Νόμος 3607/07

Ν3607/2007: Σύσταση και Καταστατικό της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Κοινωνικής Ασφάλισης Ανώνυμη Εταιρεία και λοιπές ασφαλιστικές και οργανωτικές διατάξεις


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Νόμος 3607/2007: Σύσταση και Καταστατικό της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Κοινωνικής Ασφάλισης Ανώνυμη Εταιρεία και λοιπές ασφαλιστικές και οργανωτικές διατάξεις, (ΦΕΚ 245/Α/2007), 01-11-2007.

 

Ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας

 

Εκδίδουμε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

 

Μέρος Α: Σύσταση της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Κοινωνικής Ασφάλισης Ανώνυμης Εταιρείας

 

Άρθρο πρώτο: Σύσταση - μορφή

 

1. Το νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία Κέντρο Ηλεκτρονικού Υπολογιστή Κοινωνικών Υπηρεσιών (ΚΗΥΚΥ), που ιδρύθηκε με το νομοθετικό διάταγμα [Ν] 390/1969 (ΦΕΚ 283/Α/1969), μετατρέπεται σε ανώνυμη εταιρεία μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με την επωνυμία Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση Κοινωνικής Ασφάλισης Ανώνυμη Εταιρεία και το διακριτικό τίτλο ΗΔΙΚΑ ΑΕ.

 

2. Η Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση Κοινωνικής Ασφάλισης Ανώνυμη Εταιρεία (στο εξής Εταιρεία) λειτουργεί χάριν του δημοσίου συμφέροντος κατά τις διατάξεις του ιδιωτικού δικαίου, σύμφωνα με τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, διέπεται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου και των κατ' εξουσιοδότηση αυτού διοικητικών πράξεων και υπάγεται στις διατάξεις του νόμου 3429/2005 (ΦΕΚ 314/Α/2005) εξαιρουμένων των διατάξεων του άρθρου 14.

 

3. Η εποπτεία και ο έλεγχος της εταιρίας ασκείται από τον Υπουργό Ψηφιακής Διακυβέρνησης.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 3 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 42 του νόμου 4144/2013 (ΦΕΚ 88/Α/2013) και τροποποιήθηκε με την παράγραφο 18 του άρθρου 56 του νόμου 4623/2019 (ΦΕΚ 134/Α/2019).

 

4. Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, η Εταιρεία αναλαμβάνει τα νέα έργα Πληροφορικής και Επικοινωνιών των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης, καθώς και τις επεκτάσεις τους. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ψηφιακής Διακυβέρνησης και Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων υπάγονται στη διοικητική και τεχνική εποπτεία και τον έλεγχο της Εταιρείας λειτουργούντα, καθώς και υπό υλοποίηση έργα Πληροφορικής και Επικοινωνιών των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης.

 

Επίσης αναλαμβάνει, ως δικαιούχος, την υλοποίηση πράξεων του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (ΕΣΠΑ).

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 4 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 3)α του άρθρου 151 του νόμου [Ν] 3655/2008(ΦΕΚ 58/Α/2008), με την παράγραφο 1 του άρθρου 56 του νόμου 4623/2019 (ΦΕΚ 134/Α/2019).

 

5. Για τα ρυθμιζόμενα στον παρόντα νόμο θέματα, που αφορούν στην ίδρυση και λειτουργία της Εταιρείας, εφαρμόζονται συμπληρωματικά και εφόσον δεν αντίκεινται στις διατάξεις του νόμου αυτού και του νόμου 3429/2005, οι διατάξεις του κωδικοποιημένου νόμου [Ν] 2190/1920 και της λοιπής νομοθεσίας περί ανωνύμων εταιρειών, όπως ισχύουν κάθε φορά.

 

Άρθρο δεύτερο: Μεταβίβαση δικαιωμάτων στην Εταιρεία

 

1. Από της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου, παραχωρούνται και μεταβιβάζονται στην Εταιρεία, κατά πλήρες δικαίωμα κυριότητας, νομής και κατοχής, ως τμήμα του μετοχικού κεφαλαίου της, όπως ειδικότερα αυτό προσδιορίζεται στο Καταστατικό της, τα πάσης φύσεως περιουσιακά στοιχεία του Κέντρου Ηλεκτρονικού Υπολογιστή Κοινωνικών Υπηρεσιών.

 

2. Από της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου μεταβιβάζονται στην Εταιρεία όλα τα δικαιώματα και υποχρεώσεις του Κέντρου Ηλεκτρονικού Υπολογιστή Κοινωνικών Υπηρεσιών προς τρίτους.

 

3. Η απογραφή και αποτίμηση των αναφερόμενων στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου περιουσιακών στοιχείων θα διενεργηθεί από το Σώμα Ορκωτών Εκτιμητών εντός 2 μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.

 

4. Συνεχίζονται από την Εταιρεία εκκρεμείς δίκες με διάδικο το Κέντρο Ηλεκτρονικού Υπολογιστή Κοινωνικών Υπηρεσιών ή και το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών στις περιπτώσεις που εκκρεμείς δίκες με διάδικο το Κέντρο Ηλεκτρονικού Υπολογιστή Κοινωνικών Υπηρεσιών συνεχίστηκαν από το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών, δυνάμει του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 30 του νόμου 3232/2004 (ΦΕΚ 48/Α/2004) ή άρχισαν με διάδικο το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών, με βάση την παράγραφο 1 του άρθρου 30 του νόμου 3232/2004, αλλά αφορούν το Κέντρο Ηλεκτρονικού Υπολογιστή Κοινωνικών Υπηρεσιών.

 

Άρθρο τρίτο: Μετοχικό κεφάλαιο

 

1. Το μετοχικό κεφάλαιο της Εταιρίας αναλαμβάνεται εξ ολοκλήρου από το Ελληνικό Δημόσιο, το οποίο για την άσκηση των μετοχικών του δικαιωμάτων εκπροσωπείται από τον Υπουργό Οικονομικών. Οι μετοχές της Εταιρίας είναι προσωπικές και αμεταβίβαστες. Η ανωτέρω μεταβίβαση του μετοχικού κεφαλαίου απαλλάσσεται από πάσης φύσεως φόρους, τέλη ή εισφορές υπέρ τρίτων.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 1 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 12)β του άρθρου 2 του νόμου 4024/2011 (ΦΕΚ 226/Α/2011) και τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 56 του νόμου 4623/2019 (ΦΕΚ 134/Α/2019).

 

2. Σε περίπτωση αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου, το νέο κεφάλαιο αναλαμβάνεται α) από τον μοναδικό μέτοχο. Οι όροι και οι προϋποθέσεις καθορίζονται με κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ψηφιακής Διακυβέρνησης.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 2 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 56 του νόμου 4623/2019 (ΦΕΚ 134/Α/2019).

 

Άρθρο τέταρτο: Ατέλειες

 

Η Εταιρεία απολαμβάνει όλων των διοικητικών, οικονομικών και δικαστικών ατελειών, καθώς και όλων των δικονομικών προνομίων του Δημοσίου.

 

Άρθρο πέμπτο: Καταστατικό της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Κοινωνικής Ασφάλισης Ανώνυμης Εταιρείας

 

Το Καταστατικό της Εταιρείας έχει ως εξής:

 

Κεφάλαιο Πρώτο: Σύσταση - Επωνυμία - Έδρα - Σκοπός - Διάρκεια - Πόροι και έσοδα εταιρείας

 

Άρθρο 1: Σύσταση - Επωνυμία

Άρθρο 2: Έδρα

Άρθρο 3: Σκοπός

Άρθρο 4: Διάρκεια

Άρθρο 5: Πόροι - Έσοδα της Εταιρείας

 

Κεφάλαιο Δεύτερο: Μετοχικό κεφάλαιο - Μετοχές

 

Άρθρο 6: Μετοχικό κεφάλαιο - Μετοχές

 

Κεφάλαιο Τρίτο: Όργανα της εταιρείας - Γενική συνέλευση

 

Άρθρο 7: Όργανα της Εταιρείας

Άρθρο 8: Αρμοδιότητες της Γενικής Συνέλευσης

Άρθρο 9: Σύγκληση και πρακτικά της Γενικής Συνέλευσης

Άρθρο 10: Απαλλαγή μελών Διοικητικού Συμβουλίου

 

Κεφάλαιο Τέταρτο: Όργανα διοίκησης της εταιρείας

 

Άρθρο 11: Σύνθεση - θητεία του Διοικητικού Συμβουλίου - Απουσία μελών του Διοικητικού Συμβουλίου

Άρθρο 12: Ευθύνη και υποχρεώσεις των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου

Άρθρο 13: Αρμοδιότητες Διοικητικού Συμβουλίου

Άρθρο 14: Εκπροσώπηση της Εταιρείας

Άρθρο 15: Σύγκληση του Διοικητικού Συμβουλίου

Άρθρο 16: Λήψη αποφάσεων και πρακτικά Διοικητικού Συμβουλίου

Άρθρο 17: Αρμοδιότητες Προέδρου

Άρθρο 18: Διευθύνων Σύμβουλος - Αρμοδιότητες

 

Κεφάλαιο Πέμπτο: Εταιρική χρήση - Ελεγκτές - Ετήσιες οικονομικές καταστάσεις - Λόγοι λύσης της εταιρείας - Εκκαθάριση

 

Άρθρο 19: Εταιρική χρήση

Άρθρο 20: Ελεγκτές

Άρθρο 21: Ετήσιες Οικονομικές Καταστάσεις

Άρθρο 22: Λόγοι λύσης της Εταιρείας

Άρθρο 23: Εκκαθάριση

 

Κεφάλαιο Έκτο: Στρατηγικό και επιχειρησιακό σχέδιο

 

Άρθρο 24: Στρατηγικό σχέδιο

Άρθρο 25: Επιχειρησιακό σχέδιο

 

Άρθρο έκτο: Θέματα προσωπικού

 

1. Η Εταιρεία προσλαμβάνει το πάσης φύσεως προσωπικό της σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του νόμου 3429/2005.

 

2. Ειδικότερα, συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου των προσλαμβανόμενων, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, μπορούν να καταγγέλλονται σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις της εκάστοτε ισχύουσας εργατικής νομοθεσίας.

 

3. Η άσκηση του δικαιώματος της καταγγελίας δεν επιτρέπεται να γίνεται καταχρηστικά, αλλά μέσα στα όρια που ορίζονται από το άρθρο 281 του Αστικού Κώδικα.

 

4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εσωτερικών και Ψηφιακής Διακυβέρνησης ρυθμίζονται τα κάθε είδους ειδικότερα θέματα, τα οποία αφορούν στην εφαρμογή των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 4 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 16 του άρθρου 56 του νόμου 4623/2019 (ΦΕΚ 134/Α/2019).

