητικών πράξεων αποβολής, επιβολής προστίμων, κατεδάφισης και κήρυξης των εκτάσεων ως αναδασωτέων, που τυχόν έχουν εκδοθεί και οι πράξεις αυτές ανακαλούνται από τη δασική υπηρεσία, εφόσον εκδοθεί η απόφαση και το Ειδικό Σήμα Λειτουργίας του πρώτου εδαφίου.
13. Αποφάσεις που εκδόθηκαν με τις διατάξεις των άρθρων 66 του νόμου 998/1979 και 16 του νόμου 1734/1987 (ΦΕΚ 189/Α/1987) εξακολουθούν να ισχύουν με τους όρους και τις προϋποθέσεις έκδοσής τους.
Κατ' εξαίρεση, δεν απαιτείται για την ισχύ των παραπάνω αποφάσεων, οι δικαιούχοι, προς τους οποίους έχει μεταβιβασθεί το δικαίωμα, να είναι κατά κύριο επάγγελμα γεωργοί ή κτηνοτρόφοι.
Καστανοτεμάχια που παραχωρήθηκαν προσωρινά με τις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας και δεν ολοκληρώθηκε η διαδικασία οριστικής παραχώρησής τους επειδή δεν πραγματοποιήθηκε εξ ολοκλήρου ο σκοπός της παραχώρησης, καταβλήθηκε όμως εν όλω ή εν μέρει το τίμημα, παραχωρούνται με οριστικό τίτλο μέσα σε 1 έτος από την ισχύ του παρόντος νόμου στους νόμιμους δικαιούχους ή στους καθολικούς ή ειδικούς διαδόχους τους με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, υπό τον όρο ότι θα διατηρηθεί η μορφή του καστανεώνα και θα συνεχιστεί η δενδροκομική εκμετάλλευση, με εξημέρωση των καστανόδενδρων και ότι θα καταβληθεί το υπόλοιπο του τιμήματος, εφόσον υφίσταται τέτοια εκκρεμότητα.
14. Τουριστικές εγκαταστάσεις σε ακίνητα δασικού χαρακτήρα του Ελληνικού Δημοσίου ή του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού, που έχουν οποτεδήποτε παραχωρηθεί σε αυτόν για τουριστική αξιοποίηση καθ' οιονδήποτε τρόπο και ανεγέρθηκαν από τον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού ή την Εταιρεία Τουριστικών Ακινήτων Δημοσίου ή τρίτο, στον οποίο παραχωρήθηκαν τα δικαιώματα τουριστικής αξιοποίησης, θεωρούνται νομίμως υφιστάμενες. Για τη νομιμότητα των εγκαταστάσεων αυτών εκδίδεται σχετική διαπιστωτική πράξη του Γενικού Γραμματέα Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού, με τη διαδικασία που καθορίζεται στο δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του νόμου 2160/1993 (ΦΕΚ 118/Α/1993). Με την έκδοση της ανωτέρω πράξης οι εγκαταστάσεις, όπως αυτές περιγράφονται και αποτυπώνονται στο διάγραμμα που τη συνοδεύει, θεωρείται ότι πληρούν όλες τις νόμιμες προϋποθέσεις για την έκδοση οικοδομικής άδειας επισκευής, συντήρησης και εκσυγχρονισμού και οι αρμόδιες πολεοδομικές υπηρεσίες υποχρεούνται στη χορήγηση των σχετικών αδειών και εγκρίσεων χωρίς να απαιτείται η έκδοση βεβαίωσης από τον οικείο δασάρχη. Για την περιβαλλοντική αδειοδότηση έργων και δραστηριοτήτων εντός του περιγραφόμενου περιτυπώματος υφιστάμενου κτιρίου, για το οποίο εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του Γενικού Γραμματέα Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού, δεν απαιτείται η γνωμοδότηση του οικείου Δασάρχη. Οι διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις ακινήτων, για τα οποία ήδη έχει εκδοθεί κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου σχετική διαπιστωτική πράξη σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του νόμου 2160/1993.
Ως προς την περαιτέρω τουριστική αξιοποίηση των ως άνω ακινήτων εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2, 3, 4 της περίπτωσης δ' του άρθρου 49 του νόμου 998/1979, όπως το άρθρο αυτό ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 36 του παρόντος νόμου.