 

Άρθρο έβδομο: Κανονισμός Εσωτερικής Οργάνωσης και Λειτουργίας της Εταιρείας - Κανονισμός Προμηθειών

 

1. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας, και σε χρονικό διάστημα 6 μηνών από το διορισμό του, καταρτίζεται Κανονισμός Εσωτερικής Οργάνωσης και Λειτουργίας, ο οποίος δημοσιεύεται σε περίληψη στο Τεύχος Ανωνύμων Εταιρειών και Εταιρειών Περιορισμένης Ευθύνης και Γενικού Εμπορικού Μητρώου της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, και περιλαμβάνει τουλάχιστον:

 

α) τη διάρθρωση των υπηρεσιών της Εταιρείας, τα αντικείμενα τους, καθώς και τη σχέση των υπηρεσιών μεταξύ τους και με τη διοίκηση. Μεταξύ των υπηρεσιών της Εταιρείας προβλέπεται υπηρεσία εσωτερικού ελέγχου

 

β) τις διαδικασίες αξιολόγησης της απόδοσης των διευθυντικών στελεχών της Εταιρείας.

 

2. Η υπηρεσία εσωτερικού ελέγχου έχει τις αρμοδιότητες που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 του νόμου 3429/2005. Στην υπηρεσία αυτή απασχολείται τουλάχιστον ένας εσωτερικός ελεγκτής που ορίζεται από τη Γενική Συνέλευση των μετόχων. Οι εσωτερικοί Ελεγκτές είναι ανεξάρτητοι, δεν υπάγονται ιεραρχικά σε καμία υπηρεσιακή μονάδα της Εταιρείας, παρέχουν υπηρεσίες με έμμισθη εντολή και δεν αποκτούν ιδιότητα υπαλλήλου ή σχέση εξαρτημένης εργασίας.

 

3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Επενδύσεων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης, ύστερα από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας καταρτίζεται και κυρώνεται ο Κανονισμός Προμηθειών της Εταιρείας, ο οποίος ρυθμίζει θέματα ανάθεσης έργων, μελετών και παροχής υπηρεσιών, καθώς και κάθε σχετικό ζήτημα για τη σύναψη, εκτέλεση και λύση συμβάσεων, με τους περιορισμούς που ορίζονται στο καταστατικό της εταιρίας.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 3 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 17 του άρθρου 56 του νόμου 4623/2019 (ΦΕΚ 134/Α/2019).

 

4. Μέχρι την έκδοση του Κανονισμού Προμηθειών της Εταιρείας παραμένει σε ισχύ ο κανονισμός προμηθειών του Κέντρου Ηλεκτρονικού Υπολογιστή Κοινωνικών Υπηρεσιών. Ειδικά και έως την έκδοση του Κανονισμού της Εταιρείας, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, δύναται να εγκρίνεται η ανάθεση, από την Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση Κοινωνικής Ασφάλισης, έργων σχετικών με θέματα που αφορούν την οργάνωση και μηχανογράφηση της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Κοινωνικής Ασφάλισης και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης, σε εταιρείες συμβούλων, με πρόχειρο μειοδοτικό διαγωνισμό, και έως ποσού 150.000 €.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 4 καταργήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 377 του νόμου 4412/2016 (ΦΕΚ 147/Α/2016).

 

Άρθρο όγδοο: Μεταβατικές διατάξεις

 

1. Το προσωπικό του Κέντρου Ηλεκτρονικού Υπολογιστή Κοινωνικών Υπηρεσιών, από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, μεταφέρεται αυτοδικαίως με την ισχύουσα οργανωτική του διάρθρωση στην Εταιρεία. Μέχρι την έκδοση του Κανονισμού Εσωτερικής Οργάνωσης και Λειτουργίας της Εταιρείας, έχουν ισχύ όλοι οι εσωτερικοί κανονισμοί προσωπικού και λειτουργίας του Κέντρου Ηλεκτρονικού Υπολογιστή Κοινωνικών Υπηρεσιών.

 

2. Η ένταξη του προσωπικού του Κέντρου Ηλεκτρονικού Υπολογιστή Κοινωνικών Υπηρεσιών στις οργανικές θέσεις της Εταιρείας ολοκληρώνεται εντός έξι (6) μηνών από την έκδοση του Κανονισμού Εσωτερικής Οργάνωσης και Λειτουργίας της Εταιρείας.

 

3. Η ένταξη του συνόλου του προσωπικού του Κέντρου Ηλεκτρονικού Υπολογιστή Κοινωνικών Υπηρεσιών στις νέες οργανικές θέσεις της Εταιρείας θα γίνει αυτοδίκαια σε κατηγορίες, κλάδους και ειδικότητες ανάλογες με αυτές που κατείχε στο Κέντρο Ηλεκτρονικού Υπολογιστή Κοινωνικών Υπηρεσιών.

 

4. Προσωπικό του Κέντρου Ηλεκτρονικού Υπολογιστή Κοινωνικών Υπηρεσιών που υπηρετούσε κατά την 31-12-2006 στη Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή στους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, με αίτηση που θα υποβληθεί εντός έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του Κανονισμού Εσωτερικής Οργάνωσης και Λειτουργίας της Εταιρείας, μπορεί να μεταφέρεται, με την ίδια εργασιακή σχέση, σε συνιστώμενες ανάλογων τυπικών προσόντων προσωποπαγείς θέσεις της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων, με ταυτόχρονη δέσμευση αντίστοιχης κενής θέσης εφόσον υπάρχει, με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, ύστερα από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας.

 

5. Οι εργαζόμενοι του Κέντρου Ηλεκτρονικού Υπολογιστή Κοινωνικών Υπηρεσιών που υπηρετούσαν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και μεταφέρθηκαν στη νέα Εταιρεία εξακολουθούν να διατηρούν όλα τα εργασιακά και ασφαλιστικά τους δικαιώματα και ιδίως αυτά που περιγράφονται στα άρθρα 65 παράγραφος 4 και 66 - 78 του Κανονισμού του Κέντρου Ηλεκτρονικού Υπολογιστή Κοινωνικών Υπηρεσιών (ΦΕΚ 542/Β/????), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει. Δεν απολύονται παρά μόνο για τους ίδιους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 120 του ως άνω Κανονισμού, αναγνωρίζεται και μεταφέρεται όλος ο χρόνος προϋπηρεσίας που είχαν στο Κέντρο Ηλεκτρονικού Υπολογιστή Κοινωνικών Υπηρεσιών, καθώς και εκείνος που έχει αναγνωριστεί ως χρόνος υπηρεσίας από αυτό. Επίσης, διατηρούν τις συνολικές αποδοχές που ελάμβαναν πριν ενταχθούν στην Εταιρεία από οποιαδήποτε αιτία και αν αυτές καταβάλλονταν. Στις αποδοχές αυτές δεν συμψηφίζονται τυχόν χορηγούμενες κατά τις κείμενες διατάξεις αυξήσεις. Τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα των εργαζομένων του Κέντρου Ηλεκτρονικού Υπολογιστή Κοινωνικών Υπηρεσιών δεν θίγονται με τη μεταφορά και ένταξη τους στην Εταιρεία ή με τη μεταφορά τους σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου ή με τη μεταφορά τους που έχει γίνει με τις διατάξεις του άρθρου 30 του νόμου 3232/2004 (ΦΕΚ 48/Α/2004).

 

6. Στους απολυόμενους ή αποχωρούντες υπαλλήλους του Κέντρου Ηλεκτρονικού Υπολογιστή Κοινωνικών Υπηρεσιών που εντάχθηκαν στην Εταιρεία ή μεταφέρονται σε άλλη υπηρεσία σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου ή μεταφέρθηκαν με το άρθρο 30 του νόμου 3232/2004 (ΦΕΚ 48/Α/2004), λόγω συμπλήρωσης των προϋποθέσεων για χορήγηση σύνταξης, καταβάλλεται αποζημίωση κατά τις διατάξεις του ισχύοντος νόμου [Ν] 2112/1920, όπως ισχύει σήμερα για τους συνταξιοδοτούμενους. Οι διατάξεις του άρθρου 2 του αναγκαστικού νόμου [Ν] 173/1967 (ΦΕΚ 189/Α/1967), όπως αυτές ισχύουν σήμερα, δεν έχουν εφαρμογή σε αυτή την περίπτωση. Το κόστος της ως άνω αποζημίωσης βαρύνει αναλογικά την Εταιρεία και το φορέα από τον οποίο απολύεται ή αποχωρεί ο υπάλληλος, ανάλογα με την προϋπηρεσία του. Η προϋπηρεσία στο Κέντρο Ηλεκτρονικού Υπολογιστή Κοινωνικών Υπηρεσιών προσμετράται εξ ολοκλήρου στην Εταιρεία για κάθε συνέπεια.

 

7. Μέχρι να ολοκληρωθεί η στελέχωση των υπηρεσιών της Εταιρείας, κατά παρέκκλιση από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη, επιτρέπεται να αποσπώνται προσωρινά στην Εταιρεία μέχρι πενήντα (50) υπάλληλοι με ειδικά προσόντα ή εμπειρία από οποιαδήποτε επιχείρηση, οργανισμό ή φορέα γενικά του ευρύτερου δημόσιου τομέα ή Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου, με κοινή απόφαση των οικείων Υπουργών, μετά από σύμφωνη γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου των φορέων. Ο χρόνος Διάρκειας της απόσπασης λογίζεται, για κάθε συνέπεια, ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας του αποσπώμενου στη θέση που οργανικά κατέχει. Η μισθοδοσία των αποσπώμενων, τα πάσης φύσεως επιδόματα και οι εργοδοτικές εισφορές προς τα αντίστοιχα ταμεία κύριας και επικουρικής ασφάλισης βαρύνουν την Εταιρεία. Στους υπαλλήλους αυτούς επιτρέπεται η καταβολή από την Εταιρεία πρόσθετων αμοιβών, που θα καθορίζονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας.

 

8. Στο προσωπικό που μεταφέρεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, καθώς και στο προσωπικό που έχει μεταφερθεί με τις διατάξεις του άρθρου 30 του νόμου 3232/2004 (ΦΕΚ 48/Α/2004), αναγνωρίζεται και μεταφέρεται όλος ο χρόνος προϋπηρεσίας που είχε στο Κέντρο Ηλεκτρονικού Υπολογιστή Κοινωνικών Υπηρεσιών για μισθολογική και βαθμολογική εξέλιξη, από της μεταφοράς του και ακολουθεί το μισθολόγιο που ισχύει για τους υπαλλήλους της υπηρεσίας στην οποία μεταφέρονται. Σε περίπτωση που από τις ρυθμίσεις της παραγράφου αυτής προκύπτουν συνολικές μηνιαίες αποδοχές μικρότερες από αυτές που έπαιρναν στο Κέντρο Ηλεκτρονικού Υπολογιστή Κοινωνικών Υπηρεσιών, η τυχόν διαφορά διατηρείται ως προσωπική και συμψηφίζεται με οποιαδήποτε αύξηση νέων αποδοχών, επιδομάτων ή αποζημιώσεων.

 

9. Σε περίπτωση λύσης της Εταιρείας ή κατάργησης της οργανικής θέσης, για οποιονδήποτε λόγο, το μεταφερόμενο προσωπικό που υπηρετούσε κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και μεταφέρθηκε και εξακολουθεί να υπηρετεί σε αυτήν μεταφέρεται με την ίδια διαδικασία σε προσωποπαγείς θέσεις των φορέων της παραγράφου 4 και σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 5, 6 και 8 του άρθρου αυτού.

 

10. Η Εταιρεία δύναται να υλοποιεί έργα τα οποία έχει αναλάβει μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου, καθώς και τυχόν επεκτάσεις ή τροποποιήσεις τους. Η υλοποίηση των ήδη ανειλημμένων έργων και μέχρι τη λήξη της πρώτης εταιρικής χρήσης γίνεται κατά τα ισχύοντα στον προϋπολογισμό Κέντρου Ηλεκτρονικού Υπολογιστή Κοινωνικών Υπηρεσιών.

 

11. Μέχρι τον ορισμό της Διοίκησης της Εταιρείας και του Διευθύνοντος Συμβούλου, το Διοικητικό Συμβούλιο του Κέντρου Ηλεκτρονικού Υπολογιστή Κοινωνικών Υπηρεσιών εξακολουθεί να λειτουργεί και να ασκεί τις αρμοδιότητες που είχε μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.

 

Μέρος Β: Αναδιάρθρωση υπηρεσίας ελέγχου δαπανών υγείας φορέων κοινωνικής ασφάλισης (ΥΠΕΔΥΦΚΑ) και σύσταση θέσης γενικού επιθεωρητή ελέγχου δαπανών υγείας

 

Άρθρο ένατο: Σύσταση θέσης Γενικού Επιθεωρητή Ελέγχου Δαπανών Υγείας

 

1. Στη Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων συνιστάται μία (1) θέση Γενικού Επιθεωρητή Ελέγχου Δαπανών Υγείας όλων των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης. Ο Γενικός Επιθεωρητής προΐσταται της Υπηρεσίας Ελέγχου Δαπανών Υγείας Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης και είναι το ανώτατο όργανο διοίκησης της.

 

2. Τα καθήκοντα του Γενικού Επιθεωρητή Ελέγχου Δαπανών Υγείας είναι:

 

α) Ο γενικός σχεδιασμός και ο συντονισμός μέτρων για τον έλεγχο των δαπανών του συστήματος υγειονομικής περίθαλψης όλων των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης, καθώς και η συγκρότηση και ο προγραμματισμός των μικτών κλιμακίων ελέγχων δαπανών υγείας των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης.

 

β) Ο συντονισμός των ελέγχων για τις παροχές περίθαλψης, όπου απαιτείται έγκριση ελεγκτή ιατρού.

 

γ) Η σύνταξη ετήσιας έκθεσης πεπραγμένων της Υπηρεσίας Ελέγχου Δαπανών Υγείας Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης, στην οποία παρουσιάζονται το σύνολο των υποθέσεων της ελεγκτικής δράσης της και διατυπώνονται γενικές ή ειδικές προτάσεις για τη βελτίωση της αποδοτικότητας και ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών. Η έκθεση υποβάλλεται υποχρεωτικά εντός του πρώτου τριμήνου του επόμενου έτους στον Υπουργό Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας.

 

Πέραν του αναφερόμενου έργου, ο Γενικός Επιθεωρητής έχει όλες τις αρμοδιότητες όπως περιγράφονται στο άρθρο 32 του νόμου 2676/1999 (ΦΕΚ 1/Α/1999), μέρος των οποίων δύναται να εκχωρούνται με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας στα κατώτερα διοικητικά όργανα.

 

3. Ο Γενικός Επιθεωρητής είναι μετακλητός, της κατηγορίας Ειδικών Θέσεων με 2ο βαθμό, δύναται να προέρχεται από το δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα, να είναι εν ενεργεία ή συνταξιούχος και διορίζεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας για θητεία 5 ετών. Ο επιλεγόμενος πρέπει να είναι πτυχιούχος Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος με ειδικές γνώσεις σε θέματα υγείας, να έχει εμπειρία σε ελεγκτικούς μηχανισμούς και να έχει διατελέσει σε προηγούμενη θέση ευθύνης με συναφές αντικείμενο.

 

β) Σε περίπτωση που ο Γενικός Επιθεωρητής προέρχεται από φορέα του δημόσιου τομέα, μετά τη λήξη της θητείας του επανέρχεται στη θέση που κατείχε πριν από το διορισμό του. Εφόσον η θέση η οποία κατείχε έχει πληρωθεί συνιστάται προσωρινή αντίστοιχη θέση, η οποία καταργείται με την κατάληψη από αυτόν της πρώτης κενωθείσας θέσης. Η θητεία του ως Γενικού Επιθεωρητή λογίζεται ως πραγματική υπηρεσία για όλες τις συνέπειες και χρόνος συνεχούς και πραγματικής υπηρεσίας στην οργανική του θέση για τη βαθμολογική και μισθολογική του εξέλιξη.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 3 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 6 του άρθρου 68 του νόμου 4603/2019 (ΦΕΚ 48/Α/2019).

 

Άρθρο δέκατο: Διενέργεια ελέγχου

 

1. Μετά την παράγραφο 4 του άρθρου 32 του νόμου 2676/1999 (ΦΕΚ 1/Α/1999), προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:

 

{5. Οι έλεγχοι που διεξάγονται έως σήμερα από τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης θα διενεργούνται στο εξής από μικτά κλιμάκια αποτελούμενα από προσωπικό της Υπηρεσίας Ελέγχου Δαπανών Υγείας Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης και των Ασφαλιστικών Οργανισμών. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις είναι δυνατόν να διεξάγονται με απόφαση της Διοίκησης του Φορέα συμπληρωματικοί έλεγχοι και από τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης.}

 

Οι παράγραφοι 5, 6 και 7 του άρθρου 32 του ιδίου νόμου αναριθμούνται σε 6, 7 και 8.

 

2. Ο Γενικός Επιθεωρητής μπορεί να θέτει κατά περίπτωση, στους φορείς που υπάγονται στον έλεγχο του, δεσμευτικές προθεσμίες απάντησης ή χορήγησης στοιχείων ή εγγράφων σε αυτόν.

 

Η άρνηση οργάνων, υπαλλήλων ή λειτουργών των παραπάνω φορέων να συμπράξουν, να συνεργασθούν και να χορηγήσουν στοιχεία ή έγγραφα κατά τη διεξαγωγή έρευνας, επιθεώρησης ή ελέγχου από τον Γενικό Επιθεωρητή ή κατόπιν εντολής του από τα μικτά κλιμάκια ή το προσωπικό της Υπηρεσίας Ελέγχου Δαπανών Υγείας Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης, καθώς επίσης η χορήγηση εν γνώσει ανακριβών στοιχείων και γενικά η παρακώλυση και η παραπλάνηση του ανωτέρω έργου συνιστά αυτοτελές πειθαρχικό αδίκημα για το οποίο μπορεί να επιβληθεί μία από τις ποινές που προβλέπονται στις περιπτώσεις γ' έως στ' της παραγράφου 1 του άρθρου 109 του Υπαλληλικού Κώδικα.

 

Ο Γενικός Επιθεωρητής και τα ανωτέρω μικτά κλιμάκια, μετά την περάτωση του ελέγχου, συντάσσουν πόρισμα, το οποίο αποστέλλουν στον αρμόδιο Ασφαλιστικό Φορέα. Εντός προθεσμίας ενός (1) μηνός από την κοινοποίηση του πορίσματος ελέγχου της Υπηρεσίας Ελέγχου Δαπανών Υγείας Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης στον Ασφαλιστικό Φορέα, τα Διοικητικά Συμβούλια των φορέων υποχρεούνται είτε να εφαρμόσουν τις προτάσεις του πορίσματος είτε να διαφοροποιηθούν διατυπώνοντας την αιτιολογημένη άρνηση ή αντίρρηση τους και να γνωστοποιήσουν στον Γενικό Επιθεωρητή τις ενέργειες στις οποίες προέβησαν, καθώς και τα μέτρα που έλαβαν ή τους λόγους για τους οποίους δεν ενήργησαν σύμφωνα με το πόρισμα.

 

Ο Γενικός Επιθεωρητής κατά την άσκηση των καθηκόντων του έχει τη δυνατότητα υποβολής εγκλήσεως.

 

Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 18 του νόμου 3260/2004 ισχύουν αναλογικά για τον Γενικό Επιθεωρητή της Υπηρεσίας Ελέγχου Δαπανών Υγείας Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης. Ειδικά για τον Γενικό Επιθεωρητή σε δίκες που έχουν σχέση με την άσκηση των καθηκόντων που του έχουν ανατεθεί μπορεί να παρίσταται ενώπιον των ποινικών και πολιτικών δικαστηρίων με μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, ύστερα από έγκριση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 2 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 18 του νόμου 3846/2010 (ΦΕΚ 66/Α/2010).

 

Άρθρο ενδέκατο: Θέματα οργανωτικής διάρθρωσης Υπηρεσίας Ελέγχου Δαπανών Υγείας Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης

 

1. Το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 32 του νόμου 2676/1999 (ΦΕΚ 1/Α/1999), καθώς και το πέμπτο εδάφιο της παραγράφου αυτής, το οποίο προστέθηκε με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 19 του νόμου 3144/2003 (ΦΕΚ 111/Α/2003), αντικαθίστανται ως εξής:

 

{Η κεντρική υπηρεσία λειτουργεί σε επίπεδο διεύθυνσης και οι περιφερειακές υπηρεσίες σε επίπεδο τμήματος. Κατ' εξαίρεση στην Περιφέρεια Αττικής συνιστάται μία (1) Διεύθυνση διαρθρωμένη σε τρία (3) Τμήματα, με έδρα την Αθήνα και όρια ευθύνης τα όρια των Διοικήσεων Υγειονομικών Περιφερειών Αττικής.}

 

2. Στη Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων και για τις ανάγκες των Περιφερειακών Τμημάτων της Υπηρεσίας Ελέγχου Δαπανών Υγείας Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης εκτός Αττικής, συνιστώνται θέσεις μόνιμου προσωπικού ως εξής:

 

Δώδεκα (12) θέσεις του Κλάδου Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης Φαρμακοποιών.
Δώδεκα (12) θέσεις του Κλάδου Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης Κοινωνικής Ασφάλισης.

 

Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας γίνεται η κατανομή των παραπάνω θέσεων στα περιφερειακά τμήματα της Υπηρεσίας Ελέγχου Δαπανών Υγείας Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης, καθώς και των θέσεων κλάδου Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης Ιατρών ειδικοτήτων όπως αυτές ορίζονται στην περίπτωση Α1 του άρθρου 3 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 275/2001. Οι παραπάνω θέσεις είναι δυνατόν να καλύπτονται με προσλήψεις σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις ή με μετατάξεις υπαλλήλων από το Δημόσιο, Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου και Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης α' και β' βαθμίδας κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων.