Οργανωμένες Τουριστικές Κατασκηνώσεις (κάμπινγκ) της υποπερίπτωσης β)β' της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του νόμου 4276/2014, που δεν ανήκουν στις περιπτώσεις του πρώτου εδαφίου και λειτουργούν σε εκτάσεις που υπάγονται στις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας και δεν έχουν την προβλεπόμενη από τις διατάξεις αυτές έγκριση, οφείλουν να λάβουν εντός χρονικού διαστήματος 3 ετών την πράξη της παραγράφου 6 του άρθρου 45 του νόμου 998/1979. Κατά τη διάρκεια της ανωτέρω προθεσμίας αναστέλλεται η ισχύς των διοικητικών πράξεων αποβολής, επιβολής προστίμων κατεδάφισης και κήρυξης των εκτάσεων ως αναδασωτέων, που τυχόν έχουν εκδοθεί, και, εφόσον εκδοθεί η προβλεπόμενη πράξη της παραγράφου 6 του άρθρου 45 του νόμου 998/1979, οι πράξεις αυτές παύουν να ισχύουν.
15. Στις διατάξεις του άρθρου 67 του νόμου 998/1979, όπως το άρθρο αυτό αντικαθίσταται με το άρθρο 39 του παρόντος νόμου, υπάγονται και οι εκκρεμείς, κατά την έναρξη ισχύος αυτού, υποθέσεις του άρθρου 12 του νόμου 3208/2003.
16. Κοιμητήρια υφιστάμενα, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, κατά την έννοια και τις προϋποθέσεις της Α5/2010/1978 υπουργικής απόφασης (ΦΕΚ 424/Β/1978), με τις απαραίτητες εγκαταστάσεις τους σε εκτάσεις δασικού χαρακτήρα θεωρούνται νομίμως υφιστάμενα. Τα όρια της έκτασης που καταλαμβάνουν αποτυπώνονται με μέριμνα του οικείου Δήμου και ελέγχονται από την αρμόδια Δασική Υπηρεσία. Για τη νομιμότητα αυτών εκδίδεται σχετική διαπιστωτική πράξη από τον Γενικό Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Τυχόν πράξεις της Διοίκησης για την προστασία των ανωτέρω εκτάσεων ανακαλούνται αυτοδίκαια.
Η επέκταση των ανωτέρω νεκροταφείων επιτρέπεται, εφόσον από ειδική μελέτη προκύπτει η αδυναμία εξασφάλισης κατάλληλου για το σκοπό αυτόν άλλου χώρου και μετά από εκπόνηση περιβαλλοντικής μελέτης, μελέτης γεωλογικής καταλληλότητας και υδρογεωτεχνικής μελέτης.
17. Κάθε διαδικασία διοικητικής αναγνώρισης της ιδιοκτησίας των δασών και των δασικών εκτάσεων του πρώτου εδαφίου και των περιπτώσεων α' και β' της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του νόμου 998/1979, που προβλέπονται στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 15 του νόμου 3208/2003 (ΦΕΚ 303/Α/2003), το οποίο δεύτερο εδάφιο προστέθηκε στο άρθρο αυτό με την παράγραφο 9 του άρθρου 43 του παρόντος νόμου, καθώς και οι σχετικές με την ιδιοκτησία εκκρεμείς δίκες σε αντιδικία με το Δημόσιο καταργούνται.
Πρωτόκολλα Διοικητικής Αποβολής που εκδόθηκαν μέχρι την έναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου και αναφέρονται στις παραπάνω εκτάσεις ανακαλούνται από τότε που εκδόθηκαν.
18. Η παράγραφος 2 του άρθρου 17 του νόμου 3208/2003, πλην του τελευταίου εδαφίου της, καθώς επίσης και η παράγραφος 3 του ιδίου άρθρου καταργούνται μετά την πάροδο 5 ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. Μετά την πάροδο της προθεσμίας αυτής για τις οριστικά παραχωρηθείσες εκτάσεις ισχύουν οι όροι των παραχωρητηρίων.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 18 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 145 του νόμου 4483/2017 (ΦΕΚ 107/Α/2017).
|
19. Δημόσιες δασικές εκτάσεις που παραχωρήθηκαν σε δήμους και κοινότητες κατά τις διατάξεις του άρθρου 193 του νόμου [Ν] 4173/1929, όσο ίσχυε, με οριστικά παραχωρητήρια, προς εγκατάσταση των δικαιούχων κατοίκων τους ή των καθολικών διαδόχων τους, παραχωρούνται σε αυτούς, σύμφωνα με τις διατάξεις του παραπάνω άρθρου όπως ίσχυσε, μέσα σε προθεσμία 3 ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, μετά από διαπιστωτική πράξη του αρμόδιου οργάνου.
20. Φυτώρια που λειτουργούν νόμιμα πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος συνεχίζουν τη λειτουργία τους για μία διετία από την έκδοση της υπουργικής απόφασης που προβλέπεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 51 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 86/1969, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε από την παράγραφο 1 του άρθρου 45 του παρόντος νόμου, εντός της οποίας οφείλουν να λάβουν την προβλεπόμενη στην παράγραφο 1 του ως άνω άρθρου 51 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 86/1969, άδεια. Μέχρι την ολοκλήρωση των προσωρινών διαχειριστικών σχεδίων βόσκησης της παραγράφου 3 του άρθρου 103 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 86/1969, όπως ισχύει, η βοσκή ασκείται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο αυτό, όπως ίσχυε πριν από την αντικατάστασή του με το άρθρο 60 του νόμου 4264/2014 (ΦΕΚ 118/Α/2014) ή, σύμφωνα με το άρθρο 24 του νόμου 4061/2012, εφόσον οι εκτάσεις υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του.