 

Προσόντα διορισμού για την πλήρωση των παραπάνω θέσεων ορίζονται τα προβλεπόμενα στο προεδρικό διάταγμα [ΠΔ] 50/2001 (ΦΕΚ 39/Α/2001), όπως αυτό τροποποιήθηκε και ισχύει κάθε φορά.

 

3. Η παράγραφος 1 του άρθρου 4 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 275/2001 (ΦΕΚ 196/Α/2001) αντικαθίσταται ως εξής:

 

{1. Της Υπηρεσίας Ελέγχου Δαπανών Υγείας Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης προΐσταται Γενικός Επιθεωρητής και των Διευθύνσεων αυτής προΐστανται υπάλληλοι του Κλάδου Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης Κοινωνικής Ασφάλισης. Των Τμημάτων της κεντρικής υπηρεσίας προΐστανται υπάλληλοι του Κλάδου Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης Κοινωνικής Ασφάλισης, πλην του Τμήματος Μηχανογραφικού Ελέγχου Δαπανών Υγείας, του οποίου προΐσταται υπάλληλος του Κλάδου Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης Πληροφορικής. Των περιφερειακών Τμημάτων της Υπηρεσίας Ελέγχου Δαπανών Υγείας Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης προΐστανται υπάλληλοι του κλάδου Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης Ιατρών ειδικοτήτων ή Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης Φαρμακοποιών.}

 

4. Στο τέλος του άρθρου 32 του νόμου 2676/1999 (ΦΕΚ 1/Α/1999) προστίθεται παράγραφος 9, ως εξής:

 

{9. α) Το έργο του ελέγχου των δαπανών υγείας των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης από την Υπηρεσία Ελέγχου Δαπανών Υγείας Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης μπορεί να ανατίθεται σε ιατρούς ειδικοτήτων παθολογίας ή γενικής ιατρικής με σύμβαση μίσθωσης έργου σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις. Ο αριθμός των ιατρών στους οποίους μπορεί να ανατίθεται το έργο αυτό δεν μπορεί να υπερβαίνει τον αριθμό των κενών οργανικών θέσεων της Υπηρεσίας Ελέγχου Δαπανών Υγείας Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης.

 

β) Η διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 19 του νόμου 3144/2003 (ΦΕΚ 111/Α/2003) καταργείται κατά το μέρος που αφορά τους ιατρούς της Υπηρεσίας Ελέγχου Δαπανών Υγείας Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης.}

 

Μέρος Γ: Λοιπές διατάξεις γενικής γραμματείας κοινωνικών ασφαλίσεων και φορέων κοινωνικής ασφάλισης

 

Άρθρο δωδέκατο: Σύσταση Επιτροπής Κώδικα Κοινωνικής Ασφάλισης

 

1. Στη Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας συνιστάται Επιτροπή, για την επεξεργασία και την τελική διαμόρφωση σχεδίου Κώδικα Κοινωνικής Ασφάλισης του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών και των λοιπών Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης.

 

Η Επιτροπή είναι 11 μελής και αποτελείται από:

 

α. Τον Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, ως Πρόεδρο.

 

β. Τον Διοικητή ή Υποδιοικητή ή τον Πρόεδρο του εκάστοτε Ασφαλιστικού Οργανισμού του οποίου θα συζητείται η νομοθεσία κωδικοποίησης.

 

Γ. Έναν Νομικό Σύμβουλο ή Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, υποδεικνυόμενο από τον Πρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

 

δ. Δύο πρόσωπα με ειδική συγγραφική επίδοση σε θέματα κοινωνικής ασφάλισης και μακρόχρονη υπηρεσία σε διευθυντικές θέσεις Ασφαλιστικών Οργανισμών ή της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

 

ε. Τους Γενικούς Διευθυντές των Γενικών Διευθύνσεων Κοινωνικής Ασφάλισης και Διοικητικής Υποστήριξης της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων και τον Γενικό Διευθυντή ή Διευθυντή του Ασφαλιστικού Οργανισμού, του οποίου θα συζητείται η νομοθεσία κωδικοποίησης.

 

στ. Δύο δικηγόρους ή νομικούς, ειδικευμένους στο Δίκαιο της Κοινωνικής Ασφάλισης.

 

ζ. Έναν δικαστικό λειτουργό της διοικητικής δικαιοσύνης εν ενεργεία ή συνταξιούχο, με βαθμό τουλάχιστον Εφέτη.

 

Ως γραμματείς της Επιτροπής ορίζονται τρεις υπάλληλοι από τους υπηρετούντες στη Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

 

2. Η Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, στην οποία ορίζονται ο χρόνος περάτωσης του έργου, οι ειδικοί εισηγητές των θεμάτων (μέχρι έξι), εκ των Προϊσταμένων Διευθύνσεων της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων, καθώς και τα μέλη της Γραμματείας και ρυθμίζονται θέματα σχετικά με τη λειτουργία, τη διοικητική μέριμνα και τη γραμματειακή υποστήριξη του έργου.

 

3. Η αποζημίωση του Προέδρου, των μελών, των ειδικών εισηγητών και των γραμματέων της Επιτροπής καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και βαρύνει τον προϋπολογισμό του Λογαριασμού Βελτίωσης Κοινωνικής Ασφάλισης της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας.

 

4. Το σχέδιο του κώδικα νομοθεσίας του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών και των λοιπών Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης που θα συντάξει η Επιτροπή θα υποβληθεί στη Βουλή για να κυρωθεί κατά τη διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 76 παράγραφος 6 του Συντάγματος.

 

Άρθρο δέκατο τρίτο: Ρύθμιση θεμάτων Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών

 

1. Όταν σε εκπαιδευτικά προγράμματα, που συγχρηματοδοτούνται από κοινοτικούς πόρους και αφορούν εκπαίδευση χρηστών που πραγματοποιεί το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών για τις ανάγκες του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος του Ιδρύματος και προβλέπεται πρακτική εξάσκηση τους σε υπηρεσιακές μονάδες του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών εκτός ωραρίου λειτουργίας τους, δύναται να ορίζεται αποζημίωση για τους υπεύθυνους - εκπαιδευτές και για τους εκπαιδευόμενους - χρήστες.

 

Η αποζημίωση ορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, μετά από γνώμη της οικείας μονάδας εκπαίδευσης και του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών. Με την ίδια απόφαση ορίζεται και ο χρόνος από τον οποίο αρχίζει να καταβάλλεται η αποζημίωση.

 

Υπεύθυνοι - εκπαιδευτές μπορούν να ορίζονται είτε υπάλληλοι του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών που υπηρετούν στις μονάδες όπου υλοποιείται η πρακτική εξάσκηση ή υπάλληλοι που υπηρετούν σε άλλες υπηρεσιακές μονάδες του Ιδρύματος ή υπάλληλοι που υπηρετούν σε άλλους φορείς του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα.

 

2. Με απόφαση του Διοικητή του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών μπορεί να ορισθούν δικηγόροι του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, στους οποίους ανατίθεται κατά περίπτωση, ύστερα από εισήγηση του Νομικού Συμβούλου του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών, ο χειρισμός δικαστικών και εξώδικων υποθέσεων της Νομικής Διεύθυνσης της Διοίκησης του Ιδρύματος, όπως αυτές ενδεικτικά ορίζονται στο άρθρο 7 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 2698/1953. Ο αριθμός των δικηγόρων δεν μπορεί να υπερβαίνει τον αριθμό των κενών οργανικών θέσεων που προβλέπονται στο άρθρο 41 παράγραφος 1 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 266/1989. Ο καθορισμός του ύψους της αμοιβής των δικηγόρων αυτών διέπεται αποκλειστικά από τις διατάξεις του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 3026/1954 Περί Κώδικα των Δικηγόρων. Η αμοιβή και τα έξοδα των δικηγόρων αυτών εκκαθαρίζονται εντός των ορίων που ορίζονται στο αμέσως προηγούμενο εδάφιο με πράξη του Διοικητή, ύστερα από εισήγηση του Νομικού Συμβούλου του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών, στην οποία αναφέρονται το αντικείμενο της υπόθεσης και κάθε άλλο στοιχείο, που κατά το νόμο επηρεάζει τον καθορισμό της αμοιβής.

 

Άρθρο δέκατο τέταρτο: Διατάξεις Οργανισμού Ασφάλισης Ελεύθερων Επαγγελματιών

 

1. Η προβλεπόμενη από την παρ. 3 του άρθρου 2 του νόμου [Ν] 2217/1994 (ΦΕΚ 83/Α/1994) προθεσμία η οποία παρατάθηκε με το άρθρο 23 του νόμου 2730/1999 (ΦΕΚ 130/Α/1999) παρατείνεται από τη δημοσίευση του παρόντος και μέχρι 31-12-2008. Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, μετά γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Ασφάλισης Ελεύθερων Επαγγελματιών θα καθορισθούν οι λεπτομέρειες για τον τρόπο διάθεσης των ενσήμων. Ασφαλιστικές εισφορές που οφείλονται μέχρι το τέλος του μήνα δημοσίευσης της απόφασης εισπράττονται σύμφωνα με τη νομοθεσία του Οργανισμού και χωρίς πρόσθετα τέλη.

 

2. Πρόσωπα που αποκτούν την ασφαλιστέα ιδιότητα του Οργανισμού Ασφάλισης Ελεύθερων Επαγγελματιών από κληρονομικό δικαίωμα, υπάγονται στην υποχρεωτική ασφάλιση του Οργανισμού μετά την παρέλευση εννεαμήνου από την ημερομηνία θανάτου του κληρονομουμένου.

 

Με αίτηση τους, που υποβάλλεται εντός του πιο πάνω χρονικού διαστήματος, μπορούν να υπαχθούν προαιρετικά στην ασφάλιση του Οργανισμού από την ημερομηνία θανάτου του κληρονομουμένου, οι δε εισφορές υπολογίζονται όπως ισχύουν κατά το χρόνο καταβολής.

 

3. Στο άρθρο 11 του νόμου 2676/1999 προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:

 

{5. Ο Διοικητής με απόφαση του, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δύναται να εκχωρεί αρμοδιότητες του σε Προϊσταμένους οργανικών μονάδων του Οργανισμού Ασφάλισης Ελεύθερων Επαγγελματιών.}

 

4. Στην ασφάλιση του Κλάδου Υγείας του Οργανισμού Ασφάλισης Ελεύθερων Επαγγελματιών υπάγονται οι συνταξιούχοι Οργανισμού Ασφάλισης Ελεύθερων Επαγγελματιών των Νομών Ημαθίας, Πιερίας και Πέλλας, καθώς και τα προστατευόμενα μέλη αυτών, εξαιρουμένων της ασφάλισης του Κλάδου Παροχών Ασθένειας του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών. Η προβλεπόμενη εισφορά για την ασφάλιση των συνταξιούχων αποδίδεται στον Κλάδο Υγείας του Οργανισμού Ασφάλισης Ελεύθερων Επαγγελματιών. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Ασφάλισης Ελεύθερων Επαγγελματιών καθορίζονται τα στάδια εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου αυτής κατά νομό.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 4 καταργήθηκε με την παράγραφο 11 του άρθρου 9 του νόμου 3050/2002 (ΦΕΚ 214/Α/2002).

 

Άρθρο δέκατο πέμπτο: Ρυθμίσεις ασφαλιστικών θεμάτων Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης

 

1. Η προβλεπόμενη, από την περίπτωση γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του βασιλικού διατάγματος [ΒΔ] 04-05-1955 (ΦΕΚ 146/Α/1955) Περί οργανώσεως λειτουργίας του Κλάδου Ασθένειας του Ταμείου Ασφάλισης Προσωπικού Εμπορικής Τραπέζης της Ελλάδος, όπως ισχύει, μηνιαία εισφορά των συνταξιούχων υπολογίζεται από την ημερομηνία ισχύος του νόμου [Ν] 3455/2006 (ΦΕΚ 84/Α/2006) επί των καταβαλλόμενων από το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών, το Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών και το Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Τραπεζοϋπαλλήλων συντάξεων, παρακρατείται και αποδίδεται στο Ταμείο μέσα στον επόμενο της παρακράτησης μήνα.

 

2. Η παράγραφος 3 του άρθρου 56 του νόμου 3518/2006 (ΦΕΚ 272/Α/2006) αντικαθίσταται ως εξής:

 

{3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομίας και Οικονομικών, Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζεται ο τρόπος της απόδοσης των παραπάνω ποσών των παραγράφων 1 και 2 στους οικείους φορείς που υπηρετούν σήμερα οι υπάλληλοι, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.}

 

3. Ο Κλάδος Επικουρικής Ασφάλισης του Ταμείου Σύνταξης και Επικουρικής Ασφάλισης Προσωπικού Γεωργικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων (ΤΣΕΑΠΓΣΟ) που έχει συσταθεί με τις διατάξεις του άρθρου 1 του νόμου [Ν] 935/1979 (ΦΕΚ 140/Α/1979), αποκαλούμενος στις διατάξεις του παρόντος ως Κλάδος, συγχωνεύεται από την πρώτη του επόμενου μήνα της δημοσίευσης του παρόντος νόμου στο Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών.

 

Από τη συγχώνευση και μετά οι ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι του Κλάδου καθίστανται ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών και διέπονται από τις διατάξεις της νομοθεσίας του φορέα αυτού, όπως ισχύουν.

 

Ο χρόνος ασφάλισης που έχει πραγματοποιηθεί στον Κλάδο, συμπεριλαμβανομένου και αυτού που, σύμφωνα με τις διατάξεις του Καταστατικού του, έχει αναγνωρισθεί ή προσμετρηθεί από προϋπηρεσία ή άλλη αιτία γίνεται χρόνος ασφάλισης στο Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών.

 

Κατ' εξαίρεση, οι μέχρι την ημερομηνία της συγχώνευσης ασφαλισμένοι του Κλάδου εξακολουθούν να διέπονται ως προς τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης και τον τρόπο υπολογισμού της σύνταξης τους, από τις διατάξεις του Καταστατικού του, όπως ισχύουν μετά το νόμο [Ν] 2084/1992 (ΦΕΚ 165/Α/1992) και τις λοιπές γενικής ισχύος διατάξεις της ασφαλιστικής νομοθεσίας, μη εφαρμοζομένων των αντίστοιχων διατάξεων του νόμου [Ν] 997/1979 (ΦΕΚ 287/Α/1979) και του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 995/1980 (ΦΕΚ 251/Α/1980). Κατά τα λοιπά η ασφαλιστική σχέση των προσώπων αυτών διέπεται από τις διατάξεις της νομοθεσίας του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών.

 

Οι συνταξιούχοι του Κλάδου μέχρι την ημερομηνία της συγχώνευσης γίνονται συνταξιούχοι του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών, το οποίο βαρύνεται εφεξής με την καταβολή των συντάξεων τους, χωρίς τους περιορισμούς των διατάξεων του άρθρου 19 του νόμου 2434/1996 (ΦΕΚ 188/Α/1996), όπως έχει τροποποιηθεί με την παράγραφο 3 του άρθρου 22 του νόμου 3232/2004 (ΦΕΚ 48/Α/2004). Οι ανωτέρω συντάξεις αυξάνονται σύμφωνα με τις χορηγούμενες ετήσιες αυξήσεις των συντάξεων του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών.

 

Αιτήσεις συνταξιοδότησης που έχουν υποβληθεί στον Κλάδο πριν την ημερομηνία της συγχώνευσης και εκκρεμούν, κρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας του, όπως ίσχυε μέχρι τη συγχώνευση. Για τις συντάξεις αυτές ισχύουν οι διατάξεις του παρόντος άρθρου ως προς τους συνταξιούχους του Κλάδου που καθίστανται συνταξιούχοι του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών.

 

Το σύνολο του ενεργητικού και παθητικού που προέρχεται από το συγχωνευόμενο Κλάδο, οι πόροι που προβλέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις υπέρ αυτού, καθώς και η περιουσία του, περιέρχονται από την ημερομηνία της συγχώνευσης στο Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών ως καθολικό διάδοχο αυτού. Εκκρεμείς δίκες που προέκυψαν κατά τη λειτουργία του Κλάδου, συνεχίζονται υπέρ ή κατά του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών χωρίς διακοπή.

 

Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας ρυθμίζεται κάθε άλλο θέμα απαραίτητο για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής.

 

4. Μετά το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 56 του νόμου 3518/2006 προστίθεται εδάφιο ως εξής:

 

{Τα παραπάνω έχουν ανάλογη εφαρμογή και στους υπαλλήλους του πρώην ΠΙΚΠΑ που μετατάχθηκαν ή μεταφέρθηκαν σε άλλες υπηρεσίες του Δημοσίου πριν την ισχύ των διατάξεων του νόμου 3106/2003.}

 

5. Το σύνολο των μηνιαίων αποδοχών επί των οποίων υπολογίζονται οι εισφορές και το εφάπαξ βοήθημα των ασφαλισμένων του Ταμείου Πρόνοιας Εμπορικών και Βιομηχανικών Επαγγελματικών και Βιοτεχνικών Επιμελητηρίων του Κράτους δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των δύο χιλιάδων τριακοσίων (2.300,00) ευρώ. Το ποσό αυτό μπορεί να αυξάνεται με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας ύστερα από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου.

 

6. Οι φορείς κύριας ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας,το αργότερο τη 15η εργάσιμη ημέρα από την υποβολή αίτησης συνταξιοδότησης λόγω γήρατος ή λόγω θανάτου, καταβάλλουν στον αιτούντα προσωρινή σύνταξη, ίση με το 80% της σύνταξης που προκύπτει με βάση τα ασφαλιστικά στοιχεία που αφορούν το χρόνο ασφάλισης και τις αποδοχές που λαμβάνονται υπόψη κατά περίπτωση για τον υπολογισμό της σύνταξης και τα οποία περιλαμβάνονται σε Υπεύθυνη Δήλωση του άρθρου 8 του νόμου 1599/1986 (ΦΕΚ 75/Α/1986), όπως ισχύει, του αιτούντος που συνυποβάλλεται με την αίτηση συνταξιοδότησης και τα λοιπά δικαιολογητικά.

 

Το ποσό της προσωρινής σύνταξης σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι κατώτερο του 80% του εκάστοτε ισχύοντος κατωτάτου ορίου, ανά κατηγορία σύνταξης.

 

Για τις συνταξιοδοτικές περιπτώσεις κατά τις οποίες έχουν εφαρμογή οι διατάξεις περί διαδοχικής ασφάλισης, στην καταβολή της ως άνω προσωρινής σύνταξης, υποχρεούται ο τελευταίος φορέας, εφόσον διαπιστώνεται ότι από το συνολικό χρόνο ασφάλισης που αναφέρεται στην Υπεύθυνη Δήλωση του αιτούντος συντρέχουν οι ελάχιστες χρονικές προϋποθέσεις για συνταξιοδότηση, σύμφωνα με τη νομοθεσία του.

 

Στις περιπτώσεις διαδοχικής ασφάλισης και εφόσον ο απονέμων φορέας είναι διαφορετικός από εκείνον που χορηγεί την προσωρινή σύνταξη, τα ποσά σύνταξης που καταβλήθηκαν από τον τελευταίο φορέα δεν αναζητούνται από τον ασφαλισμένο, αλλά συμψηφίζονται με τα ποσά σύνταξης που οφείλει να καταβάλλει ο απονέμων οργανισμός.

 

Εάν μετά τον έλεγχο των δικαιολογητικών για την έκδοση οριστικής συνταξιοδοτικής απόφασης διαπιστωθεί ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για συνταξιοδότηση και τα στοιχεία που αναφέρονται στην Υπεύθυνη Δήλωση δεν είναι ακριβή, αναζητούνται τα ποσά των συντάξεων που εισπράχθηκαν, ως αχρεωστήτως καταβληθέντα. Εφόσον δεν προκύπτει υπαιτιότητα του ασφαλισμένου, η επιστροφή των ποσών των συντάξεων γίνεται άτοκα.

 

Η ισχύς της παραγράφου αυτής αρχίζει από την πρώτη ημέρα του επόμενου μήνα από εκείνον της δημοσίευσης του νόμου αυτού.

 

Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται και για τις εκκρεμείς αιτήσεις, εφόσον υποβληθεί από τον ασφαλισμένο η απαιτούμενη Υπεύθυνη Δήλωση.

 

Άρθρο δέκατο έκτο: Ρυθμίσεις θεμάτων διοικητικής και οικονομικής οργάνωσης

 

1. Το πάσης φύσεως προσωπικό και οι δικηγόροι με έμμισθη εντολή του Ταμείου Σύνταξης και Επικουρικής Ασφάλισης Προσωπικού Γεωργικών και Συνεταιριστικών Οργανώσεων (ΤΣΕΑΠΓΣΟ) μεταφέρονται από την ένταξη των κλάδων σύνταξης και επικουρικής ασφάλισης στο Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών και Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών αντίστοιχα, με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, ύστερα από αίτηση προτίμησης τους, με την ίδια εργασιακή σχέση και οργανική θέση που κατέχουν.

 

Οι μόνιμοι υπάλληλοι του Ταμείου, οι οποίοι υπάγονταν στο καθεστώς του νόμου [Ν] 103/1975 (ΦΕΚ 167/Α/1975) για τη λήψη εφάπαξ βοηθήματος εξακολουθούν μετά τη μεταφορά στο Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών και Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών να υπάγονται με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις στο καθεστώς του νόμου [Ν] 103/1975 και του άρθρου 21 του νόμου 3232/2004 (ΦΕΚ 48/Α/2004). Όσοι από τους υπαλλήλους αυτούς αποχώρησαν από το Ταμείο για οποιονδήποτε λόγο πριν την ένταξη του και είχαν υπαχθεί κατά τη Διάρκεια της υπηρεσίας τους σε αυτό στο καθεστώς του νόμου [Ν] 103/1975, διατηρούν τα δικαιώματα τους και λαμβάνουν το αναλογούν εφάπαξ βοήθημα ή επιστροφή των εισφορών τους από την υπηρεσία από την οποία αποχωρούν λόγω συνταξιοδότησης, η οποία και επιβαρύνεται με τη σχετική δαπάνη. Το λοιπό προσωπικό εξακολουθεί να υπάγεται στο νόμο [Ν] 2112/1920, που ρυθμίζει την αποζημίωση του.