21. To προεδρικό διάταγμα, που προβλέπεται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του νόμου 998/1979, όπως το εδάφιο αυτό προστίθεται στην παράγραφο 1 με την παράγραφο 2 του άρθρου 32 του παρόντος νόμου, εκδίδεται εντός προθεσμίας έξι μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
22. Μέχρι την κατάρτιση των δασικών χαρτών, για τις εκτάσεις που έχουν χαρακτηρισθεί τελεσιδίκως ως υπαγόμενες στις παραγράφους 6)β ή 6)γ του άρθρου 3 του νόμου 998/1979 και ρυθμίζονταν, σύμφωνα με την παράγραφο 7 του άρθρου 3 του ίδιου νόμου πριν την έναρξη ισχύος του νόμου 4280/2014, εκδίδεται διαπιστωτική πράξη από την οικεία δασική αρχή, κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε έχοντος έννομο συμφέρον ή αυτεπαγγέλτως από τον οικείο Δασάρχη, προκειμένου να προσδιορισθούν εννοιολογικά οι ανωτέρω εκτάσεις και να διακριθούν αντιστοίχως, σύμφωνα με το άρθρο 5 του προεδρικού διατάγματος 32/2016.
Η διαπιστωτική πράξη, εντός 10 ημερών από την έκδοσή της, αναρτάται στο διαδικτυακό τόπο του εδαφίου 3 της παραγράφου 3 του άρθρου 14 του νόμου 998/1979. Με την ανάρτηση της πράξης στον ειδικό αυτό τόπο, η οποία αντιστοιχεί με επιβαλλόμενη από το νόμο δημοσίευση, τεκμαίρεται η πλήρης γνώση για κάθε ενδιαφερόμενο τρίτο, προκειμένου να ασκήσει οποιοδήποτε ένδικο βοήθημα.
Η υποβολή της αίτησης που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο, η διαδικασία έκδοσης της ανωτέρω πράξης του Δασάρχη, καθώς και η προθεσμία άσκησης και η άσκηση ενδίκων βοηθημάτων και μέσων κατ' αυτής δεν αναστέλλει την πρόοδο της κατάρτισης, θεώρησης και κύρωσης των δασικών χαρτών, εφαρμοζομένων ως προς την αναμόρφωση του οικείου δασικού χάρτη των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 20 του νόμου 3889/2010 (ΦΕΚ 182/Α/2010).
23. Μέχρι την κατάρτιση των δασικών χαρτών, για τις εκτάσεις που έχουν χαρακτηρισθεί τελεσιδίκως ως υπαγόμενες στις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας πριν από τις 08-08-2014 και είναι τεχνητές δασικές φυτείες της περίπτωσης γ' της παραγράφου 6 του άρθρου 3 του νόμου 998/1979, εκδίδεται διαπιστωτική πράξη από την οικεία δασική αρχή κατόπιν αιτήματος των ιδιοκτητών των εκτάσεων ή αυτεπαγγέλτως από τον οικείο Δασάρχη, προκειμένου να προσδιορισθούν ως τεχνητές δασικές φυτείες που δημιουργούνται από τους ιδιοκτήτες τους, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση γ' της παραγράφου 6 του άρθρου 3 του νόμου 998/1979. Η διαπιστωτική πράξη αναρτάται εντός 10 ημερών από την έκδοσή της στο διαδικτυακό τόπο του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 14 του νόμου 998/1979. Η πλήρης γνώση για κάθε ενδιαφερόμενο τρίτο προκειμένου αυτός να ασκήσει οποιοδήποτε ένδικο βοήθημα κατά της ανωτέρω πράξης, τεκμαίρεται από την ανάρτηση αυτής στο διαδικτυακό τόπο, αποκλεισμένης της εφαρμογής ειδικότερων διατάξεων περί δημοσίευσης.
Η υποβολή της αίτησης του πρώτου εδαφίου, η διαδικασία έκδοσης της ανωτέρω πράξης του Δασάρχη, καθώς και η προθεσμία άσκησης και η άσκηση ενδίκων βοηθημάτων και μέσων κατ' αυτής δεν αναστέλλει την πρόοδο της κατάρτισης, θεώρησης και κύρωσης των δασικών χαρτών, εφαρμοζομένων ως προς την αναμόρφωση του οικείου δασικού χάρτη των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 20 του νόμου 3889/2010 (ΦΕΚ 182/Α/2010).