 

2. Οι αποφάσεις μετακίνησης στο εσωτερικό της χώρας των Διοικητών, Υποδιοικητών, Προέδρων και μελών των Διοικητικών Συμβουλίων των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων εκδίδονται από το οικείο Διοικητικό Συμβούλιο του Φορέα.

 

3. Στη Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας μία (1) εκ των κενών οργανικών θέσεων του κλάδου Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης Κοινωνικής Ασφάλισης μεταφέρεται στον κλάδο Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης Βιβλιοθηκονόμων.

 

4. Δαπάνες παρελθουσών χρήσεων που έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι 31-12-2004, καθ' υπέρβαση των σχετικών πιστώσεων των προϋπολογισμών των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης λογίζονται ως νόμιμες, εφόσον εντός δύο μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου εγκριθούν με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας.

 

5. Στη Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας συνιστάται στη Διεύθυνση Οικονομικού Τμήμα Στατιστικών Στοιχείων και Κατάρτισης Προϋπολογισμού και Απολογισμού Κοινωνικής Προστασίας. Οι αρμοδιότητες του Τμήματος είναι:

 

α) Η συγκέντρωση και επεξεργασία στατιστικών στοιχείων για όλους τους ασφαλιστικούς οργανισμούς και συλλογή στοιχείων κοινωνικής προστασίας με τη μεθοδολογία ESSPROS.

 

β) Ο συντονισμός όλων των εμπλεκόμενων Φορέων Κοινωνικής Προστασίας για την αποστολή των στοιχείων για την έγκαιρη κατάρτιση του Προϋπολογισμού και του Απολογισμού της Κοινωνικής Προστασίας.

 

γ) Η έκδοση και η διάθεση των βιβλίων του Προϋπολογισμού και Απολογισμού της Κοινωνικής Προστασίας.

 

δ) Η συγκέντρωση κάθε στοιχείου απαραίτητου για τους φορείς του Ελληνικού Δημοσίου, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τρίτων κρατών.

 

Του Τμήματος προΐσταται υπάλληλος της κατηγορίας Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης κλάδου Οικονομικού ή, ελλείψει αυτού, κατηγορίας Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης κλάδου Κοινωνικής Ασφάλισης.

 

6. Το ύψος της αποζημίωσης των ειδικών επιτροπών της παραγράφου 3 του άρθρου 69 του νόμου 3518/2006 (ΦΕΚ 272/Α/2006) καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας.

 

7. Μόνιμοι υπάλληλοι Ασφαλιστικών Οργανισμών που είναι αποσπασμένοι κατά τη δημοσίευση του παρόντος στη Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων, τουλάχιστον ένα χρόνο μετατάσσονται με αίτηση τους σε κενές οργανικές θέσεις της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Η μετάταξη γίνεται με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας μετά από γνώμη του ΥΣ της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Η σχετική αίτηση υποβάλλεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία

 

δύο μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος. Το ασφαλιστικό - συνταξιοδοτικό καθεστώς των μετατασσομένων ρυθμίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου 17 του άρθρου 4 του νόμου 3513/2006.

 

8. Με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 7 του άρθρου 25 του νόμου 3232/2004 (ΦΕΚ 48/Α/2004) καθορίζονται επίσης ο φορέας και η διαδικασία προκήρυξης για την πλήρωση θέσεων μόνιμων ιατρών και οδοντιάτρων του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών, ο φορέας υποβολής ενστάσεων των υποψηφίων, καθώς και οι προϋποθέσεις διορισμού τους.

 

9. Το προσωπικό που υπηρετεί σε Ταμεία Κύριας Ασφάλισης Προσωπικού Πιστωτικών Ιδρυμάτων κατά την ένταξη τους στο Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών διατίθεται με απόφαση των Διοικήσεων τους στο Ίδρυμα για μία πενταετία. Η υπηρεσιακή και μισθολογική κατάσταση των υπαλλήλων αυτών διέπεται από τον ισχύοντα κανονισμό λειτουργίας προσωπικού και το ισχύον εκάστοτε μισθολόγιο των υπηρεσιών από τις οποίες προέρχονται. Η δαπάνη της εν γένει μισθοδοσίας, καθώς και οι αντίστοιχες ασφαλιστικές εισφορές εργοδότη συνεχίζουν να βαρύνουν τις υπηρεσίες από τις οποίες οι ανωτέρω υπάλληλοι προέρχονται.

 

Οι υπάλληλοι που διατίθενται στο Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών κατά το χρόνο της υπηρεσίας τους σε αυτό και κατά την εκτέλεση αυτής υπέχουν τις ευθύνες δημοσίου υπαλλήλου.

 

Άρθρο δέκατο έβδομο: Σύσταση Κλάδου Πρόνοιας Ορθοδόξου Εφημεριακού Κλήρου Ελλάδος (ΤΠΟΕΚΕ) στο Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων (ΤΠΔΥ)

 

1. Το Ταμείο Πρόνοιας Ορθοδόξου Εφημεριακού Κλήρου Ελλάδος, που προήλθε ύστερα από μετονομασία του Ταμείου Ασφαλίσεως Κληρικών Ελλάδος βάσει των διατάξεων της παραγράφου 7 του άρθρου 21 του νόμου [Ν] 2084/1992 (ΦΕΚ 165/Α/1992) και διέπεται από τις διατάξεις της νομοθεσίας του Κλάδου Αρωγής του μετονομαζόμενου Ταμείου Ασφαλίσεως Κληρικών Ελλάδος καταργείται από την πρώτη του τέταρτου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.

 

2. Στο Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων συνιστάται από την ίδια παραπάνω ημερομηνία Κλάδος με την ονομασία Κλάδος Πρόνοιας Ορθοδόξου Εφημεριακού Κλήρου Ελλάδος, ο οποίος στο εξής θα αποκαλείται Κλάδος, στον οποίο υπάγονται υποχρεωτικά:

 

α) οι ασφαλισμένοι του καταργούμενου Ταμείου, β) οι εφεξής διοριζόμενοι με την ιδιότητα με την οποία θα ασφαλίζονταν υποχρεωτικά στο καταργούμενο Ταμείο. Ο Κλάδος αυτός έχει πλήρη οικονομική και λογιστική αυτοτέλεια και σε καμία περίπτωση δεν γίνεται μεταφορά κεφαλαίων από τους λοιπούς κλάδους που υφίστανται στο Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων.

 

3. Σκοπός του Κλάδου είναι η καταβολή εφάπαξ βοηθήματος στους ασφαλισμένους που αποχωρούν από την υπηρεσία τους και συνταξιοδοτούνται λόγω γήρατος ή οριστικής αναπηρίας με την επιφύλαξη της παραγράφου 1 του άρθρου 22 του νόμου 3232/2004 (ΦΕΚ 48/Α/2004).

 

Τη διοίκηση και διαχείριση του Κλάδου ασκεί το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων, σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας που διέπουν το Ταμείο αυτό.

 

Οι εργασίες του Κλάδου εκτελούνται από το προσωπικό του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων και η συμμετοχή του Κλάδου στις δαπάνες διοίκησης και λειτουργίας του καθορίζεται σε ποσοστό 10% του συνόλου.

 

Τα της λογιστικής οργανώσεως, διαχειρίσεως, καταρτίσεως, ισοζυγίων, προϋπολογισμών, ισολογισμών, απολογισμών, διενέργειας προμηθειών και επενδύσεων του Κλάδου διέπονται από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων και της γενικότερης νομοθεσίας.

 

4. Πόροι του Κλάδου είναι:

 

α) Μηνιαία εισφορά των ασφαλισμένων, ίση με 4% υπολογιζόμενη επί των αυτών αποδοχών που υπολογίζεται και η εισφορά για τους λοιπούς ασφαλισμένους του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων.

 

β) Οι πόροι από το κληρικόσημο υπέρ του πρώην Ταμείου Ασφαλίσεως Κληρικών Ελλάδος που προβλέπονται από το άρθρο 2 του αναγκαστικού νόμου της 19-11-1935 περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των νόμων 5439 κωδικοποιημένου δια του από 02-09-1932 διατάγματος και 5889 περί Ενοριακών Ναών και Εφημερίων του Ταμείου Αποδοχών και Ασφαλίσεως Κλήρου της Ελλάδος, όπως οι τιμές των πόρων αυτών αναπροσαρμόστηκαν με την αριθμό [Α] Φ.60/3355/23-12-1991 (ΦΕΚ 13/Β/1991) υπουργική απόφαση που εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση της παραγράφου 14 του άρθρου 1 του νόμου [Ν] 1719/1944 (ΦΕΚ 183/Α/1944).

 

Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας καθορίζεται ο αρμόδιος φορέας για την έκδοση και τη διαχείριση του κληρικόσημου, καθώς και το ποσοστό αμοιβής του φορέα αυτού.

 

γ) Η προβλεπόμενη από το άρθρο 46 του νόμου [Ν] 1759/1988 (ΦΕΚ 50/Α/1988) εισφορά επί των κηρωδών υλών.

 

Οι πόροι των περιπτώσεων β' και γ' δύνανται να αυξομειώνονται με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, ύστερα από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων, για την κάλυψη των ελλειμμάτων του Κλάδου.

 

δ) Η προβλεπόμενη εισφορά των άρθρων 1 παράγραφος 4, 2 παράγραφος 1 και 3 παράγραφος 1 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 228/1973 (ΦΕΚ 284/Α/1973), όπως ισχύει κάθε φορά.

 

ε) Οι δωρεές, τα κληροδοτήματα, οι τόκοι και οι πρόσοδοι περιουσίας των κεφαλαίων και της περιουσίας του Κλάδου, καθώς και κάθε άλλο έσοδο που προέρχεται από νόμιμη αιτία.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 4 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο ΙΑ3.2Α του άρθρου πρώτου του νόμου 4254/2014 (ΦΕΚ 85/Α/2014).

 

5. Χρόνος ασφάλισης στον Κλάδο είναι:

 

α) Ο χρόνος για τον οποίο καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές για πραγματική ασφάλιση ή για αναγνώριση.

 

β) Ο χρόνος ασφάλισης στο καταργούμενο Ταμείο, συμπεριλαμβανομένου και αυτού που έχει αναγνωριστεί ή προσμετρηθεί από προϋπηρεσία ή άλλη αιτία βάσει των διατάξεων του καταστατικού του καταργούμενου Ταμείου.

 

6. Οι προϋποθέσεις χορήγησης εφάπαξ βοηθήματος στους ασφαλισμένους και στα μέλη οικογένειας τους σε περίπτωση θανάτου, οι υποκείμενες σε εισφορά αποδοχές, ο τρόπος υπολογισμού και το ύψος του βοηθήματος, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των επαναδιοριζόμενων, η αναγνώριση προϋπηρεσίας, η παραγραφή, το ανεκχώρητο και ακατάσχετο των βοηθημάτων και εισφορών, καθώς και κάθε άλλη ρύθμιση που δεν προβλέπεται διαφορετικά από το εν λόγω άρθρο, διέπονται από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις του Κλάδου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων και της γενικότερης νομοθεσίας.

 

7. Τα προεδρικά διατάγματα [ΠΔ] 1032/1979 (ΦΕΚ 290/Α/1979) και [ΠΔ] 219/1982 (ΦΕΚ 34/Α/1982) καταργούνται και το σύνολο των καταβληθεισών εισφορών επιστρέφονται εντόκως με τη διαδικασία των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 9 του νόμου 2335/1995, όπως ισχύει, στους δικαιούχους μετά από σχετική αίτηση τους που υποβάλλεται στον Κλάδο και στην Αποστολική Διακονία της Ελλάδος αντίστοιχα εντός ανατρεπτικής προθεσμίας ενός (1) έτους από την έναρξη ασφάλισης τους στον Κλάδο.

 

Ο χρόνος προϋπηρεσίας που εξαγοράστηκε από υπαλλήλους που έκαναν χρήση των διατάξεων της παραγράφου 1)γ της υπουργικής απόφασης [Α] οίκοθεν Φ274/631/1998 (ΦΕΚ 467/Β/1998) παραμένει ισχυρός και λαμβάνεται υπόψη για τον προσδιορισμό του καταβαλλόμενου εφάπαξ βοηθήματος.

 

Η επιπλέον δαπάνη για τους υπαλλήλους του καταργούμενου Ταμείου βαρύνει τον Κλάδο και για τους υπαλλήλους της Αποστολικής Διακονίας βαρύνει την Αποστολική Διακονία.

 

8. Οι ασφαλισμένοι του Κλάδου οι οποίοι μέχρι την ημερομηνία σύστασης του θεμελιώνουν δικαίωμα λήψης εφάπαξ βοηθήματος βάσει των διατάξεων του καταργούμενου Ταμείου, διατηρούν το δικαίωμα λήψης της εφάπαξ παροχής σύμφωνα με τη νομοθεσία του καταργούμενου Ταμείου εφόσον αποχωρήσουν από την Υπηρεσία, με την επιφύλαξη της παραγράφου 1 του άρθρου 22 του νόμου 3232/2004 και ασκήσουν το δικαίωμα εντός πέντε (5) ετών από τη σύσταση του, στο Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων.

 

9. Τα ιερά παρεκκλήσια και εξωκλήσια μετά της κινητής και ακίνητης περιουσίας τους, τη διοίκηση και διαχείριση των οποίων έχει το καταργούμενο Ταμείο, βάσει των διατάξεων του άρθρου 12 του κωδικοποιημένου νόμου [Ν] 5439/1932 (ΦΕΚ 297/Α/1932), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 του νόμου [Ν] 5889/1933 (ΦΕΚ 324/Α/1933), του άρθρου 5 του αναγκαστικού νόμου [Ν] 2200/1940 (ΦΕΚ 42/Α/1940) και της παραγράφου 9 του άρθρου 21 του νόμου [Ν] 2084/1992, περιέρχονται από την πρώτη του τετάρτου μήνα από της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου, στις οικείες Εκκλησιαστικές Αρχές, οι οποίες καθίστανται καθολικοί διάδοχοι των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων αυτών. Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και μετά από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων καθορίζεται ποσοστό επί των ετήσιων εσόδων τους που θα περιέρχεται στον Κλάδο Πρόνοιας Ορθόδοξου Εφημεριακού Κλήρου Ελλάδος.

 

Εκκρεμείς δίκες που προέκυψαν από τη λειτουργία του καταργούμενου Ταμείου που αφορούν τα ιερά παρεκκλήσια και εξωκλήσια και την περιουσία τους συνεχίζονται υπέρ ή κατά των οικείων Εκκλησιαστικών Αρχών χωρίς διακοπή.

 

10. Το σύνολο της κινητής περιουσίας του πρώην Ταμείου Ασφαλίσεως Κληρικών Ελλάδος και του καταργούμενου Ταμείου, περιλαμβανομένων και των ρευστών υπολοίπων των καταθετικών λογαριασμών στις Τράπεζες που τηρούνται, μέχρι την πρώτη του τέταρτου από της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου μήνα περιέρχεται στο Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων για λογαριασμό του Κλάδου.

 

11. Τα ακίνητα του πρώην Ταμείου Ασφαλίσεως Κληρικών Ελλάδος και του καταργούμενου Ταμείου (ΤΠΟΕΚΕ) περιέρχονται κατά κυριότητα από την πρώτη του τέταρτου μήνα από τη δημοσίευση του νόμου αυτού κατά τα 2/3 στο Ελληνικό Δημόσιο και κατά το 1/3 στο Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων για λογαριασμό του Κλάδου, χωρίς την καταβολή φόρων, τελών ή δικαιωμάτων υπέρ τρίτων.

 

Τυχόν εκκρεμείς δίκες που αφορούν τα ακίνητα αυτά με διάδικο το καταργούμενο Ταμείο συνεχίζονται υπέρ ή κατά του Δημοσίου και του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων, χωρίς διακοπή.

 

Για τη μεταβίβαση της κυριότητας των ανωτέρω ακινήτων στο Δημόσιο και στο Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων για λογαριασμό του Κλάδου Πρόνοιας Ορθοδόξου Εφημεριακού Κλήρου Ελλάδος, κατά το ποσοστό κυριότητας τους, εκδίδεται διαπιστωτική πράξη από τους Υπουργούς Οικονομίας και Οικονομικών και Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, η οποία μεταγράφεται ατελώς στα οικεία βιβλία του Υποθηκοφυλακείου ή στα Κτηματικά Βιβλία.

 

12. α. Η διαχείριση των ακινήτων που βρίσκονται, επί της οδού Χαλκοκονδύλη 28, επί της Πλατείας Λουδοβίκου 4 έναντι Ηλεκτρικών Σιδηρόδρομων Αθηνών - Πειραιώς στον Πειραιά και οι Ε', ΣΤ' και Ζ' όροφοι γραφείων του ακινήτου επί της οδού Σοφοκλέους 4 στην Αθήνα, όπως περιγράφονται στα με αριθμούς 39548/1978, 46555/1978, 79968/1958 και 82030/1958 συμβόλαια αντίστοιχα, από την πρώτη του τέταρτου μήνα από τη δημοσίευση του νόμου αυτού, ασκείται από το Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων για λογαριασμό του Κλάδου Πρόνοιας Ορθοδόξου Εφημεριακού Κλήρου Ελλάδος.

 

β. Τα έσοδα των ακινήτων του προηγούμενου εδαφίου της παραγράφου αυτής περιέρχονται εξ ολοκλήρου στον Κλάδο Πρόνοιας Ορθοδόξου Εφημεριακού Κλήρου Ελλάδος του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων.

 

γ. Η διαχείριση και τα έσοδα των υπόλοιπων ακινήτων περιέρχονται εξ ολοκλήρου στο Ελληνικό Δημόσιο.

 

13. Από την πρώτη του τέταρτου μήνα από τη δημοσίευση του νομού αυτού καταργούνται από τότε που ίσχυσαν οι διατάξεις της παραγράφου 9 του άρθρου 21 του νόμου [Ν] 2084/1992. Ποσά που έχουν καταβληθεί από το καταργούμενο Ταμείο στο Δημόσιο δεν αναζητούνται.

 

14. Στο Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων, στη Διεύθυνση Πρόνοιας Υπαλλήλων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και για τη λειτουργία του Κλάδου Πρόνοιας Ορθοδόξου Εφημεριακού Κλήρου Ελλάδος, συνιστώνται 2 επιπλέον Τμήματα ως εξής:

 

α) Τμήμα Ασφάλισης - Παροχών Κλάδου Πρόνοιας Ορθοδόξου Εφημεριακού Κλήρου Ελλάδος.

β) Τμήμα Οικονομικού Κλάδου Πρόνοιας Ορθοδόξου Εφημεριακού Κλήρου Ελλάδος.

 

Ο αρμοδιότητες των ανωτέρω Τμημάτων, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, μετά από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου.

 

15. Όλες οι υφιστάμενες κατά την κατάργηση του Ταμείου θέσεις που προβλέπονται στον Κανονισμό του και το υπηρετούν προσωπικό και ο δικηγόρος αυτού μεταφέρονται στο Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων από την ημερομηνία κατάργησης του. Η υπηρεσία του προσωπικού αυτού θεωρείται για κάθε συνέπεια ότι διανύθηκε στη νέα του θέση.

 

16. Οι νεωκόροι ιερών παρεκκλησίων και εξωκλησιών οι οποίοι είναι αποσπασμένοι στο Ταμείο Πρόνοιας Ορθοδόξου Εφημεριακού Κλήρου Ελλάδος, με απόφαση του Αρχιεπισκόπου εντάσσονται με την ίδια εργασιακή σχέση στο προσωπικό της Εκκλησίας της Ελλάδος ή σε άλλους Εκκλησιαστικούς Οργανισμούς και Ιερές Μητροπόλεις.

 

17. Από τη σύσταση του Κλάδου ο προβλεπόμενος από το άρθρο 24 παράγραφος 1)ε του αναγκαστικού νόμου [Ν] 976/1946 (περί Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος) πόρος εισπράττεται απευθείας από την Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία δικαιούται να προβαίνει σε έλεγχο της βάσης υπολογισμού των αποδιδόμενων ποσών.

 

Ο εν λόγω πόρος αποδίδεται με μέριμνα και ευθύνη του υπόχρεου προς τούτο ανά τρίμηνο και μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) ημερών από την πάροδο εκάστου τριμήνου. Σε περίπτωση άρνησης ή μη έγκαιρης απόδοσης του παραπάνω πόρου ο εν λόγω πόρος θεωρείται ως δημόσιο έσοδο και εισπράττεται από τις αρμόδιες Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες σύμφωνα με τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων αποδιδόμενος στη συνέχεια στην Αποστολική Διακονία της Ελλάδος. Με τους ίδιους όρους εισπράττεται από την Αποστολική Διακονία και η προβλεπόμενη κατά το άρθρο 3 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 83/1946 (ΦΕΚ 262/Α/1946), όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 2 παράγραφος 2 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 228/1973 (ΦΕΚ 284/Α/1973), εισφορά υπέρ του Περιοδικού ΕΚΚΛΗΣΙΑ, η οποία στη συνέχεια αποδίδεται μέσα σε ένα μήνα στον εκδότη του Περιοδικού.

 

Άρθρο δέκατο όγδοο: Ένταξη του Κλάδου Ασθένειας του Ταμείου Πρόνοιας και Ασθένειας Εργαζομένων στα Λιμάνια (ΤΑΠΑΕΛ) στον Κλάδο Ασθένειας του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών

 

1. Ο Κλάδος Ασθένειας του Ταμείου Πρόνοιας και Ασθένειας Εργαζομένων στα Λιμάνια εντάσσεται στον Κλάδο Ασθένειας του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών, από την 1η του επόμενου μήνα της δημοσίευσης του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Από την ίδια ημερομηνία οι ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι του εντασσόμενου Κλάδου γίνονται υποχρεωτικά ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών και διέπονται από τη νομοθεσία του, ως προς τις εισφορές και ως προς τις παροχές του Κλάδου Ασθένειας αυτού.

 

2. Ο Κλάδος Ασθένειας του Ταμείου καταργείται από την ανωτέρω ημερομηνία και το σύνολο του ενεργητικού και παθητικού της περιουσίας του, οι πόροι, που προβλέπονται από τις διατάξεις που ισχύουν υπέρ του Κλάδου, καθώς και η κινητή και ακίνητη περιουσία του, περιέρχονται αυτοδίκαια στον αντίστοιχο Κλάδο Ασθένειας του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών, ως καθολικό διάδοχο αυτού, χωρίς την καταβολή φόρου, τέλους ή δικαιώματος υπέρ του Δημοσίου, Δήμου, Κοινότητας ή Τρίτου.

 

3. Για τη μεταβίβαση της κυριότητας των ακινήτων του εντασσόμενου Κλάδου εκδίδεται διαπιστωτική πράξη από τον Υπουργό Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, η οποία μεταγράφεται ατελώς στα οικεία βιβλία του αρμόδιου Υποθηκοφυλακείου ή στα κτηματικά βιβλία.

 

4. Εκκρεμείς δίκες που έχουν προκύψει από τη λειτουργία του εντασσόμενου Κλάδου συνεχίζονται υπέρ και κατά του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών χωρίς διακοπή.

 

5. Το Ταμείο Πρόνοιας και Ασθένειας Εργαζομένων στα Λιμάνια, από την ημερομηνία ένταξης, μετονομάζεται σε Ταμείο Πρόνοιας Εργαζομένων στα Λιμάνια και διέπεται από τη νομοθεσία των Κλάδων Πρόνοιας του μετονομαζόμενου Ταμείου και από τις γενικές διατάξεις της νομοθεσίας του, που αναφέρονται στην οργάνωση και λειτουργία του, όπως ισχύουν.

 

Οι δαπάνες Διοίκησης επιμερίζονται μεταξύ των κλάδων Πρόνοιας κατ' αναλογία των εσόδων του κάθε κλάδου.

 

6. Οι υπηρεσίες του Ταμείου Πρόνοιας Εργαζομένων στα Λιμάνια (ΤΑΠΕΛ) διαρθρώνονται σε μία Διεύθυνση αποτελούμενη από τις ακόλουθες οργανικές μονάδες:

 

α) Τμήμα Μητρώου, Ελέγχου Εσόδων και Εφάπαξ Βοηθημάτων

β) Τμήμα Διοικητικού - Οικονομικού

γ) Αυτοτελές Γραφείο Μηχανογράφησης.

 

Οι αρμοδιότητες των οργανικών μονάδων του Ταμείου Πρόνοιας Εργαζομένων στα Λιμάνια, οι κλάδοι από τους οποίους προέρχονται οι προϊστάμενοι των υπηρεσιών του, η κατανομή των θέσεων προσωπικού, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας μετά από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου.

 

7. Οι υφιστάμενες κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού οργανικές θέσεις μόνιμες και ιδιωτικού δικαίου και το υπηρετούν προσωπικό του Ταμείου Πρόνοιας και Ασθένειας Εργαζομένων στα Λιμάνια κατανέμονται μεταξύ Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών και του Ταμείου Πρόνοιας Εργαζομένων στα Λιμάνια με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας.

 

8. Η σύνθεση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Πρόνοιας Εργαζομένων στα Λιμάνια καθορίζεται ως εξής:

 

Το Ταμείο διοικείται από πενταμελές (5) Διοικητικό Συμβούλιο, το οποίο αποτελείται από:

 

α. τον Πρόεδρο,

β. τρεις (3) εκπροσώπους των ασφαλισμένων (δύο από τους υπαλλήλους του προσωπικού του Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς και έναν από τους Λιμενεργάτες),

γ. έναν (1) υπάλληλο της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων,

δ. έναν (1) εκπρόσωπο των υπαλλήλων του Ταμείου, ο οποίος μετέχει με δικαίωμα ψήφου, όταν συζητούνται θέματα προσωπικού ή οργάνωσης και λειτουργίας του Ταμείου.

 

Στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου μετέχει χωρίς δικαίωμα ψήφου, ως Κυβερνητικός Επίτροπος, υπάλληλος με βαθμό Α' του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας.

 

Για την επιλογή του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, του εκπροσώπου της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων, καθώς και τη θητεία του Προέδρου και των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 36 του νόμου [Ν] 3556/2007, όπως εκάστοτε ισχύουν. Σε περίπτωση λήξης της θητείας του Προέδρου και των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, αυτή παρατείνεται αυτοδίκαια μέχρι του διορισμού νέων μελών, όχι όμως περισσότερο από τρίμηνο από τη λήξη της.

 

Άρθρο δέκατο ένατο

 

1. Η διάταξη του δεύτερου εδαφίου της περίπτωση ε' της παραγράφου 1 του άρθρου 11 του νόμου 2676/1999 (ΦΕΚ 1/Α/1999), όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 6 του άρθρου 70 του νόμου 3518/2006 (ΦΕΚ 272/Α/2006), αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Ασφάλισης Ελεύθερων Επαγγελματιών μετέχουν χωρίς δικαίωμα ψήφου: α) Ο Υποδιοικητής του Οργανισμού Ασφάλισης Ελεύθερων Επαγγελματιών και β) ένας υπάλληλος της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων, προϊστάμενος Γενικής Διεύθυνσης ή Διεύθυνσης, ως Κυβερνητικός Επίτροπος.}

 

2. Η προθεσμία της περίπτωσης β' της παραγράφου 1 του άρθρου 28 του νόμου 3518/2006 (ΦΕΚ 272/Α/2006) για την υποβολή αιτήσεων υπαγωγής στη ρύθμιση των οφειλόμενων εισφορών προς το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών και τους Οργανισμούς, Ταμεία και Λογαριασμούς των οποίων οι εισφορές εισπράττονται ή συνεισπράττονται από το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών, παρατείνεται από τη λήξη της μέχρι και την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος.

 

3. Η ρύθμιση για την εξόφληση των καθυστερούμενων ασφαλιστικών εισφορών προς τους ασφαλιστικούς οργανισμούς κύριας ασφάλισης ελευθέρων επαγγελματιών και ανεξάρτητα απασχολουμένων, αρμοδιότητας Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας μαζί με τα πρόσθετα τέλη και λοιπές επιβαρύνσεις, που προβλέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου 13 του άρθρου 17 του νόμου 3144/2003 (ΦΕΚ 111/Α/2003), όπως τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 26 του νόμου 3227/2004 (ΦΕΚ 31/Α/2004), του άρθρου 9 παράγραφος 1 του νόμου 3250/2004 (ΦΕΚ 124/Α/2004), του άρθρου 10 παράγραφος 1 του νόμου 3385/2005 (ΦΕΚ 210/Α/2005) και του άρθρου 49 παράγραφος 1 του νόμου 3518/2006 (ΦΕΚ 272/Α/2006), παρατείνεται από την επόμενη της λήξης της και μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος.

 

4. Για την υπαγωγή στη ρύθμιση υποβάλλεται σχετική αίτηση από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και μέχρι την ως άνω προθεσμία. Οι ρυθμίσεις της παραγράφου 3 του άρθρου αυτού εφαρμόζονται και στα Ταμεία Πρόνοιας Δικηγόρων Αθήνας, Πειραιά, Θεσσαλονίκης και στο Ταμείο Υγείας Δικηγόρων Επαρχίας και Ταμείο Ασφάλισης Συμβολαιογράφων.

 

Άρθρο εικοστό: Ανακατανομή των κενών οργανικών θέσεων μόνιμου προσωπικού του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού

 

1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και Εσωτερικών, δύναται να ανακατανέμονται οι κενές οργανικές θέσεις του τακτικού, διοικητικού και εκπαιδευτικού προσωπικού του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού σε υφιστάμενους κλάδους του Οργανισμού της ίδιας ή άλλης κατηγορίας και για ειδικότητες που κρίνονται απαραίτητες.

 

2. Η πλήρωση των κενών οργανικών θέσεων του τακτικού διοικητικού προσωπικού του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού γίνεται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.

 

3. Για την πρώτη εφαρμογή της προηγούμενης παραγράφου απαραίτητο πρόσθετο προσόν προς διορισμό στις ως άνω θέσεις αποτελεί η εμπειρία σε θέματα προώθησης της απασχόλησης και καταπολέμησης της ανεργίας.

 

Η εμπειρία αυτή τεκμηριώνεται με απασχόληση σε υπηρεσίες του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού, η οποία αποδεικνύεται με αντίστοιχες συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου ή συμβάσεις έργου ή πράξεις διορισμού σε θέσεις του άρθρου 23 του βασιλικού διατάγματος [ΒΔ] 404/1971 (ΦΕΚ 123/Α/1971), που δεν έχουν λήξει κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος.

 

4. Οι υποψήφιοι για την πλήρωση θέσεων μόνιμου προσωπικού του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού απαλλάσσονται από την υποχρέωση απόδειξης της γνώσης χειρισμού ηλεκτρονικού υπολογιστή, εφόσον αποδεικνύουν εμπειρία απασχόλησης στον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού κατά την προηγούμενη παράγραφο.

 

5. Όταν άτομα που εμπίπτουν στις κατηγορίες των προστατευόμενων ατόμων του νόμου 2643/1998 (ΦΕΚ 220/Α/1998) καταλαμβάνουν κενές οργανικές θέσεις στον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού, κατά τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού, οι θέσεις αυτές αφαιρούνται από τις θέσεις που προβλέπεται ότι αντιστοιχούν ως ποσοστό στις κατηγορίες του νόμου 2643/1998.

 

6. Καταργείται η παράγραφος 12 του άρθρου 12 του νόμου 3144/2003 (ΦΕΚ 111/Α/2003).

 

Άρθρο εικοστό πρώτο

 

Παρατείνεται έως και την 31-10-2008 η Ισχύς των διατάξεων του άρθρου 22 του νόμου 3404/2005 (ΦΕΚ 260/Α/2005) Ρύθμιση θεμάτων του Πανεπιστημιακού και Τεχνολογικού Τομέα της Ανώτατης Εκπαίδευσης και λοιπές διατάξεις, όπως αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 35Β του νόμου 3492/2006 (ΦΕΚ 210/Α/2006).

 

Άρθρο εικοστό δεύτερο

 

Η Ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις.

 

Παραγγέλνουμε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμο του Κράτους.

 

Αθήνα, 31-10-2007

 

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.